Μεσσηνία: Συνεργασία με το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών για τις κλιματολογικές αλλαγές

Στον νομό «ψάχνονται» για την προστασία των ελαιοπαραγωγών

Σε μια ιδιαίτερα σημαντική κίνηση αποφάσισε να προχωρήσει η Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνοτροφίας Μεσσηνίας, αποδεικνύοντας έμπρακτα το ενδιαφέρον της για τους παραγωγούς και διαψεύδοντας έτσι όσους μιλάνε για αδιάφορες δημόσιες υπηρεσίες.

Η ανάπτυξη των πληθυσμών του δάκου, και ακόμα περισσότερο του γλοιοσπόριου, θορύβησαν τους υπεύθυνους της αρμόδιας Διεύθυνσης. Οι πρώτες ενδείξεις που υπήρχαν δημιούργησαν την αίσθηση ότι τα προβλήματα της χρονιάς που πέρασε είχαν άμεση σχέση με την αύξηση της υγρασίας και την κλιματική αλλαγή στη Μεσσηνία, κάτι που ευνόησε την ανάπτυξη όλων των πληθυσμών που έβλαψαν την ελιά.

Με βάση αυτά τα δεδομένα, η ΔΑΟΚ ζήτησε από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών να προχωρήσει σε μία μελέτη, η οποία θα ερευνά τη σχέση των κλιματολογικών συνθηκών που επικρατούν πλέον με την ανάπτυξη των πληθυσμών του δάκου και του γλοιοσπόριου, καθώς η κατάσταση έχει εξελιχθεί σε σοβαρή απειλή για τους ελαιοπαραγωγούς.

Όπως δήλωσε στην «ΥΧ» ο διευθυντής Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής, Γιάννης Κυριακόπουλος, «τα σοβαρά προβλήματα που δημιουργήθηκαν όλη την χρονιά μας προβλημάτισαν και έτσι, σε επαφή με το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο και τον καθηγητή κ. Τσιτσιγιάννη, ζητήσαμε μέσα από την επιδημιολογική μελέτη να αναδειχθούν οι βέλτιστες πρακτικές αντιμετώπισης των προβλημάτων από τους παραγωγούς. Η αλλαγή ορισμένων κλιματολογικών συνθηκών, όπως η ατμοσφαιρική υγρασία, που ήδη από το καλοκαίρι ήταν πολύ υψηλότερη από τις προηγούμενες χρονιές, αποτελεί έναν από τους λόγους που δημιουργήθηκαν τα προβλήματα. Ένας δεύτερος λόγος που αναπτύχθηκε επικίνδυνα ο μύκητας γλοιοσπόριος, σύμφωνα με ερευνητές και τις ανακοινώσεις τους σε ένα σχετικό συνέδριο στο Ηράκλειο, οφείλεται στο ότι η επιδημιολογία του συγκεκριμένου μύκητα διαφοροποιείται». Εκείνο που προκαλεί εντύπωση είναι ότι η υγρασία, το καλοκαίρι του 2016, σύμφωνα με στοιχεία που διαθέτει η ΔΑΟΚ Μεσσηνίας, ήταν στο 80% στα περισσότερα τοπικά διαμερίσματα και αυτό το φαινόμενο δεν είχε εμφανιστεί παλαιότερα.

Στόχος της μελέτης είναι να μην επαναληφθούν τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν την περασμένη χρονιά και είχαν σαν αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής και την υποβάθμιση της ποιότητας. Ο κ. Κυριακόπουλος, απαντώντας στο ερώτημα εάν είναι δεδομένο ότι έχουν αλλάξει οι κλιματολογικές συνθήκες, εμφανίζεται συγκρατημένος και εξηγεί ότι «είναι νωρίς ακόμα να το πούμε, αφού χρειάζεται μελέτη πολύ περισσότερων ετών, αλλά φαίνεται ότι οι αλλαγές βασικών κλιματολογικών παραμέτρων θα οδηγήσουν σε κινήσεις που αφορούν διάφορα επίπεδα της παραγωγής, όπως η φυτοπροστασία».

Γεγονός είναι ότι, από εδώ και πέρα, όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς και οι παραγωγοί θα αναζητήσουν ακόμα περισσότερα στοιχεία για τον τρόπο με τον οποίο θα προστατεύουν τους ελαιοπαραγωγούς, που αποτελούν σημαντικό κεφάλαιο της τοπικής οικονομίας.