Νέα αρχή με λίγους εκθέτες για τα βιολογικά προϊόντα στην Τεχνόπολη

Mικρή και με περιορισμένη εκπροσώπηση από τους παραγωγούς βιολογικών προϊόντων ήταν η πρώτη έκθεση για τα βιολογικά προϊόντα (1ο Bio Festival), που πραγματοποιήθηκε στην Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων στο Γκάζι στις 11-13 Μαΐου. Ωστόσο, ήταν ένα σημαντικό πρώτο βήμα για την αναβίωση ενός θεσμού που, προ κρίσης, είχε βοηθήσει πολύ στην ενημέρωση των καταναλωτών και στη στήριξη του κλάδου.

Η επισκεψιμότητα ήταν ικανοποιητική, ειδικά την Κυριακή 12 Μαΐου, ενώ εντύπωση προκάλεσε στους εκθέτες το γεγονός ότι το καταναλωτικό κοινό που βρέθηκε στην Τεχνόπολη το προηγούμενο σαββατοκύριακο γνώριζε ελάχιστα πράγματα για τα βιολογικά προϊόντα και σε τι διαφέρουν από τα συμβατικά.

«Πολλοί πίστευαν ότι είναι απλώς υγιεινά τρόφιμα που πρέπει να τρώει κάποιος που προσέχει τη διατροφή του», επισημαίνει εκθέτης, ο οποίος προσθέτει ότι το μεγαλύτερο ενδιαφέρον εκφράστηκε από νέους γονείς που επισκέφτηκαν την έκθεση και ρωτούσαν τι να πάρουν για το καλό των παιδιών τους. Σε ειδικό χώρο εντός της έκθεσης, οι μικροί επίδοξοι καταναλωτές μπορούσαν να παίξουν και να μάθουν για τα βιολογικά προϊόντα, μια πρωτοβουλία αρκετά ενδιαφέρουσα.

Σύμφωνα με τους διοργανωτές (Forum), το φεστιβάλ κατά τη διάρκεια της τριήμερης λειτουργίας του επισκέφτηκαν συνολικά 7.000 άτομα.

Απόντες οι εκπρόσωποι της παραγωγής

Αν το πρώτο 1ο Bio Festival αποτελεί καθρέφτη του πώς έχει πλέον διαμορφωθεί το τοπίο στην αγορά βιολογικών προϊόντων στην Ελλάδα, είναι χαρακτηριστικό ότι από τους εκθέτες, συνολικά λιγότερα από 70 περίπτερα, έλειπαν σε μεγάλο βαθμό οι εκπρόσωποι της πρωτογενούς παραγωγής, εκείνοι δηλαδή που παράγουν βιολογικά προϊόντα στο χωράφι ή τον στάβλο.

Αντίθετα, έντονη ήταν η παρουσία των αλυσίδων διανομής και διάθεσης βιολογικών και άλλων παραδοσιακών και υγιεινών προϊόντων που στοχεύουν σε όσους «προσέχουν» τη διατροφή τους. Η ατμόσφαιρα ήταν εστιασμένη στην υγιεινή διατροφή και στη δίαιτα, με τους παρουσιαστές των ζωντανών μαγειρεμάτων που έλαβαν χώρα να ρωτούν «αν τα βιολογικά προϊόντα χορταίνουν». Η Ντίνα Νικολάου, η οποία ήταν και η ambassador του φεστιβάλ, πραγματοποίησε γαστρονομικές επιδείξεις με βιολογικά προϊόντα σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο και έκανε μεγάλη προσπάθεια να εξηγήσει τι σημαίνει ποιοτική πρώτη ύλη για έναν μάγειρα. Στην έκθεση δεν υπήρχε παρουσία των κτηνοτρόφων οι οποίοι έχουν στραφεί στα βιολογικά γαλακτοκομικά προϊόντα με ιδιαίτερη στόχευση στη φέτα.

«Οι περισσότεροι έχουν στραφεί στις εξαγωγές, θεωρώντας ότι στην ελληνική αγορά δεν υπάρχει τόσο μεγάλο ενδιαφέρον», τονίζει ο Δημήτρης Δημητριάδης, διευθυντής του πιστοποιητικού οργανισμού ΔΗΩ. Είναι ενδεικτικό, πάντως, ότι την έκθεση, την τελευταία ημέρα, η οποία ήταν και εργάσιμη (Δευτέρα), επισκέφτηκαν εμπορικοί αντιπρόσωποι, καθώς και ιδιοκτήτες ξενοδοχείων εστιατορίων και κέτερινγκ, οι οποίοι ενδιαφέρονται να προσθέσουν στο μενού ή στο πρωινό τους επιλογή βιολογικών προϊόντων και πιάτων. Σε πολλά ξενοδοχεία πλέον υπάρχει τμήμα βιολογικών στον μπουφέ και είναι καλό αυτά τα προϊόντα να προέρχονται από την Ελλάδα, τόνισε χαρακτηριστικά επισκέπτης, ο οποίος ήρθε να αναζητήσει βιολογικά ελληνικά τυριά, τα οποία όμως δεν βρήκε στην έκθεση.

«Ως πιστοποιητικός οργανισμός ΔΗΩ, είχαμε οργανώσει το ίδιο πράγμα στο Ζάππειο πριν από 20 χρόνια. Τώρα, είναι ένα καινούργιο ξεκίνημα μετά από πολλά χρόνια οικονομικής κρίσης και ως τέτοιο είναι θετικό», επισημαίνει στην «ΥΧ» ο Δ. Δημητριάδης. «Οι συνθήκες έχουν αλλάξει πλέον όμως η ελληνική παραγωγική βάση υπάρχει και μετράει πλέον δύο δεκαετίες εμπειρίας και υπάρχουν χιλιάδες παραγωγοί που δουλεύουν συνειδητά και οργανωμένα σε αυτόν τον χώρο», προσθέτει.

Συγκεχυμένες οι καταναλωτικές απαιτήσεις

ΚΑΘ’ ΟΛΗ τη διάρκεια της έκθεσης, οργανώθηκαν πολλές ομιλίες και συζητήσεις, οι οποίες μάλιστα είχαν σημαντική προσέλευση από πλευράς καταναλωτών. Η αγωνία «τι τρώμε» ήταν έντονη σε όλα τα ερωτήματα που τέθηκαν, από την άλλη όμως οι καταναλωτικές απαιτήσεις παραμένουν συγκεχυμένες. Με βάση τα όσα ακούστηκαν, οι καταναλωτές θεωρούν ότι τα βιολογικά προϊόντα είναι ακριβά και απευθύνονται σε λίγους, ενώ εκφράζουν μεγάλη δυσπιστία αν όταν πληρώνουν βιολογικά αγοράζουν πραγματικά βιολογικά. Ο Δ. Δημητριάδης τονίζει ότι ο Έλληνας καταναλωτής δεν έχει πάρει σοβαρά τον ρόλο του και δεν έχει συναίσθηση της δύναμής του. «Όταν, για παράδειγμα, στην Ολλανδία λένε θα μποϊκοτάρουμε ένα προϊόν για κάποιον λόγο, νεκρώνει η αγορά και κανένας δεν το αγοράζει. Εδώ, στην Ελλάδα, όταν αποφασίζεται ένα μποϊκοτάζ πηγαίνουν όλοι την προηγούμενη ημέρα να προμηθευτούν το προϊόν μήπως και τους λείψει».


«Ο κόσμος δεν γνωρίζει τι ακριβώς είναι τα βιολογικά»

Ο Σταύρος Αργυρόπουλος γεωπόνος, ζωοτέχνης και ιδιοκτήτης της εταιρείας Biogreco, που εκτρέφει βιολογικά κοτόπουλα κρεατοπαραγωγής, παρά το γεγονός ότι βρίσκεται στην αγορά των βιολογικών προϊόντων εδώ και 17 χρόνια, βρέθηκε με περίπτερο στην έκθεση. «Πιστεύω ότι πρέπει να είσαι παρών για να ξέρεις τι συμβαίνει, να μπορείς να κρίνεις, να καταλάβεις».

Η εμπειρία του κυρίως από την πλευρά του κοινού ήταν απογοητευτική. «Είμαστε στο 2019, τα βιολογικά προϊόντα μετράνε δεκαετίες στην Ευρώπη, αλλά και στην Ελλάδα, και ο κόσμος δεν γνωρίζει τι ακριβώς είναι. Χρειάστηκε να κάνω και πάλι εκπαίδευση σε όσους έρχονταν στο περίπτερο για το τι διαφορά έχει το βιολογικό κοτόπουλο από το κοτόπουλο ελευθέρας βοσκής, για παράδειγμα», λέει στην «ΥΧ» ο κ. Αργυρόπουλος. O ίδιος παρατηρεί ότι στην έκθεση δεν είχαν παρουσία πολλοί πιστοποιητικοί οργανισμοί, οι οποίοι παίζουν μεγάλο ρόλο για τα βιολογικά προϊόντα, αλλά και για τη σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στους καταναλωτές και τους παραγωγούς.

Επίσης, τονίζει ότι η έκθεση ήταν μια ευκαιρία για το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης να ενημερώσει τους καταναλωτές και να δείξει έμπρακτα ότι στηρίζει την ελληνική βιολογική παραγωγή. «Ωστόσο, η παρουσία του υπουργείου πέρασε απαρατήρητη τόσο από τους εκθέτες όσο και από τους επισκέπτες», λέει παραγωγός.