Αντιθέσεις: Εργασιακά

Απαραίτητη για την ανάπτυξη η απελευθέρωση της αγοράς

Ευελιξία για τους εργοδότες, εξευτελισμός για τους εργαζόμενους

Προτεραιότητα της κυβέρνησης ήταν και παραμένει η γρήγορη οικονομική και κοινωνική ανάκαμψη της χώρας. Αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί με το παραδοσιακό εργασιακό 8ωρο, καθώς πρόκειται για ένα σχήμα που πολλές φορές δοκιμάστηκε και πολλές φορές απέτυχε. Η απελευθέρωση της αγοράς εργασίας, που επιδιώκει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, δίνει τη δυνατότητα στους εργαζόμενους να διαπραγματεύονται με τους εργοδότες τους τις συνθήκες κάτω από τις οποίες θα δουλεύουν, τα ωράρια, αλλά και τον μισθό τους. Είναι ένα μοντέλο σύγχρονο, το οποίο χρησιμοποιείται σε πολλές ευρωπαϊκές ανεπτυγμένες χώρες, με θεαματικά αποτελέσματα.

Σκοπός του νέου σχεδίου είναι η πάταξη της μαύρης εργασίας, που έχει γιγαντωθεί μέσα στην πανδημία, και η τοποθέτηση των εργασιακών σχέσεων εργοδότη-εργαζομένου σε νέες, πιο ευέλικτες βάσεις, που θα «βολεύουν» εξίσου και τους δύο. Το κλασικό ωράριο 08:00-16:00 δύναται να αναπροσαρμοστεί, πάντα με τη σύμφωνη γνώμη και των δύο μερών, ενώ και οι υπερωρίες πλέον θα μπορούν να αφαιρούνται από κάποια μελλοντική εργάσιμη. Δηλαδή, αν κάποιος έχει δουλέψει 8 ώρες παραπάνω, θα δικαιούται να έχει μία έξτρα μέρα ρεπό, δουλεύοντας ουσιαστικά τέσσερις ημέρες μέσα σε μία εβδομάδα.

Όπως ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχει δηλώσει, «λίγοι θα είχαν αντίρρηση στο να μπορούν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι να έχουν περισσότερη ευελιξία, εφόσον το επιθυμούν οι ίδιοι, στο πώς κατανέμουν τον χρόνο τους. Χωρίς αυτό, σε καμία περίπτωση, να σημαίνει κατάργηση του 8ώρου». Και όλοι ξέρουμε ποιοι είναι αυτοί οι λίγοι.

Είναι αυτοί που διατυμπάνιζαν ότι θα φέρουν την ανάπτυξη και την έξοδο από τα μνημόνια, για να μας φορτώσουν με το βαρύτερο μνημόνιο από αρχής της κρίσης. Είναι αυτοί που όσο ήταν στην κυβέρνηση έφεραν μειώσεις μισθών και βάφτισαν 13η σύνταξη ένα βοήθημα-ψίχουλο, ως προεκλογικό τρικ. Ουδέποτε νοιάστηκαν για τους εργαζόμενους και τις ανάγκες τους, ουδέποτε σκέφτηκαν ότι η πρόοδος δεν θα έρθει όσο το εργασιακό καθεστώς παραμένει ξύλινο και αμετάβλητο.

Η Ελλάδα όμως προχωράει, η Ελλάδα εκσυγχρονίζεται, η Ελλάδα γίνεται μία ανταγωνιστική κοιτίδα πολιτισμού και εργασίας. Οι επενδύσεις έρχονται η μία μετά την άλλη και η απελευθέρωση του ωραρίου, με αυστηρά πάντα όρια και δικλείδες ασφαλείας για τους εργαζομένους, θα συμβάλει στην ταχύτερη έξοδο της χώρας από την κρίση.

Ε.Κ.

Από την πρώτη ημέρα διακυβέρνησής της, η Νέα Δημοκρατία χρυσώνει τα χάπια της πολιτικής της, με την ελπίδα ότι οι πολίτες θα τα καταπιούν ευκολότερα. Τώρα, επιχειρεί να «χρυσώσει» το χάπι της πλήρους καταπάτησης των εργασιακών δικαιωμάτων, βαφτίζοντάς την «απελευθέρωση της αγοράς». Όμως, δεν αρκεί παρά μια ματιά στη διαβόητη έκθεση Πισσαρίδη, για να αντιληφθεί κάποιος ότι η πραγματική απελευθέρωση αφορά τον εργοδότη και τις υποχρεώσεις του απέναντι στον εργαζόμενο.

Ακόμα και τα συστημικά ΜΜΕ, που αμείφθηκαν πλουσιοπάροχα από τη λίστα Πέτσα, δυσκολεύονται να «μεταφράσουν» το επονείδιστο σχέδιο σε κάτι πιο εύπεπτο για τους αναγνώστες τους. Κι αυτό διότι η κυβέρνηση περνάει ρυθμίσεις απόλυτης ευελιξίας, οι οποίες επί της ουσίας αναγκάζουν τους εργαζομένους να δουλεύουν περισσότερο και με λιγότερα χρήματα.

Την ώρα που στην υπόλοιπη Ευρώπη έχει ξεκινήσει ένας εντονότατος διάλογος για την ανάγκη της προστασίας των εργασιακών δικαιωμάτων και επί τάπητος τίθενται σοβαρότατα θέματα όπως ο κοινωνικός μισθός, η μείωση του 8ωρου σε 7ωρο δίχως μείωση αποδοχών και άλλα πολλά, η Νέα Δημοκρατία επιχειρεί να επανεφεύρει τον τροχό, προτείνοντας να εφαρμοστεί ένα ακραία φιλελεύθερο σχήμα, που αβαντάρει καθαρά τους εργοδότες και τους δίνει τη δυνατότητα να φορτώνουν με περισσότερη δουλειά το προσωπικό τους, γλυτώνοντας παράλληλα λεφτά από υπερωρίες και ώρες υπερεργασίας.

Μπορεί να το ονομάζει σύγχρονο εργασιακό μοντέλο, όμως στην πραγματικότητα πρόκειται για έναν -ακόμα- σύγχρονο εργασιακό Μεσαίωνα, τον οποίο εδώ και χρόνια προσπαθούν να επιβάλουν στη χώρα. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι από τις πρώτες κινήσεις που έγιναν μετά τον Ιούλιο του 2019, ήταν η ακύρωση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας που είχε θεσπίσει ο ΣΥΡΙΖΑ και η ανάκληση της 13ης σύνταξης, που ήταν σημαντική οικονομική ανάσα για χιλιάδες συνταξιούχους.

Οι εξαγγελίες για ανάπτυξη 7,1% το 2021, την ώρα που φέτος προβλέπεται ύφεση 8,2%, είναι ουτοπικές και ανεφάρμοστες, ειδικά από μία κυβέρνηση που είχε στρίψει την οικονομία προς τα βράχια πριν καν ξεσπάσει η πανδημία του κορωνοϊού. Αυτές οι υπεραισιόδοξες προβλέψεις θα διαψευστούν από τα αποτελέσματα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής της και θα οδηγήσουν με μαθηματική ακρίβεια σε νέες, επώδυνες αναθεωρήσεις, εις βάρος πάντα της κοινωνίας και των εργαζομένων.

Ε.Σ.