Έκθεση αγροτικών προϊόντων ΕΕ: Απειλή για το ελληνικό ελαιόλαδο, συρρίκνωση στο ροδάκινο, κίνδυνος για το μήλο

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε τις μεσοπρόσθεσμες προβλέψεις της περιόδου 2019 – 2030 για τα κυριότερα αγροτικά προϊόντα στα 28 κράτη – μέλη (συμπεριλαμβάνεται και το Ηνωμένο Βασίλειο). Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό έργο, προϊόν συνεργασίας της DG AGRI και του JRC, ενώ για τη δημιουργία του έχει αξιοποιηθεί πλήθος πληροφοριών και απόψεις ειδικών της αγοράς.

Σύμφωνα με την έκθεση, παρά τον αυξανόμενο ανταγωνισμό, η παραγωγή σιτηρών αναμένεται να αυξηθεί ελαφρώς, ώστε να ανταποκριθεί σε μια σταθερή ζήτηση παγκοσμίως. Η εμφάνιση της αφρικανικής πανώλης των χοίρων έχει ήδη ισχυρό αντίκτυπο στις αγορές κρέατος, ενώ καθιστά αβέβαιες έως έναν βαθμό τις μεσοπρόθεσμες προβλέψεις. Τέλος, ορισμένες ειδικές καλλιέργειες αναμένεται να διατηρήσουν την αναπτυξιακή τους πορεία. Ακολουθούν οι αναλυτικές προβλέψεις της ΕΕ ανά προϊόν/εκτροφή.

Σιτηρά και ρύζι

Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις των σιτηρών αναμένεται να αυξηθούν ελαφρώς (1%) και να φτάσουν τα 556 εκατ. στρέμματα. Αναλυτικότερα, το μαλακό σιτάρι αναμένεται να παρουσιάσει μια αύξηση προς το τέλος της περιόδου 2019-2030 και να φτάσει τα 238 εκατ. στρέμματα. Παρόμοια συμπεριφορά προβλέπεται και για το καλαμπόκι, όπου αναμένεται αύξηση της έκτασης για σπορά κατά 88 εκατ. στρέμματα λόγω της αυξημένης ζήτησης για ζωοτροφή και βιομηχανικές χρήσεις.

Αντίθετα, για το σκληρό σιτάρι και το κριθάρι η πρόβλεψη είναι ότι θα υπάρχει μια ισχνή μείωση της τάξης του 0,5% σε ετήσια βάση, διαμορφώνοντας τις καλλιεργούμενες εκτάσεις σε 116 εκατ. στρέμματα και 24 εκατ. στρέμματα αντιστοίχως, το 2030. Η συνολική παραγωγή των σιτηρών αναμένεται να αυξηθεί στους 319 εκατ. τόνους (αύξηση 5% σε σχέση με τον μ.ό. της τριετίας 2018 – 2020). Oι τιμές του μαλακού σίτου και του αραβοσίτου αναμένεται να αυξηθούν και να φτάσουν τα 244 ευρώ/τόνο και τα 211 ευρώ/τόνο αντιστοίχως.

Στο ρύζι αναμένεται ισχνή αύξηση της κατά κεφαλήν κατανάλωσης (0,3% σε ετήσια βάση έως το 2030) χάρη στη διαφοροποίηση στη διατροφή των πολιτών της ΕΕ και στη συμμετοχή της ασιατικής κουζίνας στο διαιτολόγιο των Ευρωπαίων. Η κατανάλωση εντός ΕΕ ορίζεται σε μεγάλο βαθμό από το μακρύσπερμο (Indica) και δευτερευόντως από το μεσόσπερμο (Japonica) ρύζι.

Στον αντίποδα, από πλευράς εφοδιασμού της αγοράς, κυριαρχεί το Japonica, το οποίο αναμένεται να μειωθεί ελάχιστα εξαιτίας των καταναλωτικών προτιμήσεων, καθώς και λόγω δυσκολιών στα παραγωγικά συστήματα, δυσκολίες που οφείλονται στις καιρικές συνθήκες και στην προετοιμασία των καλλιεργούμενων εδαφών. Η εκτιμώμενη αύξηση ζήτησης για το Indica αναμένεται να διαμορφώσει και τις εισαγωγές ιδιαίτερα από τις ασιατικές χώρες που συμμετέχουν στη συμφωνία «Όλα εκτός από όπλα».

Ελαιούχοι σπόροι

Μικρή μείωση αναμένεται στις καλλιεργούμενες εκτάσεις των ελαιούχων σπόρων, που προβλέπεται να ανέλθουν σε 114 εκατ. στρέμματα το 2030 με διαφοροποίηση στις τάσεις των καλλιεργούμενων εκτάσεων, ανά καλλιέργεια. Η ελαιοκράμβη αναμένεται να συνεχίσει να κινείται πτωτικά σε επίπεδο ΕΕ ιδιαίτερα σε κράτη – μέλη της Ανατολικής Ευρώπης. Η μείωση είναι πιθανόν να φτάσει τα 58 εκατ. στρέμματα.

Σε σύγκριση με την προηγούμενη δεκαετία, υπάρχει μια επιβράδυνση στη μείωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων που αποδίδεται στον σημαντικό ρόλο των καλλιεργειών στα συστήματα εναλλαγής των καλλιεργειών, ειδικά σε συνδυασμό με την καλλιέργεια μαλακού σίτου. Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις σόγιας αναμένεται να αυξηθούν με ταχείς ρυθμούς και να φτάσουν τα 13 εκατ. στρέμματα (ετήσιος ρυθμός αύξησης 3% έως το 2030).

Oι στρεμματικές αποδόσεις των ελαιούχων αναμένεται να εξελιχθούν με παρόμοιο τρόπο, με μειωτικές πιέσεις εξαιτίας τις κλιματικής αλλαγής και των περιβαλλοντικών απαιτήσεων, παρά τις θετικές προσδοκίες για βελτίωση των καλλιεργητικών πρακτικών και των συμβουλευτικών υπηρεσιών. Συνολικά, η εκτίμηση για την παραγωγή των ελαιούχων αναμένεται να διαμορφωθεί στα επίπεδα της τριετίας 2017 – 2019 στους 32 εκατ. τόνους.

Αιγοπρόβειο κρέας και γαλακτοκομικά

Η παραγωγή του αιγοπρόβειου κρέατος αναμένεται να παραμείνει σταθερή, μεταξύ 950.000 και 965.000 τόνων, δεδομένης της συνδεδεμένης ενίσχυσης. Μεγάλη Βρετανία και Ισπανία αναμένεται να διατηρήσουν την πλειονότητα της παραγωγής πρόβειου (σχεδόν το 50% το 2018). Μεσοπρόθεσμα, η δυναμική της παραγωγής είναι πιθανόν να κινητοποιηθεί από τις προσδοκίες για βελτιωμένα κέρδη για τους παραγωγούς.

Πάντως, στον τομέα των εξαγωγών δεν αναμένεται σημαντική διαφοροποίηση, γεγονός που θα διατηρήσει την εστίαση στις εσωτερικές αγορές. Η κατά κεφαλήν κατανάλωση αιγοπρόβειου αναμένεται να αυξηθεί σε 1,8 κιλά έως το 2030. Αυτό συνιστά αύξηση κατανάλωσης 100 γραμμαρίων ανά άτομο ή 6% σε σχέση με το 2019. Πάντως, η κατανάλωση δεν αναμένεται να επηρεαστεί ιδιαίτερα από τις μεταβολές στις τιμές σε σχέση με άλλα είδη κρέατος. Σε ό,τι αφορά τα τυριά, η ΕΕ αναμένεται να ισχυροποιήσει τις εξαγωγές της, καθώς για την επόμενη δεκαετία προβλέπεται αύξηση 14% στις εξαγωγές νωπών γαλακτοκομικών προϊόντων.

Πουλερικά

Η παραγωγή κρέατος πουλερικών ορίζεται από τη ζήτηση των Ευρωπαίων καταναλωτών. Η ζήτηση αυτή αυξάνεται διαρκώς εδώ και αρκετά χρόνια, καθώς οι καταναλωτές προτιμούν το κοτόπουλο για λόγους όπως η ευκολία μαγειρέματός του, η πεποίθηση ότι είναι υγιεινό κ.λπ. Η παραγωγή αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται κυρίως λόγω της ζήτησης για τις εσωτερικές αγορές, αλλά και για εξαγωγές. Η αύξηση της παραγωγής αναμένεται να έχει ταχύτερους ρυθμούς για τα κράτη της ΕΕ-13, ενώ αναμένεται να υπάρξει σημαντική τάση για επενδύσεις. Όταν αποδυναμωθεί το ξέσπασμα της αφρικανικής πανώλης των χοίρων, η ανάπτυξη αναμένεται να επιβραδυνθεί και να σταθεροποιηθεί για τα κράτη της ΕΕ-15. Έως το τέλος της περιόδου η παραγωγή αναμένεται να ανέλθει σε 16,5 εκατ. τόνους (+5% σε σχέση με το 2019), ενώ και η κατανάλωση αναμένεται να αυξηθεί ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας. Οι τιμές αναμένεται να παραμείνουν σταθερές.

Χοιρινό

Αν και η κατάσταση στο χοιρινό είναι αβέβαιη εξαιτίας της πανώλης των χοίρων, οι προβλέψεις της ΕΕ αναφέρουν ότι η παραγωγή αναμένεται να πέσει σε επίπεδα πριν από το 2018, καθώς ορισμένοι καταναλωτές, που άλλαξαν συνήθειες και καταναλώνουν κοτόπουλο, δεν αναμένεται να επιστρέψουν στο χοιρινό. Η κατανάλωση αναμένεται να συνεχίσει την πτωτική της πορεία (από 32,3 kg ετησίως ανά άτομο την περίοδο 2015 – 2018 σε 30,2 kg για την επόμενη δεκαετία). Οι εξαγωγές αυξήθηκαν σημαντικά το 2019 κυρίως λόγω της κινεζικής ζήτησης και η πρόβλεψη είναι ότι είναι πιθανόν να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα την επόμενη δεκαετία, φθάνοντας στο ζενίθ τους το 2022 και πέφτοντας μετά, καθώς η κινεζική παραγωγή θα ανακάμπτει. Συμπερασματικά, οι εξαγωγές προβλέπεται να φθάσουν έως το 2030 σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με την τρέχουσα περίοδο.

Ειδικές καλλιέργειες

Ελαιόλαδο

Αύξηση παραγωγής προβλέπεται πανευρωπαϊκά κατά 400.000 τόνους (ετήσιος ρυθμός αύξησης 1,1%). Η άνοδος αυτή αναμένεται να σημειωθεί κυρίως στην Πορτογαλία, όπου και προβλέπεται αύξηση της παραγωγής 88% σε σχέση με τον μέσο όρο παραγωγής της πενταετίας 2014-2018. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της ΕΕ, η ανανέωση των καλλιεργειών αναμένεται να αποτελέσει δυσκολότερο εγχείρημα για την Ιταλία και την Ελλάδα, όπου οι περισσότεροι αγρότες διαθέτουν εκμεταλλεύσεις μικρότερες από 50 στρέμματα και όπου το 70% των ιδιοκτητών αυτών των εκμεταλλεύσεων έχουν δέντρα ηλικίας άνω των 55 ετών. Ωστόσο, αναμένεται αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων, έστω και με βραδύτερους ρυθμούς (+0,2% ετησίως). Στις χώρες με τη μεγαλύτερη παραγωγή, η κατανάλωση αναμένεται να πέφτει έστω και με αργούς ρυθμούς (0,8% ετησίως σε σχέση με 3% για το διάστημα 2004 – 2018). Στα υπόλοιπα κράτη – μέλη της ΕΕ, προβλέπεται αύξηση της κατανάλωσης (3,3%). Έως το 2030 το μερίδιο κατανάλωσης αυτών των κρατών-μελών στη συνολική κατανάλωση αναμένεται αυξηθεί, φτάνοντας το 32%. Η δυναμική των εξαγωγών είναι μεγάλη (+3,3% ετησίως) λόγω της χαμηλής κατά κεφαλήν κατανάλωσης σε πολλές χώρες παγκοσμίως.

Μήλο

Η παραγωγή της ΕΕ προβλέπεται να παρα μείνει σταθερή στους 12 εκατομμύρια τόνους, καθοδηγούμενη από μια τάση μείωσης των καλλιεργούμενων εκτάσεων (-0,8% ετησίως) και από μια τάση αύξησης στις στρεμματικές αποδόσεις. Σημαντικό ρόλο αναμένεται να διαδραματίσει ο εκσυγχρονισμός της παραγωγής μήλων της Πολωνίας. Οι παλιοί μηλεώνες αναμένεται να αντικατασταθούν μερικώς από νέες ποικιλίες που θα ανταποκρίνονται περισσότερο στις καταναλωτικές προτιμήσεις. Η συγκέντρωση της παραγωγής σε μεγάλες εκμεταλλεύσεις και η χρήση νέων παραγωγικών μεθόδων θα επιτρέψουν την αύξηση των μέσων στρεμματικών αποδόσεων. Η κατανάλωση αναμένεται να παραμείνει στα ίδια επίπεδα (ετήσια μείωση 0,1% σε σχέση με το 1% της προηγούμενης περιόδου). Οι εξαγωγές αναμένεται να αυξηθούν, αλλά σε χαμηλότερο ρυθμό σε σχέση με το παρελθόν (0,7% ετησίως, έναντι 3,6%). Ωστόσο, οι ανωτέρω προβλέψεις παραγωγής αναμένεται να παρουσιάσουν σημαντικές ετήσιες διακυμάνσεις, εξαρτώμενες από τις καιρικές συνθήκες κάθε περιόδου.

Ροδάκινο

Η πανευρωπαϊκή παραγωγή επιτραπέζιων ροδάκινων αναμένεται να σταθεροποιηθεί στα επίπεδα των 4 εκατ. τόνων έως το 2030 (ετήσια μείωση 0,3%). Η κατανάλωση νωπών ροδάκινων προβλέπεται να σημειώσει κάμψη (-0,4% ετησίως) καθοδηγούμενη σε μεγάλο βαθμό από την αναδιάρθρωση της καλλιέργειας στην Ισπανία μετά από μια «εκρηκτική» περίοδο με αύξηση παραγωγής 54% (2012 – 2017). Οι χαμηλές τιμές κυρίως στα ισπανικά, στα ιταλικά και στα ελληνικά ροδάκινα αναμένεται να διατηρήσουν μια τάση μείωσης των καλλιεργούμενων εκτάσεων (-3% ετησίως, ρυθμός παρόμοιος με αυτόν της τελευταίας επταετίας). Στον αντίποδα, η παραγωγή συμπύρηνου ροδάκινου αναμένεται να παρουσιάσει ελαφρά αύξηση (+0,2% ετησίως), καθοδηγούμενη από την προβλεπόμενη αύξηση παραγωγής στην Ελλάδα, η οποία αναμένεται να υπερκεράσει την εκτιμώμενη μείωση στην παραγωγή της Ιταλίας και της Ισπανίας. Oι καλλιεργούμενες εκτάσεις δεν αναμένεται να μεταβληθούν σημαντικά. Η κατά κεφαλήν κατανάλωση αναμένεται να πέφτει με ετήσιο ρυθμό 0,5% εξαιτίας του ανταγωνισμού με άλλα καλοκαιρινά φρούτα. Περίπου η ίδια μείωση αναμένεται και στην κατανάλωση συμπύρηνου (-0,4% ετησίως).

Πορτοκάλι

Δεδομένης της μειωτικής τάσης των καλλιεργούμενων εκτάσεων τα τελευταία χρόνια, η επόμενη δεκαετία αναμένεται να δει τις εκτάσεις να σταθεροποιούνται. Δεν αναμένονται σημαντικές μεταβολές ως προς τις αποδόσεις, καθώς μεγάλο ποσοστό των πορτοκαλεώνων (46%) έχουν ηλικία άνω των 25 ετών. Άρα, η παραγωγή αναμένεται να σταθεροποιηθεί στα επίπεδα των 6,2 εκατ. τόνων. Η κατεύθυνση της παραγωγής προς τη χυμοποίηση αναμένεται να μειώνεται ελαφρώς με ετήσιο ρυθμό 1%, ενώ Ισπανία και Ιταλία αναμένεται να διατηρήσουν τη δεσπόζουσα θέση τους με 80% της παραγωγής. Η κατά κεφαλήν κατανάλωση νωπών πορτοκαλιών αναμένεται να αυξηθεί, αλλά κυρίως για κατανάλωση χυμού. Ταυτόχρονα, οι καταναλωτές αναμένεται να στραφούν σε επιτραπέζια κατανάλωση φρούτων που θεωρούνται πιο εύκολα στη βρώση. Οι εξαγωγές αναμένεται να συνεχίσουν να αυξάνονται, αλλά με βραδύτερους ρυθμούς (4% έναντι 2% σε σχέση με την περίοδο 2008 – 2018) και κύριους προορισμούς την Ελβετία, τη Νορβηγία και τη Σερβία.

Ντομάτα

Η παραγωγή νωπής ντομάτας έως το 2030 αναμένεται να σταθεροποιηθεί, φτάνοντας τους 7 εκατ. τόνους. Η αύξηση των αποδόσεων λόγω και της επέκτασης της παραγωγικής περιόδου αντισταθμίζεται εν μέρει από την αύξηση παραγωγής σε ποικιλίες μικρής ντομάτας (βελανίδι, κοκτέιλ). Αντίθετα, η παραγωγή βιομηχανικής ντομάτας αναμένεται να σημειώσει αύξηση (0,3% ετησίως) κυρίως λόγω της αύξησης των αποδόσεων σε Ισπανία, Ιταλία, Πορτογαλία και Πολωνία. Η κατανάλωση ανά άτομο νωπής ντομάτας αναμένεται να παραμείνει σταθερή (14 κιλά ετησίως ανά άτομο), αλλά με αυξημένα μερίδια για τις μικρότερες ντομάτες. Αύξηση προβλέπεται και στην κατανάλωση βιομηχανικής ντομάτας (0,3% ετησίως). Κινητήριος μοχλός της αύξησης εμφανίζεται, αν είναι η αυξημένη κατανάλωση «γρήγορου» και επεξεργασμένου φαγητού. Σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές, αναμένεται σημαντική αύξηση εξαγωγών νωπής ντομάτας (3,6% ετησίως). Στη βιομηχανική ντομάτα, η Ιταλία αναμένεται να αυξήσει τις εξαγωγές της ταχύτερα, με ρυθμό αύξησης 0,9%.