Αντιθέσεις: Οικονομία

Εμπροσθοβαρές γενναίο πακέτο στην οικονομία πριν να είναι αργά

Βήμα-βήμα με συνεκτικό σχέδιο και σύνεση

Η χτεσινή συζήτηση στη Βουλή, με αντικείμενο την υγειονομική κρίση, αλλά και την πολύ σοβαρή οικονομική της διάσταση, ανέδειξε τις κρίσιμες αντιθέσεις μεταξύ της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης, και σε ζητήματα ενίσχυσης του αγώνα κατά της πανδημίας και μέτρων που θα έπρεπε να έχουν ληφθεί αλλά δεν λαμβάνονται, αλλά και σε ζητήματα στρατηγικής που έχουν να κάνουν με την οικονομία και τη χώρα.

Ποια είναι η κύρια διαφωνία του ΣΥΡΙΖΑ όσον αφορά τα μέτρα για την οικονομία; Ότι η ελληνική κυβέρνηση, σε εντελώς διαφορετικό μήκος κύματος από τις κυβερνήσεις άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ακολουθεί την αρχή «βλέποντας και κάνοντας». Τη στιγμή που η Γερμανία διαθέτει για την αντιμετώπιση των συνεπειών του κορονοϊού στην οικονομία το 15% του ΑΕΠ, η Ισπανία και η Ιταλία το 20%, η Γαλλία το 12%, η δική μας κυβέρνηση ανακοίνωσε μέχρι στιγμής μέτρα που αντιπροσωπεύουν μόλις το 5% του ΑΕΠ. Πράγμα που δείχνει πως ή δεν έχει αντιληφθεί το μέγεθος της επερχόμενης οικονομικής λαίλαπας, ή ότι επιλέγει αφήσει τον κορωνοϊό να δράσει ως «εξυγιαντής» της ελληνικής οικονομίας. Να καταστρέψει δηλαδή η υγειονομική κρίση τις ανεπιθύμητες για τη μεγάλη επιχειρηματικότητα και τον ΣΕΒ μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες, για να ανεγερθεί επί των ερειπίων η νέα οικονομία των μεγάλων τραστ και των μονοπωλίων.

Οποιαδήποτε εκδοχή κι αν ισχύει, ένα είναι το σίγουρο. Με τα μέτρα «βλέποντας και κάνοντας» και χωρίς ένα εμπροσθοβαρές πακέτο ρευστότητας, διευκολύνσεων και εγγυήσεων, η ελληνική οικονομία οδεύει προς μεγάλη ύφεση. Προς βύθιση, καλύτερα, ενώ οι θέσεις εργασίας, οι αμοιβές, η εσωτερική ζήτηση, βαδίζουν σε καταστροφικό δρόμο. Από την άλλη, μια σειρά από μέτρα, όπως η δυνατότητα αναστολής των συμβάσεων των εργαζομένων, η ταπεινωτική μεταχείριση επιστημόνων και επαγγελματιών με τα voucher των 300 ευρώ και η δυνατότητα του εργοδότη να απασχολεί τον μισό χρόνο και με τον μισό μισθό τους απασχολούμενους, αποκαλύπτουν την ιδεολογική και πολιτική εμμονή της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη στη στήριξη των «μεγάλων» εις βάρος των «μικρών».

Λέγεται συχνά ότι τίποτε δεν θα είναι το ίδιο μετά την πανδημία. Αν οι λογικές της ελληνικής κυβέρνησης επιβληθούν τελικά, τίποτε όρθιο δεν θα μείνει ούτε από τα εργασιακά δικαιώματα, ούτε από τη μικρομεσαία επιχείρηση.

Ε.Σ.

Στην ομιλία του στη Βουλή, αναφερόμενος στα μέτρα αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης λόγω κορωνοϊού, ο πρωθυπουργός τόνισε δύο πολύ σημαντικά πράγματα. Πρώτον, ότι η κυβέρνηση έχει συνεκτικό σχέδιο, το οποίο εξελίσσεται ανάλογα με την πορεία της πανδημίας. Και δεύτερον, ότι η δράση και οι πρωτοβουλίες της χαρακτηρίζονται από σύνεση, γιατί διαφορετικά, αν παρασυρθεί και ρίξει όλα τα οικονομικά της όπλα σήμερα στο τραπέζι, το πιθανότερο είναι αύριο μας περιμένει ένα ακόμα μνημόνιο.

Το εμπροσθοβαρές πακέτο δεκάδων δισεκατομμυρίων –περί αυτού πρόκειται–, στο οποίο επιμένει η αξιωματική αντιπολίτευση, θα ήταν μια πράξη αφροσύνης. Θα έβαζε την ελληνική οικονομία, μετά τη λήξη της κρίσης πανδημίας, σε θέση ουραγού, γιατί δεν θα υπήρχαν τα απαραίτητα για να θέσει πάλι σε κίνηση την παραγωγική μηχανή. Και με δεδομένο ότι η ζήτηση θα είναι για ένα διάστημα χαμηλή και η εσωτερική αγορά αναιμική, οι ανάγκες χρηματοδότησης θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μεγάλο δανεισμό και σε μνημόνιο. Θα διακινδύνευε δηλαδή η Ελλάδα, ελάχιστο χρόνο μετά την έξοδό της από τα μνημόνια, με τεράστιο οικονομικό και ανθρώπινο κόστος, να βρεθεί πάλι στην ίδια και χειρότερη θέση.

Αυτό δεν πρόκειται να γίνει. Συνεκτικό σχέδιο που αντιμετωπίζει όλα τα ενδεχόμενα, αλλά και σύνεση, που εξασφαλίζει όπλα και πυρομαχικά για την περίοδο μετά την υγειονομική κρίση, είναι μια συνταγή, η μόνη συνταγή για την ακρίβεια, που σε συνθήκες όπως οι σημερινές, καλύπτει τη χώρα και την κοινωνία σε κάθε ενδεχόμενο.

Από εκεί και πέρα, και ανάλογα με τις εξελίξεις, θα τροφοδοτούνται η αγορά και οι επιχειρήσεις με κονδύλια ευρωπαϊκά, αλλά και από τον προϋπολογισμό, με δύο στόχους. Πρώτος και βασικός, να μη χαθούν θέσεις εργασίας. Δεύτερος, να είμαστε έτοιμοι, μετά το τέλος της κρίσης, να βάλουμε μπροστά και πάλι τη μηχανή της ανάπτυξης.

Σαν συμπέρασμα, μπορούμε να πούμε ότι η Ελλάδα είναι τυχερή που με την κυβέρνηση Μητσοτάκη έλαβε τέρμα η δεκαετία του λαϊκισμού και η χώρα αποδείχτηκε από κάθε άποψη έτοιμη να αντιμετωπίσει την επίθεση της πανδημίας. Το ίδιο έτοιμη θα είναι να αντιμετωπίσει και την οικονομική πρόκληση, όταν έρθει εκείνη η ώρα. Το εγγυώνται τα μέτρα που η κυβέρνηση παίρνει από σήμερα, με το βλέμμα στο αύριο.

Ε.Κ.