Μελέτη του διεθνούς οργανισμού FOLU: Μόλις το 1% των αγροτικών επιδοτήσεων προορίζεται για το περιβάλλον

Δριμεία κριτική στις πολιτικές που ασκούνται για το περιβάλλον και την παραγωγή τροφίμων εξαπολύει ο FOLU (Food and Land Use Coalition), ένας διεθνής οργανισμός που συστάθηκε με στόχο την ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση των πολιτών. Στο στόχαστρό του βρέθηκαν οι επιδοτήσεις των αγροτών, καθώς, σύμφωνα με την τελευταία του μελέτη, μόλις το 1% των κονδυλίων, ύψους 700 δισ. δολαρίων, που χορηγούνται κάθε χρόνο στους παραγωγούς παγκοσμίως προορίζεται προς όφελος του περιβάλλοντος.

Η έκθεση, όμως, δεν σταματά εδώ. Όπως επισημαίνεται, το μεγαλύτερο μέρος των δαπανών αυτών ξοδεύεται ουσιαστικά για να καταστρέφονται τα δάση, να μολύνεται το περιβάλλον από την υπερβολική χρήση λιπασμάτων, την εντατική εκτροφή κυρίως βοοειδών κ.ά., συμβάλλοντας στην κλιματική αλλαγή.

Η έκθεση του FOLU σημειώνει ότι το 50% των εκπομπών μεθανίου από ανθρώπινη δραστηριότητα οφείλεται στην ενασχόληση με τη γεωργία.

Για παράδειγμα, όπως σημειώνεται, το 50% των εκπομπών μεθανίου από ανθρώπινη δραστηριότητα οφείλεται στην ενασχόληση με τη γεωργία. Αυτήν τη στιγμή, διαπιστώνουν οι ερευνητές, περίπου τα 3/4 των ετήσιων επιδοτήσεων καταβάλλονται απευθείας στους αγρότες και το 15% αφορά μέτρα για την προώθηση της αγροτικής ανάπτυξης και της έρευνας. Αν και παραδέχεται ότι έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος τα τελευταία 30 χρόνια χάρη στις μεταρρυθμίσεις κυρίως της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αγροτική πολιτική, εντούτοις δεν είναι ακόμη αρκετή.

Παράλληλα, οι ερευνητές απορρίπτουν την άποψη ότι οι αγροτικές επιδοτήσεις είναι απαραίτητες για την παραγωγή και κατ’ επέκταση παροχή φθηνών τροφίμων στους καταναλωτές, καθώς, όπως εξηγούν, η ζημία που προκαλείται από τις γεωργικές πρακτικές είναι μεγαλύτερη της αξίας των παραγόμενων προϊόντων. Για τον FOLU, μόνο η παραγωγή υγιεινών και βιώσιμων τροφίμων θα οδηγούσε σε μείωση των τιμών των τροφίμων, καθώς θα επέφερε σημαντική βελτίωση της ποιότητας του εδάφους. Γι’ αυτό και συνιστά μείωση της κατανάλωσης κρέατος, ιδίως στις πλουσιότερες χώρες.

Στην έκθεση γίνεται εκτενής αναφορά και για το κρυφό κόστος που έχουν για το περιβάλλον και την υγεία οι σημερνές μέθοδοι παραγωγής, κατανάλωσης και χρήσης γης, το οποίο εκτιμάται ότι αγγίζει τα 12 τρισ. δολάρια τον χρόνο. Εάν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα, εξηγούν οι ερευνητές, το κόστος θα ξεπεράσει τα 16 τρισ. έως το 2050, ενώ δεν θα επιτευχθούν οι στόχοι που έχουν τεθεί στη Συμφωνία των Παρισίων.

Προτάσεις

«Είναι παράλογο οι επιδοτήσεις να έχουν τόσο μικρή στόχευση σε θετικά περιβαλλοντικά αποτελέσματα», τονίζει ο διευθυντής του FOLU, Jeremy Oppenheim, και επισημαίνει ότι «πρέπει να μετατρέψουμε αυτές τις επιδοτήσεις σε θετικά μέτρα». Οι ερευνητές ζητούν έναν σοβαρό «μετασχηματισμό» και καλούν τους πολιτικούς σε όλο τον κόσμο να διορθώσουν ριζικά ή ακόμη και να εξαλείψουν τις «διεστραμμένες», όπως τις χαρακτηρίζουν, επιδοτήσεις.

Ως εναλλακτική λύση, προτείνεται οι επιδοτήσεις να επικεντρωθούν σε περιβαλλοντικές δράσεις. Για την επίτευξη αυτού του φιλόδοξου μετασχηματισμού, στην έκθεση προτείνονται δέκα αλλαγές, οι οποίες επικεντρώνονται στην υγιεινή διατροφή, στη διαφοροποίηση της προσφοράς πρωτεϊνών, στη μείωση της σπατάλης τροφίμων, στην αξιοποίηση των ψηφιακών μέσων, στη χορήγηση ισχυρών μέσων διαβίωσης στους αγρότες κ.ά. «Όμως, πρέπει να γίνει άμεση προτεραιότητα της παγκόσμιας κοινότητας», εξηγούν, «διότι αυτές οι δράσεις θα μπορούσαν να παρέχουν επισιτιστική ασφάλεια και υγιεινή διατροφή στον παγκόσμιο πληθυσμό έως το 2050, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων της εποχής, την κλιματική αλλαγή, την υγεία και τη φτώχεια».