Η μεσογειακή διατροφή και το ελαιόλαδο συνεχίζουν να κάνουν τη διαφορά

Σημαντικός παράγοντας καλής υγείας το μέτρο στην κατανάλωση τροφής, ακόμα και αν πρόκειται για υγιεινά τρόφιμα

Με τόσες δίαιτες-διατροφές με «μαγικά» αποτελέσματα να κυκλοφορούν, πολλοί αναρωτιούνται αν η μεσογειακή διατροφή έχει χάσει την πρωτοκαθεδρία της ως υγιεινή και προτεινόμενη διατροφή. Κάθε άλλο, όπως δείχνουν τα στοιχεία. Μάλιστα, το ελαιόλαδο, ως το νούμερο ένα συστατικό της μεσογειακής διατροφής, αποκτά όλο και μεγαλύτερη φήμη. Ειδικά κάποια είδη έξτρα παρθένου ελαιολάδου, που περιέχουν σε μεγαλύτερη συγκέντρωση βιοδραστικές ενώσεις, θεωρούνται πλέον κυριολεκτικά φάρμακο.

Τα οφέλη της μεσογειακής διατροφής

Το επίπεδο της ιατρικής περίθαλψης στις περιοχές της Μεσογείου είναι συγκριτικά χαμηλότερο από εκείνο των χωρών της Βόρειας Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής, ενώ και το κάπνισμα συνεχίζει να είναι αρκετά διαδεδομένο.

Μοιάζει παράδοξο, λοιπόν, ότι ο μέσος όρος ζωής στις χώρες της Μεσογείου είναι υψηλότερος. Αυτό που κάνει τη διαφορά, σύμφωνα με τους επιστήμονες, είναι το γεγονός πως, παρά τις αλλαγές που προκύπτουν στο πέρασμα του χρόνου, οι χώρες της Μεσογείου διατηρούν αναλλοίωτες τις αρχές της μεσογειακής διατροφής. Όπως είναι γνωστό, η παραδοσιακή μεσογειακή διατροφή στηρίζεται σε βασικές διατροφικές συνήθειες που επηρεάζουν θετικά την υγεία:

✱ Έχει περισσότερα μονοακόρεστα λιπαρά οξέα από ό,τι κορεσμένα, με κύρια λιπαρή ουσία που χρησιμοποιείται να είναι το ελαιόλαδο.

✱ Προβλέπει υψηλή κατανάλωση οσπρίων, χορταρικών, δημητριακών και φρούτων.

✱ Προβλέπει χαμηλή κατανάλωση κρέατος και προϊόντων κρέατος.

✱ Προβλέπει μέτρια κατανάλωση γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων και αλκοόλ.

Ίσως κάποιος θα μπορούσε να θεωρήσει ότι ο λόγος που οι μεσογειακοί λαοί έχουν μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής οφείλεται και σε άλλους παράγοντες, όπως το κλίμα ή οι στενότερες οικογενειακές σχέσεις. Όμως, μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε στη Δανία καταρρίπτει αυτές τις πιθανότητες, σύμφωνα με την καθηγήτρια Αντωνία Τριχοπούλου.

Συγκεκριμένα, 202 ηλικιωμένοι Δανοί παρακολουθούνταν επί έξι χρόνια. Σε εκείνους των οποίων η διατροφή περιελάμβανε πολλά από τα βασικά στοιχεία της μεσογειακής διατροφής, ο δείκτης θνησιμότητας ήταν σημαντικά μειωμένος, περίπου κατά 21%. Παρόμοια ήταν και τα αποτελέσματα σε αντίστοιχες έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στην Αυστραλία, στην Ισπανία, αλλά και στην Κίνα.

Οι παραδοσιακές δίαιτες των μεσογειακών χωρών είναι βασισμένες στα φρούτα, τα λαχανικά, τα θαλασσινά, τα όσπρια και τα δημητριακά, αλλά και το ελαιόλαδο. Παρόλο που η κατανάλωση λιπιδίων δεν είναι χαμηλή στη μεσογειακή δίαιτα, φαίνεται ότι η ποιότητα των προσλαμβανόμενων λιπιδίων παίζει μεγάλο ρόλο στην εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων.

Όπως δείχνουν πλέον οι έρευνες, τα αντιοξειδωτικά στοιχεία που περιέχει το ελαιόλαδο παίζουν επίσης μεγάλο ρόλο και έχουν θετική επίδραση στην υγεία, συνεισφέροντας στην πρόληψη καρδιαγγειακών νοσημάτων, αλλά πολλών μορφών καρκίνου.

Το ελαιόλαδο, κυρίως όταν καταναλώνεται ωμό, περιέχει μονοακόρεστα λιπαρά οξέα που είναι ευεργετικά για την καρδιά και δεν επηρεάζουν την HDL (καλή χοληστερίνη) –ίσως μάλιστα να την αυξάνουν ελαφρώς–, ενώ μειώνουν την LDL (κακή χοληστερίνη). Υπάρχουν, επίσης, μελέτες που λένε ότι έχει και άλλες ευεργετικές επιδράσεις στο τοίχωμα των αγγείων και στα φαινόμενα αρτηριοσκλήρωσης.

Όμως, σε κάθε περίπτωση, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το ελαιόλαδο περιέχει πολλές θερμίδες και άρα, η κατανάλωση μεγάλης ποσότητας μπορεί ενδεχομένως να οδηγήσει σε παχυσαρκία, με όλα τα επακόλουθά της. Ένα γραμμάριο λαδιού περιέχει 9 θερμίδες, άρα μια κουταλιά της σούπας ελαιόλαδο περιέχει 135 θερμίδες. Επομένως, οτιδήποτε είναι υγιεινό, δεν σημαίνει πάντα ότι δεν παχαίνει.

Το ελαιόλαδο είναι φάρμακο, κυριολεκτικά

Επιστημονική ομάδα με επικεφαλής τον Προκόπη Μαγιάτη, επίκουρο καθηγητή Φαρμακογνωσίας και Χημείας Φυσικών Προϊόντων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ανέπτυξε μια νέα μέθοδο για τη μέτρηση των επιπέδων των βιοδραστικών ενώσεων ελαιοκανθάλης και ελαιασίνης μέσα στο ελαιόλαδο. Η ελαιοκανθάλη και η ελαιασίνη υπάρχουν σε διαφορετικές συγκεντρώσεις και αναλογία μέσα σε όλα τα ελαιόλαδα.

Όμως, η περιεκτικότητα ενός έξτρα παρθένου ελαιολάδου σε αυτά τα συστατικά εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως η ποικιλία της ελιάς, το έδαφος και ο τρόπος καλλιέργειας, αλλά και ο τρόπος εξαγωγής και αποθήκευσής του. Ένα λάδι πλούσιο σε ελαιοκανθάλη και ελαιασίνη έχει σημαντικές αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες, αντιοξειδωτική δράση και αντικαρκινικές ιδιότητες.

Έχει όμως και έντονα πικάντικη και πικρή γεύση, γεγονός που πολλές φορές το καθιστά δύσκολο έδεσμα για τον μέσο καταναλωτή. Οι ειδικοί συνιστούν να χρησιμοποιείται σε συγκεκριμένες δόσεις καθημερινά ως φάρμακο. Να σημειωθεί ότι αυτού του τύπου τα ελαιόλαδα δεν πωλούνται μαζικά και είναι πολύ ακριβά.

Αποφεύγοντας, λοιπόν, το βούτυρο, μειώνουμε δραστικά τα ζωικά λίπη που καταναλώνουμε; Θεωρητικά ναι, ωστόσο, ειδικά στην Ελλάδα, που η χρήση του βουτύρου δεν είναι τόσο διαδεδομένη όσο στις βόρειες χώρες, μεγάλο ρόλο παίζουν τα λεγόμενα κρυφά ή αόρατα λίπη που έχουν μπει από την πίσω πόρτα στη διατροφή μας και τα οποία βέβαια δεν έχουν καμία σχέση με τη μεσογειακή διατροφή.

Για παράδειγμα, το 20% του βάρους ενός κρουασάν μπορεί να είναι λίπος, ένα μπισκότο έχει 10% λίπος, ενώ τα αλλαντικά μπορεί να περιέχουν έως και 40% ή και 50% λίπος. Επίσης, δεν μπορούμε να αφαιρέσουμε το λίπος από τον ιστό του κρέατος. Επιπλέον, είναι εντυπωσιακό το πόσο αλλάζει η ποσότητα ενός τροφίμου σε λίπος με την επεξεργασία και το μαγείρεμα. Ενδεικτικά, η πατάτα έχει κάτω από 1% λίπος όταν είναι ωμή, όμως τηγανητή έχει 15%, ενώ τα τσιπς περιέχουν λίπος σε ποσοστό 35%.