Τι προβλέπει η Kομισιόν για την πορεία των προϊόντων που ενδιαφέρουν την Ελλάδα

Χωρίς τέλος παραμένουν οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι αγρότες της ΕΕ, καθώς μαζί με το υψηλό κόστος εισροών και τον πληθωρισμό, τα ακραία καιρικά φαινόμενα εξακολουθούν να πλήττουν πολλές περιοχές της Ευρώπης, μεταξύ αυτών και την Ελλάδα, έχοντας επηρεάσει ολόκληρη την αγροδιατροφική αλυσίδα.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση βραχυπρόθεσμων προοπτικών των γεωργικών αγορών της ΕΕ που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι αγρότες της ΕΕ εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν το κόστος εισροών που υπερβαίνει τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο, ενώ ορισμένες τιμές βασικών γεωργικών προϊόντων συνεχίζουν να μειώνονται.
Επιπλέον, οι αγρότες αντιμετώπισαν ποικίλες και δύσκολες καιρικές συνθήκες την άνοιξη, με αποτέλεσμα, όπως αναφέρει η έκθεση, να προβλέπεται μείωση των αποδόσεων και χαμηλότερη ποιότητα αρκετών βασικών γεωργικών προϊόντων.
Ταυτόχρονα, όμως, παρατηρήθηκαν πρώιμες ενδείξεις βελτίωσης. Για παράδειγμα, σημειώνει η Κομισιόν, το κόστος των λιπασμάτων μειώθηκε λόγω της πτώσης των τιμών του φυσικού αερίου. Επιπλέον, αν και εξακολουθεί να κυμαίνεται πάνω από το γενικό ποσοστό πληθωρισμού, ο πληθωρισμός στις τιμές των τροφίμων στην ΕΕ αρχίζει να σταθεροποιείται.
Μειωμένη παραγωγή ελαιολάδου Η εκτίμηση για την παραγωγή ελαιολάδου της ΕΕ για την περίοδο 2022/2023 έχει αναθεωρηθεί ελαφρώς προς τα κάτω (σχεδόν -40% από έτος σε έτος). Η μειωμένη διαθεσιμότητα διατηρεί τις τιμές υψηλές, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται αρνητικά η κατανάλωση στις κύριες χώρες παραγωγής της ΕΕ, η οποία επίσης αναθεωρήθηκε περαιτέρω προς τα κάτω. Επιπλέον, οι εξαγωγές της ΕΕ θα μπορούσαν να είναι ελαφρώς υψηλότερες από ό,τι αναμενόταν αρχικά, καθώς ορισμένοι φορείς μπορεί να είναι σε θέση να αντικαταστήσουν ένα μερίδιο της κατανάλωσης της ΕΕ με εξαγωγές σε αγορές υψηλής αξίας. Οι προοπτικές για τη συγκομιδή παραμένουν αβέβαιες προς το παρόν, ειδικά λόγω της ξηρασίας στην Ιβηρική χερσόνησο. Στα μέσα Ιουλίου, οι τιμές παραγωγού έξτρα παρθένου ελαιολάδου κυμαίνονταν από 6 ευρώ/κιλό στην Ελλάδα έως 7,2 ευρώ/κιλό στην Ιταλία. Σε σύγκριση με τον μέσο όρο πέντε ετών, η αύξηση της τιμής είναι η ισχυρότερη στην Ισπανία (+133%/+3,65 ευρώ σε περίπου 6,4 ευρώ/κιλό). Η διαμόρφωση των τιμών επηρεάζει αρνητικά την κατανάλωση της ΕΕ, ιδίως στις κύριες χώρες παραγωγής. Ως εκ τούτου, είναι πιθανό η κατανάλωση εκεί να είναι ακόμη χαμηλότερη από την αναμενόμενη στις εαρινές προοπτικές του 2023 (-16% από έτος σε έτος). |
Με αργούς ρυθμούς επανέρχεται η παραγωγή σιτηρών
Παρά την αναμενόμενη μείωση των εκτάσεων με σιτηρά στην ΕΕ για την περίοδο 2023/2024 (-1%) και τη μειωμένη αύξηση της απόδοσης λόγω των καιρικών συνθηκών την άνοιξη, η παραγωγή σιτηρών της ΕΕ αναμένεται να είναι μεγαλύτερη κατά 5%.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΕ, οι αποδόσεις θα μπορούσαν να είναι κατά 6% πάνω σε σχέση με τα επίπεδα της περιόδου 2022/2023 και κατά 2% πάνω από τον μέσο όρο της πενταετίας. Σύμφωνα με την Κομισιόν, λόγω της υψηλότερης εγχώριας παραγωγής και των διευκολύνσεων που υπάρχουν για τη μεταφορά των ουκρανικών σιτηρών στις παραδοσιακές αγορές της εκτός ΕΕ, οι εισαγωγές της ΕΕ θα μπορούσαν να μειωθούν κατά 35%, μετά από ένα ιστορικό υψηλό που κατεγράφη την περίοδο 2022/2023. Ειδικότερα, χαμηλότερες εισαγωγές αναμένονται για το μαλακό σιτάρι (-57%), τον αραβόσιτο (-33%) και το κριθάρι (-25%), ενώ οι εισαγωγές σκληρού σίτου ενδέχεται να αυξηθούν (+30%).
Οι εξαγωγές σιτηρών της ΕΕ θα μπορούσαν να αυξηθούν κατά περίπου 6%, ελαφρώς πάνω από τον μέσο όρο της πενταετίας, ενώ οι εξαγωγές σκληρού σίτου να είναι χαμηλότερες (-22%), δεδομένης της περιορισμένης αναμενόμενης διαθεσιμότητας. Με τη σταθερή χρήση των ζωοτροφών που αντικατοπτρίζει και τη στασιμότητα της ζωικής παραγωγής στην ΕΕ, η συνολική χρήση σιτηρών δεν αναμένεται να αλλάξει ουσιαστικά την περίοδο 2023/2024, με εξαίρεση την αύξηση κατά 2% στη χρήση σιτηρών για βιομηχανικούς σκοπούς (π.χ. βιοκαύσιμα) που ανακάμπτει από την προηγούμενη σεζόν.
Την περίοδο 2023/2024, η παραγωγή ελαιούχων σπόρων στην ΕΕ αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω κατά 8% (σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος), κυρίως λόγω της υψηλότερης παραγωγής σόγιας και ηλίανθου (περίπου 18% λόγω της μεγαλύτερης έκτασης). Σε σύγκριση με τα ιστορικά υψηλά επίπεδα εισαγωγών της περιόδου 2022/2023, οι εισαγωγές ελαιοκράμβης και ηλίανθου αναμένεται να επιστρέψουν σχεδόν στα προ του 2022 επίπεδα. Ταυτόχρονα, οι εξαγωγές της ΕΕ θα μπορούσαν να παραμείνουν σχετικά σταθερές.
Υψηλά τα αποθέματα οίνου
Προηγούμενες εκτιμήσεις για την ευρωπαϊκή παραγωγή οίνου την περίοδο 2022/2023 έχουν αναθεωρηθεί ελαφρώς προς τα πάνω, στα 159 εκατ. hl (+6 εκατ. hl από έτος σε έτος). Ταυτόχρονα, η συσσώρευση αποθεμάτων επιταχύνθηκε για ορισμένα είδη κρασιών. Η ζήτηση συνεχίζει να δείχνει σημάδια αδυναμίας, καθώς οι πληθωριστικές πιέσεις επηρέασαν την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, με αποτέλεσμα οι πωλήσεις κρασιού να μειώνονται τόσο στην εγχώρια αγορά, όσο και στις βασικές εξαγωγικές αγορές.
Η μειωμένη παγκόσμια αγοραστική δύναμη επηρεάζει τις εξαγωγές κρασιού της ΕΕ, οι οποίες είναι πιθανό να είναι 5% κάτω από το επίπεδο-ρεκόρ της περασμένης σεζόν. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω παραγόντων, τα αποθέματα στο τέλος της περιόδου 2022/2023 παραμένουν υψηλά και, για τα κόκκινα και ροζέ κρασιά, αναμένεται ακόμη και να αυξηθούν, εάν δεν αντιμετωπιστούν με τη βοήθεια των μέτρων απόσταξης κρίσης. Αυτό προκαλεί ανησυχία σε πολλές οινοπαραγωγικές περιοχές της ΕΕ.
Νέο limit down σε ροδάκινα και νεκταρίνια η παραγωγή ροδάκινων και νεκταρινιών το 2023 στην ΕΕ επλήγη (και συνεχίζει να πλήττεται) από δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Συνολικά, η παραγωγή ροδάκινων και νεκταρινιών στην ΕΕ αναμένεται να μειωθεί κατά 9%, σε 2,9 εκατ. τόνους (16% κάτω από τον μέσο όρο της πενταετίας). Παρ’ όλα αυτά, η παραγωγή ροδάκινων και νεκταρινιών που οδηγούνται για μεταποίηση θα μπορούσε να παραμείνει σταθερή, κυρίως λόγω της αναμενόμενης ανάκαμψης στην Ισπανία. Επιπλέον, μικρότερα και χαμηλότερης ποιότητας φρούτα, που συνήθως προορίζονται για νωπά στην αγορά, θα μπορούσαν επίσης να καταλήξουν στη μεταποίηση. Αντίθετα, η παραγωγή φρέσκων ροδάκινων και νεκταρινιών αναμένεται να μειωθεί (-11%, κοντά στα 2,4 εκατ. τόνους), καθώς ένα μέρος της παραγωγής καταστρέφεται από τα καιρικά φαινόμενα και ορισμένα φρούτα θα έχουν πολύ χαμηλή ποιότητα. Μόνο η ισπανική παραγωγή είναι πιθανό να ανακάμψει (+30% από έτος σε έτος), γεγονός που δεν αναμένεται να αντισταθμίσει τις απώλειες σε Ιταλία (-26%), Ελλάδα (-10%) και Γαλλία (-4%). Λόγω της χαμηλότερης παραγωγής και των υψηλότερων τιμών καταναλωτή, που περιορίζουν τις αγορές νωπών προϊόντων, η κατανάλωση φρέσκων ροδάκινων και νεκταρινιών στην ΕΕ θα μπορούσε να μειωθεί κατά τον ίδιο ρυθμό με την παραγωγή (-11%) και έτσι να παραμείνει κάτω από τον μέσο όρο πενταετίας. Υπάρχει επίσης ο κίνδυνος η ποιότητα των φρούτων να μην ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των καταναλωτών και αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση της κατανάλωσης. Στην περίπτωση των επεξεργασμένων (κονσερβοποιημένων και αποξηραμένων) ροδάκινων και νεκταρινιών, το υψηλότερο κόστος που σχετίζεται με τη μεταποίηση και τη διανομή προσθέτει στις τιμές παραγωγού, με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι τιμές λιανικής. |
Αύξηση της μεταποιημένης ντομάτας
Το 2023, η συνολική παραγωγή ντομάτας στην ΕΕ αναμένεται να αυξηθεί κατά 5% σε 17 εκατ. τόνους (σχετικά σταθερή σε σύγκριση με τον μέσο όρο των πέντε ετών). Η ετήσια παραγωγή ντομάτας για μεταποίηση (περίπου 63% της συνολικής παραγωγής) αναμένεται να αυξηθεί κατά 8%, ενώ η νωπής κατανάλωσης θα παραμείνει σταθερή.
Οι υψηλότερες τιμές παραγωγού μπορούν να αντισταθμίσουν εν μέρει το υψηλότερο κόστος παραγωγής, ενώ οι τιμές λιανικής θα μπορούσαν να παραμείνουν υψηλές. Αυτές οι αλλαγές θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη εγχώρια χρήση επεξεργασμένης ντομάτας, ενώ η κατανάλωση φρέσκιας ντομάτας στην ΕΕ θα μπορούσε να παραμείνει σταθερή.
Την ίδια ώρα, εκτιμάται ότι οι εισαγωγές φρέσκιας ντομάτας στην ΕΕ αναμένεται να αυξηθούν κατά 7%, με το Μαρόκο και την Τουρκία να παραμένουν οι κύριες χώρες εισαγωγής (το 2022 το 70% των εισαγωγών φρέσκιας ντομάτας της ΕΕ ήταν από το Μαρόκο και το 25% από την Τουρκία). Οι εξαγωγές φρέσκιας ντομάτας συνεχίζουν τη μακροπρόθεσμη πτωτική τους τάση (-6% από έτος σε έτος, και 20% κάτω από τον μέσο όρο 5 ετών).
Οι εισαγωγές επεξεργασμένης ντομάτας στην ΕΕ (2,5 εκατ. τόνοι) θα μπορούσαν να μειωθούν (-3% από έτος σε έτος), αλλά παραμένουν 6% πάνω από τον μέσο όρο της πενταετίας.
Οι εξαγωγές επεξεργασμένης ντομάτας της ΕΕ (4,4 εκατ. τόνοι) αναμένεται να είναι σταθερές παρά τη μεγαλύτερη διαθεσιμότητα, καθώς αυξάνεται η κατανάλωση στην ΕΕ, αλλά και λόγω του ανταγωνισμού από άλλες αγορές.
Πτώση στην τιμή του νωπού γάλακτος Από την αρχή του έτους, οι τιμές του νωπού γάλακτος στην ΕΕ μειώνονται και τον Ιούνιο η εκτιμώμενη μέση τιμή του νωπού γάλακτος στην ΕΕ ήταν περίπου 0,45 ευρώ/κιλό (-23% κάτω από τις τιμές που επιτεύχθηκαν τον Δεκέμβριο του 2022). Η κατάσταση ποικίλλει ανά κράτος-μέλος, καθώς οι μειώσεις των τιμών κυμαίνονταν από -2% στην Κύπρο έως περίπου -30% και περισσότερο στις χώρες της Βαλτικής, στη Δανία και στη Γερμανία. Η υψηλότερη πτώση μεταξύ Δεκεμβρίου και Ιουνίου (περίπου 40%), με βάση τις εκτιμήσεις του Ιουνίου, καταγράφηκε σε Ιρλανδία και Ρουμανία. Παρά την πτώση των τιμών του νωπού γάλακτος στην ΕΕ, οι παραδόσεις γάλακτος στην ΕΕ ήταν 0,8% υψηλότερες την περίοδο Ιανουάριος-Απρίλιος σε σύγκριση με πέρυσι. |
Κάμψη της παραγωγής βόειου κρέατος
Η παραγωγή βόειου κρέατος στην ΕΕ κατέγραψε μείωση 3,7% το 1ο τρίμηνο του 2023. Παρά την αύξηση των εξαγωγών σε ζώντα ζώα (+5%) που επωφελούνται ιδιαίτερα από το άνοιγμα της τουρκικής αγοράς, καθώς και από την καθοδική κίνηση του κόστους των ζωοτροφών, η ακαθάριστη εγχώρια παραγωγή αναμένεται να μειωθεί κατά 1,8% το 2023.
Σε ιστορικό υψηλό οι τιμές στο χοιρινό τον Ιούνιο
Το πρώτο τρίμηνο του 2023, η παραγωγή χοιρινού κρέατος στην ΕΕ μειώθηκε κατά 7,7%. Τον Ιούνιο, οι τιμές παραγωγού βρίσκονταν σε ιστορικό υψηλό επίπεδο (+30% σε σύγκριση με τον Ιούνιο του 2022, +21% από τον Ιανουάριο του 2023). Την ίδια στιγμή, ο πληθυσμός των χοιρομητέρων στην ΕΕ συρρικνώνεται. Συνολικά, αναμένεται μείωση της παραγωγής χοιρινού κρέατος της ΕΕ κατά 5,5% σε σύγκριση με πέρυσι.
Ταυτόχρονα, η ζήτηση της ΕΕ παραμένει υψηλή, αλλά, δεδομένης της μειωμένης προσφοράς, αναμένεται πτώση της κατά κεφαλήν κατανάλωσης στην ΕΕ. Συνήθως, η μείωση στην κατανάλωση χοιρινού κρέατος ωφελεί την κατανάλωση του κρέατος πουλερικών. Οι εξαγωγές της ΕΕ συνεχίζουν να μειώνονται. Όσον αφορά το μέλλον, οι εξαγωγές της ΕΕ προς την Κίνα αναμένεται να μειωθούν ακόμη περισσότερο το 2023. Ταυτόχρονα, η ΕΕ χάνει μερίδια αγοράς τόσο σε αγορές υψηλής αξίας (π.χ. ΗΠΑ και Αυστραλία), όσο και σε αγορές χαμηλής αξίας (π.χ. Φιλιππίνες), λόγω του ισχυρότερου ανταγωνισμού τιμών. Συνολικά, οι εξαγωγές της ΕΕ αναθεωρήθηκαν προς τα κάτω το 2023 και ενδέχεται να είναι 12% χαμηλότερες από πέρυσι.
Βελτιωμένη η εικόνα των πουλερικών
Η εκτίμηση της παραγωγής κρέατος πουλερικών στην ΕΕ αναθεωρήθηκε προς τα πάνω (από +1,3% σε +2,4%). Η πτώση των εξαγωγών της ΕΕ θα μπορούσε να είναι ελαφρώς χαμηλότερη από την αναμενόμενη, ενώ οι εισαγωγές συνεχίζουν να αυξάνονται. Ως αποτέλεσμα, η κατανάλωση πουλερικών στην ΕΕ το 2023 θα μπορούσε να είναι ακόμη υψηλότερη από ό,τι είχε εκτιμηθεί νωρίτερα φέτος.
Μειώσεις στο πρόβειο κρέας
Παρά τη θετική αύξηση της παραγωγής της ΕΕ την άνοιξη, η οποία οφείλεται κυρίως στους εορτασμούς του Πάσχα, η παραγωγή πρόβειου κρέατος στην ΕΕ αναμένεται να μειωθεί το 2023 κατά 1,5%, ακολουθώντας την τάση μείωσης του πληθυσμού στην ΕΕ. Η ξηρασία και η ευλογιά που πλήττει τα πρόβατα στην Ισπανία δεν λαμβάνονται υπόψη σε αυτό το στάδιο λόγω των αβέβαιων επιπτώσεών τους στην παραγωγή.
Οι αποστολές πρόβειου κρέατος στην ΕΕ επηρεάζονται αρνητικά από τον ισχυρό ανταγωνισμό τιμών και τη χαμηλότερη εγχώρια παραγωγή, η οποία είναι πιθανό να οδηγήσει σε μείωση των εξαγωγών της ΕΕ το 2023 (-5%). Η αύξηση της κατά κεφαλήν κατανάλωσης στην ΕΕ θα μπορούσε να είναι μάλλον μικρή (+1,4%).