Ελαιόλαδο: Αρνήθηκε πώληση στα 9,55 ο Συνεταιρισμός Ζάκρου

✱ Με το βλέμμα στην ανθοφορία της άνοιξης ✱ Στη Μεταμόρφωση Λακωνίας η υψηλότερη τιμή

Με τις τιμές να δείχνουν μάλλον σταθεροποίηση και τις πράξεις να χαρακτηρίζονται ακόμη φειδωλές σε σύγκριση με άλλες χρονιές φαίνεται πως θα κλείσει και ο Γενάρης για το ελαιόλαδο. Με τη συγκομιδή σε κάποιες λίγες περιοχές να βρίσκεται ένα βήμα πριν από την ολοκλήρωσή της, η διαδικασία της παραγωγής έχει φτάσει ουσιαστικά στη λήξη της. Το ενδιαφέρον πλέον στρέφεται στο εμπόριο, το οποίο με μικρές ποσότητες και τιμές, που στηρίζονται μάλλον περισσότερο στο εγχώριο ενδιαφέρον, αναμένει με αγωνία τις εξελίξεις του επόμενου διμήνου.

Εκείνο που συζητούν όλοι είναι πως η κατάσταση θα κατασταλάξει μάλλον προς την άνοιξη, οπότε και θα φανούν τα πρώτα μηνύματα για την επόμενη παραγωγικά χρονιά στη λεκάνη της Μεσογείου. Οι παραγωγοί που έχουν ποσότητες και μπορούν να αντεπεξέλθουν οικονομικά, εξακολουθούν να είναι επιφυλακτικοί στη διάθεση ελαιολάδου, αφού διατηρούν την προσδοκία για περαιτέρω άνοδο των τιμών. Από την άλλη, η κατανάλωση, μετά την υποχώρηση που καταγράφει από πέρυσι, εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται καθοριστικός παράγοντας για την αγορά του προϊόντος.

Πάντως, ακόμη και σε χαμηλά επίπεδα όγκων, δεδομένης και της σημαντικά μειωμένης παραγωγής, καταγράφονται πράξεις σε τιμές που, αναλόγως της περιοχής, του προϊόντος και των χαρακτηριστικών του, αλλά και των ποσοτήτων που ζητούνται ή προσφέρονται, επιτυγχάνουν ακόμη και καλύτερα επίπεδα από τα τρέχοντα.

Ακόμη υψηλότερες τιμές για ποσότητες κάτω του βυτίου στη Λακωνία

Ενδεικτικά, στα 9,537 ευρώ, τιμή παραγωγού, συμφώνησε ο Συνεταιρισμός Μεταμόρφωσης στη Λακωνία την περασμένη Παρασκευή, μετά από δημοπρασία, για τη διάθεση ενός βυτίου (29 τόνοι εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου), οξύτητας 0,28, χωρίς υπολειμματικότητα φυτοφαρμάκων. Η τιμή αυτή ήταν η καλύτερη μεταξύ των τριών ενδιαφερομένων, με τον ένα να βγαίνει, ουσιαστικά, εκτός της διαδικασίας, καθώς ζητούσε μικρότερη ποσότητα του βυτίου. Το ελαιόλαδο διατέθηκε στην εταιρεία Χελιώτης ΑΕ, με προορισμό την εσωτερική αγορά.

Πρόκειται για τη δεύτερη πράξη της φετινής περιόδου για την Οργάνωση, μετά το βυτίο που διέθεσε τον Δεκέμβριο στην ίδια εταιρεία, σύμφωνα με τον Γιάννη Λάγγη, πρόεδρο στον συνεταιρισμό. «Νομίζω ότι είναι η υψηλότερη τιμή στην Ελλάδα», σχολίασε, προσθέτοντας ότι αυτές τις μέρες και άλλοι συνεταιρισμοί της περιοχής έκαναν πράξεις σε τιμές της τάξεως των 9,40-9,45 ευρώ.

Όπως εκτίμησε ο ίδιος, από τη στιγμή που επιτεύχθηκε αυτή η τιμή, η οποία ουσιαστικά δείχνει μια άνοδο των τελευταίων ημερών, η τιμή του παραγωγού θα είναι τώρα γύρω στα 9,50 ευρώ, αφού δύσκολα θα δεχθεί κάποιος να διαθέσει μέσω δημοπρασίας σε χαμηλότερο επίπεδο.

Οι παραγωγοί που έχουν ποσότητες και μπορούν να αντεπεξέλθουν οικονομικά, εξακολουθούν να είναι επιφυλακτικοί στη διάθεση ελαιολάδου, αφού διατηρούν την προσδοκία για περαιτέρω άνοδο των τιμών

«Εγώ πιστεύω ότι οι τιμές είναι πολύ καλές για τον παραγωγό αυτήν τη στιγμή», σχολίασε ο κ. Λάγγης, αναφέροντας, από την άλλη, το παράλογο ύπαρξης δημοσιευμάτων που θέλουν την τιμή στο ράφι να φτάνει έως και τα 35 ευρώ. «Ποιοι είναι αυτοί που τα 9 ή τα 10 ευρώ θα τα κάνουν 29 και 35 ευρώ;» διερωτάται, επισημαίνοντας ότι «αυτού του είδους οι ‘‘προφητείες’’ δεν θέλουν και πολύ για να φτάσουν στην πράξη, αν αφήσουμε μία ανεξέλεγκτη διαδικασία», και εφιστώντας την προσοχή των κυβερνώντων σε τυχόν τέτοια φαινόμενα από τους επόμενους κρίκους της αλυσίδας του προϊόντος.

Πάντως, σε επίπεδο παραγωγών συνεχίζεται η συγκράτηση για διάθεση ποσοτήτων, με την προσδοκία ανόδου των τιμών. Από την πλευρά των αγοραστών, υπαρκτό είναι το ενδιαφέρον ιδιαίτερα από την εγχώρια τυποποίηση, όπου βέβαια υπάρχουν περιπτώσεις που ζητούν ποσότητες κάτω του βυτίου, προσφέροντας ακόμη υψηλότερη τιμή.

Παράλληλα, σύμφωνα με πληροφορίες που μετέφερε ο κ. Λάγγης, οι Ιταλοί αγοραστές δείχνουν μια συγκράτηση, πιέζοντας για χαμηλότερες τιμές, συμπεριλαμβανομένων των μεταφορικών. Ο ίδιος εκτίμησε ότι οι κινήσεις στην αγορά θα είναι φειδωλές έως τον Μάρτη, οπότε και θα υπάρχει μια εικόνα από την ανθοφορία της Ισπανίας και της Ιταλίας. Σε ό,τι αφορά τα παραγωγικά, ο συνεταιρισμός έχει ακόμη ένα 2%-3% για να κλείσει με τη διαδικασία των συγκομιδών, ποσοστό που ευρύτερα στον κάμπο των Μολάων μπορεί να ανέρχεται και σε 20%, όπως εκτίμησε. Η εικόνα των όγκων ουσιαστικά έχει κατασταλάξει, με την Οργάνωση να κλείνει στο 50% της αντίστοιχης προπέρσινης χρονιάς και κατά 70% χαμηλότερα από τις περσινές ποσότητες.

Σταθεροποίηση τιμών στα 9,20-9,30 αναφέρουν οι Γαργαλιάνοι

Περιορισμένες πράξεις ανέφερε και από τους Γαργαλιάνους Μεσσηνίας ο πρόεδρος του Συνεταιρισμού «Ελαιώνας», Νίκος Αθανασόπουλος, εικόνα που οφείλεται περισσότερο στο γεγονός ότι δεν πουλάνε οι παραγωγοί, όπως σχολίασε.

«Αυτό είναι ένα ζήτημα και ίσως κάνουν λάθος που δεν πωλούν σε αυτές τις τιμές», συμπλήρωσε, τονίζοντας τον κίνδυνο κάποιοι «να την πατήσουν», όπως έχει συμβεί στο παρελθόν, επιρρίπτοντας ευθύνες και σε όσους αναπαράγουν εκτιμήσεις ότι η τιμή θα εκτοξευτεί ακόμη και στα 13-14 ευρώ. «Αυτό που αναμένουμε όλοι είναι το τι θα γίνει την άνοιξη από άποψη ανθοφορίας στη λεκάνη της Μεσογείου», υπογράμμισε, προσθέτοντας ότι «αν είναι καλή η ανθοφορία, αυτό θα λειτουργήσει υπέρ των εμπόρων. Ωστόσο, αν είναι κακή, αυτό θα είναι υπέρ των παραγωγών». Η τιμή στην περιοχή δείχνει να έχει σταθεροποιηθεί στο επίπεδο των 9,20-9,30 ευρώ/κιλό για τον παραγωγό. Ο ίδιος έκανε λόγο για ενδιαφέρον και αγορές από πλευράς Ελλήνων τυποποιητών, με δεδομένη πάντα την περιορισμένη παραγωγή, αλλά και μία διστακτικότητα από πλευράς ξένων εμπόρων.

Η περιοχή των Γαργαλιάνων, έχοντας κλείσει με τη συγκομιδή, διαπιστώνει πτώση σε σύγκριση με πέρυσι της τάξεως του 50%-60%, με τη χρονιά να έχει κυλήσει ικανοποιητικά στα υπόλοιπα κομμάτια της.

Απειλή για τους μικρούς τυποποιητές η απώλεια αγορών

Προσώρας, ο συνεταιρισμός δεν έχει προβεί σε κάποια πράξη, σε ό,τι αφορά το χύμα ελαιόλαδο, δίνοντας βαρύτητα στο τυποποιημένο προϊόν που παράγει. «Αυτήν τη στιγμή, εξυπηρετούμε τους πελάτες μας στο εξωτερικό», ανέφερε ο κ. Αθανασόπουλος, επισημαίνοντας την πτώση που υπάρχει στο τυποποιημένο προϊόν, «εκεί που φαίνεται ότι κρίνεται όλο το παιχνίδι», όπως σχολίασε. «Αν η κατανάλωση φτάσει στα επίπεδα της παραγωγής, από εκεί και ύστερα η τιμή του ελαιολάδου στον παραγωγό θα είναι προβληματική, θα αρχίσει η πτώση», εκτίμησε ο κ. Αθανασόπουλος.

Πάντως, το ζήτημα της πτώσης στο τυποποιημένο προϊόν και το ενδεχόμενο απώλειας αγορών είναι αυτό που «απειλεί» πρωτίστως τους μικρούς τυποποιητές, όπως υπογράμμισε, αναφέροντας ενδεικτικά ότι η Οργάνωση παρατηρεί μια πτώση ως επί το πλείστον στη Γαλλία, της τάξεως του 70%, αγορά στην οποία προμηθεύει μεγάλη πολυεθνική αλυσίδα.

Ακόμη και σε χαμηλά επίπεδα όγκων καταγράφονται πράξεις σε τιμές που, ανάλογα με την περιοχή, το προϊόν, αλλά και τις ποσότητες που ζητούνται ή προσφέρονται, επιτυγχάνουν ακόμη και καλύτερα επίπεδα από τα τρέχοντα

Στη μείωση, η οποία ακόμη δεν έχει προσδιοριστεί αριθμητικά, αλλά και στην πιθανότητα για περαιτέρω απώλειες στην αγορά τυποποιημένου προϊόντος, αναφέρθηκε και ο Κωνσταντίνος Κεκερίδης, πρόεδρος του Συνεταιρισμού Ζάκρου στη Σητεία. «Τυποποιούμε 200 τόνους ελαιόλαδο και είμαστε σε πολύ δύσκολη θέση αυτήν τη στιγμή, γιατί έχουμε χάσει πελάτες και πιθανώς θα χάσουμε και στο μέλλον, λόγω του ότι η αξία της πρώτης ύλης είναι υψηλή», σχολίασε, μεταξύ άλλων, με τον συνεταιρισμό να μην έχει προχωρήσει, από την άλλη, στη διάθεση κάποιου βυτίου.

Υψηλότερο πήχη τιμών θέλει να βάλει η 

Μάλιστα, σύμφωνα με τον κ. Κεκερίδη, ο συνεταιρισμός που εφαρμόζει κοινή άλεση και διάθεση προϊόντος, πραγματοποίησε στις 18 Ιανουαρίου διαγωνισμό για τη διάθεση ενός βυτίου, χωρίς τελικά να συμφωνεί για πράξη, έχοντας δεχθεί προσφορά στο επίπεδο των 9,55 από Έλληνα έμπορο και τυποποιητή. «Θεωρήσαμε ότι για την ποιότητα που έχουμε, χωρίς να το λέω υπεροπτικά, δεν θα ήταν πληρωμένο (σ.σ. το προϊόν) σύμφωνα με τις τρέχουσες τιμές στα 9,55», σχολίασε, αν και επρόκειτο για μία πολύ καλή τιμή πανελλαδικά, προσθέτοντας ότι η απόφαση σχολιάστηκε θετικά και από τους παραγωγούς της περιοχής οι οποίοι εμφανίζονται συγκρατημένοι, περιμένοντας υψηλότερη τιμή.

Ποσότητα σαφώς μικρότερη του βυτίου, ωστόσο, έχει διατεθεί στην ελληνική τυποποίηση σε τιμή που υπερέβη και τα 10 ευρώ, με την τιμή που επικρατεί για τον παραγωγό στην περιοχή να τοποθετείται στα 9,30-9,50. «Μπορεί να γίνουν πράξεις σε μικρότερες ποσότητες και με διαφορετικές τιμές, πολύ υψηλότερες», ανέφερε, εξηγώντας, ωστόσο, ότι αυτό δεν συμπεριλαμβάνεται στις πράξεις, υπό την έννοια ότι δεν προκύπτουν από διαγωνισμό.

Πάντως, και ο συνεταιρισμός, που αναμένει να ολοκληρώσει τη συλλογή σε περίπου μία εβδομάδα, έκανε λόγο για μειωμένες ποσότητες, αφού, όπως φαίνεται, η παραγωγή του θα είναι στους περίπου 500 τόνους, χαμηλότερα από τους 750 πέρυσι, αλλά και από την προσδοκία για 1.200 φέτος, υπό κανονικές συνθήκες.

Στα 9 ευρώ η μέση τιμή στο Ηράκλειο, ελάχιστες οι πράξεις

Επαναλαμβάνοντας την εκτίμηση ότι η Κρήτη φέτος δεν θα ξεπεράσει τους 20.000 τόνους, ο Μιχάλης Καμπιτάκης, πρόεδρος της Οργάνωσης Παραγωγών στον ΑΣ Κάτω Ασιτών Ηρακλείου και α΄ αντιπρόεδρος του ΣΑΣΟΕΕ, μετέφερε τις ανησυχίες του για την ερχόμενη παραγωγή, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες που έχουν επικρατήσει μέχρι τώρα στο νησί, μετέφερε. Τα χαμηλά ποσοστά βροχοπτώσεων, αλλά και το πρόσφατο κρύο, που σε ορισμένες περιπτώσεις βρήκε ακόμη και κλαδιά που άνθιζαν πάνω στις ελιές, διατηρούν τον προβληματισμό.

Σύμφωνα με τον ίδιο, ελάχιστες παραμένουν οι πράξεις και στην περιοχή του Ηρακλείου, δεδομένης της συγκράτησης των παραγωγών, όσων βεβαίως μπορούν, αλλά και της σημαντικής μείωσης των ποσοτήτων. «Κάποια ελαιουργεία κάτι έκαναν, οι υπόλοιποι δεν άνοιξαν καθόλου ή άλεσαν το 10%-15% σε σύγκριση με το περσινό ελαιόλαδο», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Μια μέση τιμή για τον παραγωγό χωρίς ΦΠΑ δείχνει να σταθεροποιείται στα 9 ευρώ στην περιοχή, όπως εκτίμησε ο κ. Καμπιτάκης, χαρακτηρίζοντας μηδαμινές τις ποσότητες που παρήχθησαν στην Κρήτη, αφού μόνο λίγα συγκεκριμένα κομμάτια του νησιού έχουν κάπως καλύτερη εικόνα.

Η δραματική μείωση των ποσοτήτων έρχεται σε μια χρονιά που το προϊόν απολαμβάνει υψηλή τιμή, βρίσκοντας, μάλιστα, τους παραγωγούς σε μία κατάσταση όπου πέρυσι είχαν καταβάλει αυξημένες φροντίδες στους ελαιώνες τους. Το ελάχιστο προϊόν που έχουν να διαθέσουν φέτος προς πώληση αφήνει και αισθητό το στίγμα του στο εισόδημα, το οποίο δεν αναπληρώθηκε από τις μειωμένες επιδοτήσεις, ενώ και στο αμπέλι δεν έχει δοθεί κάποια αποζημίωση, όπως εξήγησε ο κ. Καμπιτάκης, προσθέτοντας ότι «αυτό που έχει μείνει στους παραγωγούς είναι μόνο χρέη από την καλλιέργεια του 2023 και τώρα πρέπει να λιπάνουν ξανά. Ορισμένοι που είχαν λεφτά το έχουν κάνει ήδη με μικρές ποσότητες, άλλοι δεν έβαλαν καθόλου», υπογράμμισε, αναφέροντας μια διαφορετική εικόνα από πέρυσι, ιδιαίτερα στα χωριά της Κρήτης, από την έλλειψη εισοδήματος από την αγροτική παραγωγή.

Στο πλαίσιο των μειώσεων, «το λάδι που θα φύγει με βυτία φέτος είναι ελάχιστο, το περισσότερο θα φύγει στην ντόπια τυποποίηση», εκτίμησε ο κ. Καμπιτάκης, προβλέποντας ακόμη και ελλείψεις.