Αντιθέσεις: Εμβολιασμοί

Τα μέτρα δουλεύουν, οι εμβολιασμοί αυξάνονται

Η χώρα βρίσκεται στο κόκκινο και η κυβέρνηση στον κόσμο της

Δεν είναι μυστικό ότι ο κορωνοϊός αυτήν τη στιγμή σαρώνει τη χώρα. Η μεταδοτικότατη παραλλαγή Δ, αλλά και η… απείθεια των αντιεμβολιαστών έχουν οδηγήσει σε μεγάλους αριθμούς κρουσμάτων καθημερινά, ενώ οι διασωληνωμένοι και οι νεκροί αυξάνονται εξίσου ανησυχητικά.

Από την αρχή της πανδημίας, η κυβέρνηση δεσμεύτηκε στην προσπάθεια να κρατήσει τη χώρα ασφαλή και τους πολίτες υγιείς, με κάθε κόστος. Για αυτό και κάθε κύμα της πανδημίας αντιμετωπίστηκε με στοχευμένα μέτρα, τα οποία είχαν ως στόχο την αναχαίτιση του ιού, αλλά και την ευαισθητοποίηση των πολιτών σχετικά με τα μέτρα προστασίας και τους εμβολιασμούς. Παρά τις μεγάλες δυσκολίες, η στοχευμένη κυβερνητική στρατηγική φαίνεται και στη φάση αυτή να αποδίδει, καθώς μετά από μία περίοδο «χαλαρότητας», κατά την οποία οι εμβολιασμοί μειώθηκαν δραματικά, τα νέα μέτρα οδηγούν τους ανεμβολίαστους Έλληνες στις πόρτες των εμβολιαστικών κέντρων.

Σίγουρα και η άνοδος των κρουσμάτων έπαιξε ρόλο σε αυτήν τη στροφή, όμως η αύξηση κατά 200% στα ραντεβού για πρώτη, αλλά και αναμνηστική δόση, έχει να κάνει και με τις προσπάθειες της κυβέρνησης, και του πρωθυπουργού προσωπικά, να πείσουν ανεμβολίαστους και αντιεμβολιαστές για τη σημασία των εμβολίων.

Το στοίχημα τώρα είναι να συνεχιστούν οι εμβολιασμοί με αυτόν τον ρυθμό. Διότι όσο πιο γρήγορα χτιστεί το τείχος ανοσίας, τόσο πιο γρήγορα η Ελλάδα θα απαλλαγεί από τη σκιά της πανδημίας. Ταυτόχρονα, είναι απαραίτητο, εμβολιασμένοι και μη, να τηρούν ευλαβικά τα μέτρα προστασίας.

Επειδή όμως είναι πλέον κατανοητό ότι ο ιός δεν πρόκειται να φύγει από τη μια στιγμή στην άλλη, η κυβέρνηση έβαλε σε λειτουργία το plan B, ρίχνοντας στη μάχη τις ιδιωτικές κλινικές και τους ιδιώτες γιατρούς. Η συστράτευση του ΕΣΥ με τον ιδιωτικό τομέα θα μοιράσει το δυσβάσταχτο βάρος των ολοένα και περισσότερων ασθενών που χρειάζονται νοσηλεία και διασωλήνωση.

Για ακόμη μία φορά, πρέπει οι Έλληνες να κατανοήσουν ότι το εμβόλιο, αλλά και οι μάσκες, οι αποστάσεις, τα μέτρα προστασίας, είναι μονόδρομος. Ήδη, χώρες όπως η Γαλλία, κινούνται προς την υποχρεωτικότητα της τρίτης δόσης, λύση ακραία, αλλά που εκεί κρίθηκε απαραίτητη. Στη χώρα μας, επαφίεται στην ατομική ευθύνη του κάθε πολίτη, το αν τέτοιου είδους μέτρα θα επιβληθούν κι εδώ, με δεδομένο ότι το λοκντάουν αποκλείεται, γιατί δεν το αντέχει η οικονομία. Από την πλευρά της κυβέρνησης, καταβάλλεται κάθε προσπάθεια να θωρακιστεί η υγεία των πολιτών. Τώρα, είναι η σειρά και των ίδιων να θωρακίσουν τους εαυτούς τους.

Ε.Κ.

Σε λίγο καιρό κλείνουμε δύο χρόνια από την αρχή της πανδημίας. Και ενώ, με βάση τις εξαγγελίες της κυβέρνησης, αλλά και με βάση την κοινή λογική, θα περίμενε κανείς η χώρα να έχει ξεπεράσει τον σκόπελο του κορωνοϊού, ή έστω να υπάρχει ένα αποτελεσματικό μοντέλο διαχείρισης της κατάστασης, ο έλεγχος έχει και πάλι χαθεί. Τα κρούσματα σκαρφάλωσαν σε πρωτοφανή επίπεδα, οι διασωληνωμένοι αυξάνονται εκθετικά, το ΕΣΥ έχει φτάσει και πάλι στα όρια της κατάρρευσης, ασθενείς πεθαίνουν εκτός ΜΕΘ και οι πολίτες αισθάνονται για ακόμη μία φορά απροστάτευτοι και εκτεθειμένοι απέναντι στην απειλή του ιού.

Το χειρότερο, όμως, δεν είναι πως όλα αυτά συμβαίνουν στη χώρα. Το χειρότερο είναι πως η κυβέρνηση τα θεωρεί «επιτυχία». Θεωρεί πως ο σχεδιασμός της δούλεψε, και πως η Ελλάδα τα πηγαίνει καλά, παρά το γεγονός ότι πλέον η θετικότητα ξεπέρασε το 1% και όλη η επικράτεια βρίσκεται και επίσημα στο «κόκκινο».

Η ίδια η πραγματικότητα διαψεύδει για πολλοστή φορά αυτή την «επιτυχημένη εφαρμογή μέτρων». Και αυτό συμβαίνει διότι, εξαρχής, αντί να επενδύσει σε μία σοβαρή καμπάνια ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης των πολιτών σχετικά με τα εμβόλια, τα οφέλη τους και τις παρενέργειές τους, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιλέγει να επενδύσει στη σιωπή των ΜΜΕ, να μοιράζει Freedom Passes και δωρεάν gigabytes ως κίνητρα εμβολιασμού και να δίνει ελευθερίες στους εμβολιασμένους, κόβοντάς τις από τους ανεμβολίαστους.

Όταν λοιπόν για τον πρωθυπουργό είναι πιο σημαντική η εικόνα του από την υγεία των πολιτών, τότε τα κρούσματα, αλλά και οι απώλειες, φέρουν την υπογραφή του και κανενός άλλου.

Τη δημόσια Υγεία βλάπτει επίσης σοβαρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσπαθεί να ρίξει πάλι τις ευθύνες σε όλους τους άλλους: Στους πολίτες, στους καταστηματάρχες και, φυσικά, στους πολιτικούς του αντιπάλους και κυρίως στον ΣΥΡΙΖΑ, τον οποίο ο πρωθυπουργός έφτασε να χαρακτηρίσει «εθνικό σαμποτέρ». Όσο όμως δεν κάνει τα αυτονόητα, τόσο θα φέρνει πιο κοντά έναν ακόμα δύσκολο χειμώνα, αλλά και εντέλει την επισφράγιση της κυβερνητικής αποτυχίας του. Μιας αποτυχίας που, δυστυχώς, μετριέται σε χιλιάδες ανθρώπινες ζωές.

Ε.Σ.