Παρακολούθηση και αντιμετώπιση των εντόμων – εχθρών της ελιάς κατά τη χειμερινή περίοδο

του Διονύση Περδίκη, αναπληρωτή καθηγητή, Εργαστήριο Γεωργικής Ζωολογίας & Εντομολογίας ΓΠΑ

Η οικονομική απόδοση της ελιάς στη χώρα μας τα τελευταία έτη αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα, λόγω του διεθνούς ανταγωνισμού, που συνεχώς εντείνεται, των επιδράσεων της κλιματικής αλλαγής, αλλά και της δυσκολίας στην αντιμετώπιση εντόμων-εχθρών και ασθενειών της ελιάς.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο παραγωγός, για να παραμείνει ανταγωνιστικός, θα πρέπει πρωταρχικά να μειώσει το κόστος καλλιέργειας και συγχρόνως να αυξήσει την παραγωγή του, αποφεύγοντας απώλειες από έντομα και επίσης να σταθεροποιήσει την ποιότητα της παραγωγής του στα επίπεδα που ήταν γνωστά και είχαν συνδεθεί με το ελληνικό ελαιόλαδο και την επιτραπέζια ελιά. Όλη αυτή η προσπάθεια αποκτά και ιδιαίτερο περιβαλλοντικό ενδιαφέρον για τη διαφύλαξη και αξιοποίηση της βιοποικιλότητας, καθώς η καλλιέργεια της ελιάς είναι πάρα πολύ εκτεταμένη στη χώρα μας.

Ο δάκος, κύριος εχθρός της ελιάς

Όχι στους άσκοπους ψεκασμούς

Η ελιά έχει έναν κύριο εχθρό, τον δάκο, αλλά και αρκετούς άλλους εχθρούς που χαρακτηρίζονται ως δευτερεύοντες. Ωστόσο, αυτοί οι δευτερεύοντες εχθροί μπορεί περιστασιακά και κατά περιοχές να προκαλέσουν οικονομική ζημιά χωρίς να λαμβάνονται μέτρα αντιμετώπισής τους ή, από την άλλη πλευρά, μπορεί να αντιμετωπίζονται «προληπτικά» με ψεκασμούς, χωρίς να υπάρχει λόγος. Στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης διαχείρισης, θα πρέπει να επιτύχουμε μείωση του κόστους παραγωγής με την αποφυγή άσκοπων ψεκασμών, να προστατεύσουμε την ωφέλιμη πανίδα, αλλά και να γνωρίζουμε εάν χρειάζεται να επέμβουμε και πότε, ώστε να αποφύγουμε οικονομική ζημιά στην παραγωγή.

Σωστό κλάδεμα και ισορροπημένη λίπανση

Κατά τη διάρκεια του χειμώνα, και μέχρι την αρχή της άνοιξης, οι καλλιεργητές της ελιάς θα πρέπει να λάβουν διάφορα μέτρα για την αντιμετώπιση των εντόμων, αλλά και για την αποφυγή προβλημάτων από έντομα στην ερχόμενη καλλιεργητική περίοδο. Γενικά, το σωστό κλάδεμα για τη δημιουργία συνθηκών καλού αερισμού και φωτισμού της κόμης των δένδρων και η ενίσχυση της θρεπτικής κατάστασής τους, με ισορροπημένη όμως λίπανση, είναι βασικά καλλιεργητικά μέτρα για την αποφυγή ζημιών από έντομα αργότερα.

Επίσης, δεν πρέπει να παραμείνει ασυγκόμιστος καρπός επάνω στα δένδρα, καθώς θα αποτελέσει υπόστρωμα για τη διατήρηση και αύξηση των πληθυσμών του δάκου την επόμενη περίοδο. Τον χειμώνα συνιστάται αφαίρεση (με κλάδεμα) των μισόξερων ή ξερών κλάδων και κλαδίσκων και η έγκαιρη απομάκρυνσή τους, όπως και αυτών των άλλων κλαδεμάτων, μέχρι τα μέσα Μαρτίου, για την αποφυγή του κινδύνου των σκολυτών.

Οι σκολύτες είναι έντομα που συνήθως δεν μας δημιουργούν προβλήματα, όμως λάθος πρακτικές οδηγούν σε έξαρση των πληθυσμών τους με αποτέλεσμα οικονομικής σημασίας προσβολές σε νεαρούς κλαδίσκους αργότερα την άνοιξη.

Ένα άλλο έντομο που συναντάμε αυτή την περίοδο είναι πυρηνοτρήτης, που θεωρείται ο δεύτερος σε σημασία εχθρός της ελιάς στη χώρα μας. Τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο, οι προνύμφες της φυλλόβιας γενεάς κινούνται πλέον ελεύθερα στους κλαδίσκους και τρέφονται με τους οφθαλμούς και τις πολύ μικρές ταξιανθίες, προκαλώντας ζημία που μπορεί να είναι σημαντική. Επομένως, σε ελαιώνες με ιστορικό προσβολών από αυτό το έντομο, θα πρέπει να γίνεται έλεγχος των κλαδίσκων κατά τον Φεβρουάριο και αρχές Μαρτίου (π.χ. ανά εβδομάδα) και, εάν χρειάζεται, να πραγματοποιηθεί ψεκασμός.

Ζημιά που προκαλεί στην ελιά ο πυρηνοτρήτης

Ορθή διαχείριση των ζιζανίων

Ένα άλλο έντομο που μπορεί να συναντήσουμε στα ελαιόδεντρα κατά τη χειμερινή περίοδο είναι η καλόκορη της ελιάς. Το ενήλικο έχει σχήμα ατρακτοειδές και μήκος 7-8 χιλιοστά. Οι νύμφες του (ατελές στάδιο, χωρίς πτέρυγες) έχουν πράσινο χρώμα. Τα νεαρά άτομα εμφανίζονται Ιανουάριο και Φεβρουάριο και τρέφονται με την τρυφερή βλάστηση των ζιζανίων του ελαιώνα και κυρίως στο σινάπι, διανόχορτο, παριετάρια (περδικούλι) και στην τσουκνίδα.

Αργότερα, μετακινείται επάνω στα δένδρα της ελιάς, όπου προκαλεί την πτώση των οφθαλμών ή και τμημάτων ταξιανθιών και την πτώση των κλειστών ανθέων (μουρόπτωση). Για την αντιμετώπισή του, το κυριότερο προληπτικό μέτρο είναι η διατήρηση των ζιζανίων-ξενιστών του μέχρι την έναρξη της άνθησης της ελιάς, ώστε να μην αναγκαστούν τα έντομα να μετακινηθούν από τα ζιζάνια στα ελαιόδενδρα κατά τα ευαίσθητα στάδια της ελιάς. Το έντομο αυτό μόνο περιστασιακά και τοπικά μπορεί να προκαλέσει ζημιά στην παραγωγή της ελιάς, κυρίως σε έτη με μικρή ανθοφορία και με σημαντικούς πληθυσμούς του. Σε κάθε περίπτωση, πριν από την εφαρμογή ψεκασμού θα πρέπει να ελέγχεται ο πληθυσμός του εντόμου επί της ελιάς κατά τη διάρκεια των ευαίσθητων βλαστικών σταδίων της (έκπτυξη οφθαλμών, μέχρι την έναρξη της άνθησης).

Η δειγματοληψία γίνεται με τίναγμα κλάδων μήκους 50-60 εκατοστών πάνω σε πλαστικό δίσκο ή ύφασμα και καταμέτρηση των ατόμων που πέφτουν. Εάν βρεθούν περισσότερα από 5 άτομα (νύμφες ή/και ενήλικα) ανά κλαδί ελιάς, τότε δικαιολογείται ψεκασμός. Τέλος, τα φυτοφάγα ακάρεα, στο τέλος του χειμώνα με αρχές της άνοιξης, δραστηριοποιούνται και προκαλούν κιτρινοπράσινες κηλίδες στην κάτω επιφάνεια των φύλλων και γκρίζες κηλίδες στην άνω επιφάνειά τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να προξενήσουν σημαντική ζημιά στη νέα βλάστηση, κυρίως σε νεαρά δενδρύλλια. Η αντιμετώπισή τους, εάν χρειαστεί, γίνεται με έναν ή δύο ψεκασμούς, κατά την έναρξη της νέας βλάστησης και μέχρι πριν την άνθηση.

Σε όλες τις περιπτώσεις, ψεκάζουμε με εγκεκριμένα εντομοκτόνα, ακολουθώντας πάντα τις οδηγίες χρήσης. Οι παραγωγοί θα πρέπει να συμβουλεύονται τα δελτία γεωργικών προειδοποιήσεων, αλλά και τους γεωπόνους-συμβούλους τους, ωστόσο οι ομάδες παραγωγών θα μπορούσαν να οργανώσουν την παρακολούθηση των εντόμων στη δική τους περιοχή με χρήση παγίδων και δειγματοληψιών, για έγκαιρη και αποτελεσματική προστασία της παραγωγής τους.