Σύγκριση των καλλιεργητικών πρακτικών για την εύρεση του πιο υγιεινού ελαιολάδου

Ο τρόπος καλλιέργειας συμβάλλει στην ανάδειξη του καλύτερου προϊόντος

Ανάδειξη του ελληνικού ελαιολάδου στη διατροφή των καταναλωτών, προστιθέμενη αξία στα προϊόντα των συνεργαζόμενων παραγωγών και δημιουργία νέων προϊόντων είναι μερικοί από τους στόχους του ευρωπαϊκά χρηματοδοτούμενου προγράμματος «Olive-net», στο οποίο συντονιστής είναι το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Στο πρόγραμμα συμμετέχουν 15 φορείς από χώρες με πλούσια παραγωγή ελαιολάδου στην Ευρώπη, όπως η Ελλάδα, η Ισπανία, η Ιταλία, αλλά και από χώρες όπως η Γαλλία, η Αυστρία, η Δανία το Μαρόκο, η Αλγερία και η Ταϊλάνδη.

«Αυτό που θέλουμε να κάνουμε είναι να δημιουργήσουμε μία ολιστική μελέτη για την ελιά, αλλά και για τα προϊόντα και παραπροϊόντα αυτής. Μας ενδιαφέρει, δηλαδή, να μελετήσουμε τη βρώσιμη ελιά, το ελαιόλαδο, τα φύλλα της ελιάς ακόμα και τον κατσίγαρο. Μέσα από την ανάλυση έχουμε ως αρχικό στόχο να βρούμε τα φυσικά χαρακτηριστικά που δίνουν τις καλές ιδιότητες στα προϊόντα αυτά, ώστε να δημιουργηθούν φυσικά συμπληρώματα διατροφής από νέες μεθόδους εκχύλισης, που θα προστατεύουν από παθήσεις όπως η φλεγμονή και το καρδιαγγειακό», αναφέρει η Κατερίνα Αργυροπούλου, μεταδιδακτορική ερευνήτρια της Φαρμακευτικής Αθηνών και συμμετέχουσα στο πρόγραμμα. Η ίδια τονίζει πως το Τμήμα Φαρμακογνωσίας και Χημείας Φυσικών Προϊόντων, που συμμετέχει στο πρόγραμμα, έχει αναλάβει εδώ και χρόνια να προωθεί τα υγιεινά χαρακτηριστικά του ελαιολάδου, καθώς «ξεκινήσαμε από την προώθηση του ελαιολάδου για τη σωστή διατροφή, ασχολούμαστε πολύ με το ελαιόλαδο τα τελευταία χρόνια και έχουμε ξεκινήσει μια χαρτογράφησή του από όλη την Ελλάδα, μέσω των παραγωγών που μας το στέλνουν κάθε χρονιά, προκειμένου να το αναλύσουμε και να βρούμε τα ιδιαίτερα αυτά συστατικά του».

Σύγκριση προϊόντων

Εκτός, όμως, από τα παραπάνω, η Κ. Αργυροπούλου τονίζει πως ένας από τους σημαντικότερους στόχους του προγράμματος είναι η πραγματοποίηση μιας μεγάλης χαρτογράφησης ελαιολάδων, αλλά και των προϊόντων αυτού από όλες τις χώρες, προκειμένου να βρεθεί το καλύτερο αρχικό προϊόν. «Θα πραγματοποιηθεί σύγκριση του ελαιολάδου, αλλά και των προϊόντων αυτού, ώστε να βρεθεί πού παράγονται τα καλύτερα προϊόντα αυτού του είδους, τα οποία θα κριθούν από τις ουσίες και τα χαρακτηριστικά που περιλαμβάνουν. Αφού ολοκληρωθεί η διαδικασία αυτή, τα συμπληρώματα διατροφής θα δημιουργηθούν με βάση τα καλύτερα προϊόντα». Η συγκεκριμένη πρακτική, για τα προϊόντα που θα αναδειχθούν, θα δώσει προστιθέμενη αξία στα προϊόντα των παραγωγών, καθώς θα μπορούν να προωθηθούν με τη συγκεκριμένη ένδειξη. Η Κ. Αργυροπούλου τονίζει πως, αν και η Ελλάδα στην παραγωγή ελαιολάδου δεν μπορεί να συγκριθεί ως προς την ποσότητα με χώρες όπως η Ισπανία, «ως προς την ποιότητα, όμως, φαίνεται πως διαθέτουμε πολύ καλά προϊόντα, τα οποία μπορούν να συναγωνιστούν τις υπόλοιπες χώρες».

Συμμετοχή παραγωγών

«Το δείγμα των προϊόντων ελιάς και ελαιολάδου προέρχεται από όλη την Ελλάδα, καθώς συνεργαζόμαστε τόσο με συνεταιρισμούς όσο και με μεμονωμένους παραγωγούς», αναφέρει Κ. Αργυροπούλου. Παράλληλα, τονίζει ότι «αυτό που ενδιαφέρει τους ερευνητές, και το οποίο παίζει μεγάλο ρόλο στην ανάδειξη του κάθε προϊόντος, είναι ο τόπος, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο έχει καλλιεργηθεί το κάθε προϊόν. Το σημαντικό για εμάς είναι να ξέρουμε από πού προέρχεται το προϊόν, αλλά και κάτω από ποιες συνθήκες έχει παραχθεί. Στοχεύουμε, δηλαδή, και σε ένα είδος ιχνηλασιμότητας».

Πρόγραμμα

Το πρόγραμμα, αυτήν τη στιγμή, βρίσκεται στον πρώτο χρόνο υλοποίησής του, μας ενημερώνει η Κ. Αργυροπούλου, και τονίζει πως «έχουν συλλεχθεί αρκετά δείγματα, ενώ έχουν αρχίσει να γίνονται και οι πρώτες αναλύσεις».