Ελαιόλαδο και ελιές: Άνοιγμα της αγοράς για να αλλάξει και η ψυχολογία αναμένουν σε Κρήτη και Μεσσηνία

Στα ευρωπαϊκά όργανα η λύση για την ΠΟΠ Ελιά Καλαμάτας

Σταθεροποιημένες τιμές, με τη μέση τιμή να παραμένει στα 2,60 ευρώ/κιλό για την Κρήτη, χωρίς να γίνονται πολλές πράξεις εδώ και έναν μήνα περίπου -κάτι που προβληματίζει τους παραγωγούς- ανέφερε ο Μύρος Χιλετζάκης, αντιπρόεδρος της Ένωσης Ηρακλείου. Κατά τον ίδιο, στο σύνολο του νησιού υπάρχουν αποθέματα που υπολογίζονται στους 30.000-40.000 τόνους. «Δυστυχώς, δεν πήρε το λάδι την τιμή που έπρεπε και οι ελαιοκαλλιεργητές έχουν προβληματιστεί έντονα», υπογράμμισε, μεταφέροντας και την προσμονή τους για το πολυπόθητο άνοιγμα της εστίασης. «Αν ανοίξει η εστίαση, θεωρώ ότι θα απορροφηθούν», εκτίμησε ο κ. Χιλετζάκης ως προς τις αδιάθετες ποσότητες, υποστηρίζοντας όμως ότι αν δεν συμβεί αυτό, το πρόβλημα θα είναι σοβαρό και για την επόμενη χρονιά.

Πάνω από 3 ευρώ τα πολύ καλά λάδια

Η κατάσταση παραμένει παγωμένη και στη Μεσσηνία, σύμφωνα με τον Γιάννη Πάζιο, αναπληρωτή γεν. διευθυντή στην Ένωση Μεσσηνίας. Εν αναμονή των εξαγγελιών για άνοιγμα της αγοράς, οι πράξεις είναι ελάχιστες, στο πλαίσιο των τυπικών αναγκών που υπάρχουν. Στην περιοχή, ωστόσο, η τιμή έχει «τσιμπήσει ήδη», κατά τον ίδιο, κοντά στα 2,80-2,90 ευρώ και τα καλά λάδια, όσα παραμένουν ακόμη προς διάθεση, ξεπερνούν και τα 3 ευρώ.

Εξίσου ελάχιστες οι πράξεις και στην επιτραπέζια ελιά, με τιμή να βρίσκεται περίπου στα 80-85 λεπτά για τα 200 κομμάτια. «Προσώρας δεν έχει αλλάξει κάτι. Αυτό που λέμε είναι ότι αν δοθούν και ημερομηνίες ενός πιθανού ανοίγματος της αγοράς, αλλάζει η ψυχολογία, θα τρέξουν για προμήθειες όλοι οι καταστηματάρχες, θα υπάρξει κίνηση και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, οπότε αυτό θα τονώσει τη ζήτηση», εξήγησε ο κ. Πάζιος.

Είναι εθνικό το ζήτημα, γιατί δεν είναι δυνατόν να επιτρέπουμε να εισάγονται στην ΕΕ ποσότητες με την ονομασία Καλαμάτα, επειδή έτσι απλά εξυπηρετεί κάποιους εισαγωγείς

 

Προσφυγή και σε ευρωπαϊκά όργανα προαναγγέλλουν οι Μεσσήνιοι

Οι παραγωγικοί φορείς της περιοχής ανέμεναν τη 13η Απριλίου και την εκδίκαση της προσφυγής κατά της απόφασης Αποστόλου στο ΣτΕ, μία εκδίκαση που, σύμφωνα με πληροφορίες, θα αναβληθεί εκ νέου. Στο μεταξύ, μετά από σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε σε υψηλούς τόνους στο ΥΠΑΑΤ, με θεσμικούς φορείς της περιοχής, μεταφέρθηκε η βούληση και της νυν ηγεσίας του υπουργείου να στηρίξει την απόφαση του προκατόχου του.

«Από τη στιγμή που δεν βλέπουμε να υπάρχει πρόθεση και πολιτική πρωτοβουλία να δοθεί λύση εφικτή, νόμιμη και βιώσιμη και βλέπουμε απλά πειραματισμούς, αναγκαστικά πρέπει κι εμείς να διασφαλίσουμε τα συμφέροντά μας. Αυτά δεν είναι υπεύθυνες καταστάσεις για ένα σύγχρονο κράτος», υποστήριξε μεταξύ άλλων ο κ. Πάζιος, σύμφωνα με τον οποίο οι φορείς της Μεσσηνίας αναγκάζονται πλέον να προσφύγουν σε ευρωπαϊκά όργανα.

«Είναι εθνικό το ζήτημα, γιατί δεν είναι δυνατόν να επιτρέπουμε να εισάγονται στην ΕΕ ποσότητες με την ονομασία Καλαμάτα, επειδή έτσι απλά εξυπηρετεί κάποιους εισαγωγείς», πρόσθεσε.

Ανέβηκε λίγο η τιμή για τις Καλαμών στο Μεσολόγγι – Αποθαρρυντικά τα πρώτα μηνύματα της ανθοφορίας

Τιμές της τάξεως των 90 λεπτών για τα 200 κομμάτια, αλλά και συνέχιση των πράξεων που απορροφούν σιγά σιγά και τα αποθέματα, μετέφερε από το Μεσολόγγι ο Νίκος Φραγκούλης, καλλιεργητής στην περιοχή και μέλος της Διεπαγγελματικής. Κατά τον ίδιο, η τιμή έχει ανέβει κατά περίπου δέκα λεπτά εδώ και περισσότερο από μήνα. «Πριν ήταν στα 75-80 λεπτά και στην περίοδο της συγκομιδής ήταν και στα 70 λεπτά» εξήγησε, υπενθυμίζοντας βέβαια ότι πλέον οι ελιές διατίθενται επεξεργασμένες απευθείας από τις κάδες των παραγωγών. Η τιμή που θα δώσει ένα μικρό κέρδος στον παραγωγό δεν μπορεί να είναι κατώτερη του 1,5 ευρώ για τα 200 κομμάτια», υποστήριξε ο κ. Φραγκούλης και αναφέρθηκε στο καταστροφικό επίπεδο που έχουν και φέτος όπως είχαν και πέρυσι οι τιμές, εκφράζοντας φόβους ότι αν η τιμή δεν ανέβει στο επίπεδο αυτό η εγκατάλειψη θα κερδίζει έδαφος σε βάρος του ίδιου του προϊόντος.

Παράλληλα, τα πρώτα μηνύματα για τη νέα χρονιά δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, αφού σύμφωνα με τη μέχρι στιγμής εικόνα της ανθοφορίας σε Μεσολόγγι και Παραχελωίτιδα, οι ζεστοί χειμερινοί μήνες δεν επέτρεψαν τη νάρκη των δέντρων, ενώ επηρεάστηκαν και από την τελευταία ψυχρή εισβολή.

Λιγότερα φέτος τα αποθέματα ελαιολάδου προβλέπει η Κομισιόν

Μειωμένο το εμπορικό ισοζύγιο στις επιτραπέζιες ελιές το πρώτο πεντάμηνο

Στους 3,1 εκατ. τόνους προβλέπεται η παγκόσμια παραγωγή ελαιολάδου (2020-2021), μειωμένη κατά 3% από πέρυσι, αλλά πάνω από τον μέσο όρο για τέταρτη συνεχή χρονιά, με την ΕΕ να προβλέπει αύξηση κατά 10% για την ίδια και αντίστροφα μείωση κατά 22% στις ελαιοπαραγωγούς τρίτες χώρες, σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση αγοράς της Κομισιόν. Στους 1,45 εκατ. τόνους θέλουν οι ίδιες προβλέψεις την ισπανική παραγωγή, ενώ 270.000 τόνοι προβλέπονται για Ιταλία και Ελλάδα και 100.000 για Πορτογαλία.

Η μικρότερη διαθεσιμότητα προϊόντος φέτος (αποθέματα, παραγωγή και εισαγωγές) 2,88 εκατ. τόνοι περίπου, σε αντίθεση με την αυξημένη χρήση του (κατανάλωση και εξαγωγές) 2,37 εκατ. τόνοι, επιστρέφει την πρόβλεψη των τελικών αποθεμάτων (Σεπτέμβριος 2021) στη μέση ποσότητα των 498.000 τόνων.

Αυξημένες περισσότερο οι εισαγωγές και λιγότερο οι εξαγωγές των πρώτων μηνών

Αυξημένες κατά 31% από πέρυσι ήταν οι εισαγωγές από Τυνησία το διάστημα Οκτωβρίου-Ιανουαρίου, παρά τη μικρότερη παραγωγή της. Οι συνολικότερες ευρωπαϊκές εισαγωγές αυξήθηκαν κατά περίπου 29% από πέρυσι, σύμφωνα με την ίδια πηγή. Ταυτόχρονα, αυξημένες καταγράφηκαν και οι ευρωπαϊκές εξαγωγές την ίδια περίοδο κατά 11% από πέρυσι, με τους όγκους να ξεπερνούν τους 266.000 τόνους, ενώ, ελαφρά μείωση κατά 1,9% κατέγραψε το ενδοκοινοτικό εμπόριο για το πρώτο τρίμηνο.

Ανακάμπτει η ευρωπαϊκή παραγωγή επιτραπέζιας ελιάς

Πάνω από τον μέσο όρο για δεύτερη χρονιά προβλέπεται η παγκόσμια παραγωγή επιτραπέζιων ελιών. Η ευρωπαϊκή παραγωγή ανακάμπτει από πέρυσι κατά 17%, αφού 590.000 τόνοι προβλέπονται για την Ισπανία (+29% από πέρυσι) και 230.000 για την Ελλάδα (+4%), αλλά μόλις περίπου 184.000 για την Ιταλία (-17%).

Το διάστημα Σεπτεμβρίου-Ιανουαρίου το εμπορικό ισοζύγιο καταγράφηκε μειωμένο, αφού οι εξαγωγές έπεσαν στους 189.000 από 200.000 τόνους και οι εισαγωγές ανέβηκαν στους 65.000 από τους 58.000 τόνους πέρυσι.