Αντιθέσεις: Ιδιωτικοποιήσεις

Ο Άδωνις ως ντελάλης διασύρει την Ελλάδα

Ο ΣΥΡΙΖΑ βγάζει σπυράκια όταν ακούει για ιδιωτικοποίηση

Υπάρχει κατ’ αρχάς ένα σοβαρό ζήτημα στον τρόπο με τον οποίο ο υπουργός Ανάπτυξης, Άδωνις Γεωργιάδης, «διαφημίζει» την Ελλάδα στο εξωτερικό. Είπε, μιλώντας στη Νέα Υόρκη, και μάλιστα σε φόρουμ με θέμα «Επενδύστε στην Ελλάδα», ότι «η μόνη ερώτηση που έχουμε από τους ψηφοφόρους μας είναι γιατί δεν το κάνουμε πιο γρήγορα, γιατί αργήσαμε τόσο πολύ, γιατί δεν πουλάμε πιο πολλά, γιατί δεν ιδιωτικοποιούμε τα πάντα… Και πρέπει να σας καθησυχάσω ότι η όρεξή μας είναι τεράστια και κάθε μήνας που περνάει γίνεται μεγαλύτερη».

Υπάρχει άνθρωπος που βρίσκει αυτά τα λόγια τιμητικά για τη χώρα μας, ή έστω σοβαρά; Είναι δυνατόν σε επιχειρηματικό φόρουμ να μιλά κανείς λες και είναι από κάποια Ψωροκώσταινα και να επικαλείται την… τεράστια όρεξη του; Έχει άδικο ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν δηλώνει ότι με κάτι τέτοια ο κ. Γεωργιάδης διασύρει τη χώρα στο εξωτερικό, παριστάνοντας τον ντελάλη που προσπαθεί να πουλήσει την πραμάτεια του;

Αν, όμως, το έλλειμμα σοβαρότητας του υπουργού είναι ένα ζήτημα, το έλλειμμα μιας συγκεκριμένης, σοβαρής, στιβαρής και καλά σχεδιασμένης πολιτικής επενδύσεων, με σύγχρονους όρους, είναι απείρως πιο σοβαρό. Σε αυτό, υπεύθυνη δυστυχώς είναι όλη η κυβέρνηση. Η οποία πιστεύει, λες και είμαστε αποικιακή χώρα τη δεκαετία του 1960, ότι οι επενδύσεις θα έρθουν, αν: Πρώτον, βγάλουμε από τη μέση για τους επίδοξους επενδυτές τα ενοχλητικά ζητήματα του περιβάλλοντος. Δεύτερον, τους παραδώσουμε ένα εργατικό δυναμικό χωρίς εργασιακά δικαιώματα, εργασιακή προστασία και με αμοιβές πείνας. Και τρίτον, δώσουμε εκ των προτέρων ασυλία σε κάθε φύσεως παρανομίες που πιθανόν να προκύψουν.

Αυτά δεν είναι της φαντασίας κάποιου, ή της αντιπολιτευτικής μανίας κάποιων. Υπάρχουν ζητήματα που έχουν ήδη παραμεριστεί, όπως δείχνει η επέκταση της επένδυσης για την εξόρυξη χρυσού και στη Θράκη, ή η ασυλία των τραπεζιτών, ή το «ξεπάγωμα» λογαριασμών ατόμων που κατηγορούνται για απάτες κατά του Δημοσίου, ή το «πάγωμα» του βασικού μισθού, η ουσιαστική κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, και μια σειρά άλλων μέτρων που ήδη έχουν θεσπιστεί.

Σε μια εποχή, δηλαδή, που επενδυτική πολιτική σημαίνει πριν από όλα υποδομές, θετικό νομικό πλαίσιο, αλλά και προστασία του περιβάλλοντος και των εργαζομένων, η κυβέρνηση Μητσοτάκη απλώς ξεπουλάει. Το γεγονός ότι διάλεξε τον Άδωνι Γεωργιάδη για υπουργό-ντελάλη τα λέει όλα.

Ε.Σ.

 

Είναι γνωστό, εδώ και καιρό, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μιλάει πολύ για επενδύσεις, αλλά απεχθάνεται τους επενδυτές. Το γεγονός ότι στα χρόνια της διακυβέρνησής του, και παρά το ότι υπήρχαν πολλές ευκαιρίες, όσες επενδύσεις προχώρησαν ήταν αποτέλεσμα ασφυκτικής πίεσης των δανειστών δείχνει πολλά.

Εχθρικός προς την επένδυση στις Σκουριές, πράγμα που κόστισε πολύ στην εταιρεία που τρέχει την επένδυση, αλλά και στην αξιοπιστία της χώρας διεθνώς. Παρελκυστικός στη μεγάλη επένδυση στο Ελληνικό, η οποία βάλτωσε για χρόνια και μόνο τελευταία τίθεται πάλι σε κίνηση. Εχθρικός και απειλητικός προς τις τράπεζες, που αποτελούν και πρέπει να αποτελούν τον αιμοδότη των επενδύσεων και της οικονομίας. Αρνητικός εν γένει σε κάθε αξιόλογη προσπάθεια ξένων, αλλά και ντόπιων επενδύσεων στη χώρα.

Το γιατί συμβαίνει αυτό είναι πια καθαρό στους περισσότερους ανθρώπους. Εξάλλου, η εχθρότητα του ΣΥΡΙΖΑ προς την επιχειρηματικότητα, τα επιχειρηματικά κέρδη, τις επενδύσεις, που πήρε χαρακτήρα εκδίκησης με την υπερφορολόγηση κερδών και επιχειρήσεων, ήταν μια από τις βασικές αιτίες που καταψηφίστηκε στις εκλογές. Και είναι εχθρικός ο ΣΥΡΙΖΑ προς τις επενδύσεις και την ιδιωτική πρωτοβουλία, γιατί αυτή η εχθρότητα βρίσκεται στον πυρήνα της ιδεολογίας του. Μιας παραλλαγής της σοσιαλιστικής –ή και κομμουνιστικής– ιδεολογίας, που επιχειρεί με όρους του χτες να απαντήσει στο σήμερα.

Ιδιαίτερα στο ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ παθαίνουν αλλεργία. Μόνο με το ζόρι, κάτω από την πίεση της Ευρώπης και της πραγματικότητας, προχώρησαν σε ιδιωτικοποιήσεις που είχαν ξεκινήσει επί κυβέρνησης Σαμαρά, όπως των περιφερειακών αεροδρομίων. Κατά τα άλλα, κατάφερε να φεσώσει τη δημόσια ΔΕΗ και μια σειρά άλλες επιχειρήσεις, αντί να προχωρήσει σε συνεργασία με επενδυτές, όπως προσπαθεί τώρα να κάνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Συνεπώς, όταν, με αφορμή τις δηλώσεις του Άδωνι Γεωργιάδη στη Νέα Υόρκη, επιχειρούν να διαβάλουν τη σημερινή προσπάθεια της κυβέρνησης για την προσέλκυση ξένων επενδυτών, ξύνονται στην γκλίτσα του τσοπάνη. Ο κόσμος των επιχειρήσεων και των επενδυτών «ψηφίζει» με κάθε τρόπο Μητσοτάκη, και γρήγορα θα φανούν τα αποτελέσματα, με ραγδαία αύξηση των επενδύσεων. Αν για να προχωρήσει κάτι τέτοιο χρειάζεται ο αρμόδιος υπουργός να δηλώνει ότι η κυβέρνηση έχει μεγάλη όρεξη για ιδιωτικοποιήσεις και να κάνει τον «ντελάλη», όπως τον κατηγορεί ο ΣΥΡΙΖΑ, ας είναι κι έτσι. Τα υπόλοιπα είναι συριζαίικα εκ του πονηρού.

Ε.Κ.