«Πρωταθλητές» τα νοικοκυριά στη σπατάλη τροφίμων

Οι τεράστιες ποσότητες τροφίμων που καταλήγουν στα σκουπίδια δείχνουν την ανάγκη για καλύτερη οργάνωση της διακίνησης και του εμπορίου, αλλά και του οικογενειακού προγραμματισμού, αφού το 61% των τροφίμων που πετάχτηκε προήλθε από τα νοικοκυριά.

Το 26% κατέληξε στον κάλαθο των αχρήστων κατά τη διαδικασία παραγωγής και διακίνησης, ενώ μόλις το 13% (μικρό ποσό αναλογικά) πετάχτηκε από τα καταστήματα εστίασης.

Σύμφωνα με την έκθεση του Τμήματος Περιβάλλοντος των Ηνωμένων Εθνών για τη σπατάλη τροφίμων, που δημοσιεύθηκε το 2021, συνολικά 931 εκατομμύρια τόνοι φαγητού, το 17% της συνολικής ποσότητας τροφίμων που παράγονται, καταλήγει στα σκουπίδια.

Ένας άνθρωπος πετάει κάθε χρόνο 121 κιλά τρόφιμα, από τα οποία τα 74 κιλά αφορούν την οικιακή κατανάλωση. Την ίδια στιγμή, περίπου 821 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο υποφέρουν από την πείνα.

Σπατάλη και ρύποι

Η σπατάλη τροφίμων δεν έχει, όμως, μόνο ηθική διάσταση, αλλά κυρίως αποτελεί μια ασυλλόγιστη και παράλογη σπατάλη πόρων. Περίπου το 8%-10% των αερίων του θερμοκηπίου, που εκλύονται κατά την παραγωγή τροφίμων, αφορά τρόφιμα που τελικά δεν θα φτάσουν ποτέ στο πιάτο μας για κατανάλωση.

Υπολογίζεται ότι το αν το «να πετάμε φαγητό» ήταν χώρα, θα ήταν η τρίτη πλέον ρυπογόνος χώρα όσον αφορά τα αέρια του θερμοκηπίου. Σε δεύτερο επίπεδο, φυσικά, χρειάζεται να προσμετρηθεί και το περιβαλλοντικό κόστος διαχείρισης όλων αυτών των επιπλέον απορριμμάτων που απλώς δεν χρειαζόταν να υπάρχουν.

Επίσης, μετρώντας το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της σπατάλης τροφίμων, πρέπει να λάβουμε πολλές παραμέτρους υπόψη. Για παράδειγμα, το ποσοστό του κρέατος που καταλήγει στα σκουπίδια είναι αναλογικά λιγότερο –μόνο το 5% του κρέατος που παράγεται–, ωστόσο, η παραγωγή κρέατος κοστίζει πολύ περισσότερο περιβαλλοντικά.

Σημαντικό στοιχείο, επίσης, στη σπατάλη τροφίμων είναι το γεγονός ότι τρόφιμα δεν πετούν μόνο οι πλούσιες χώρες ή τα πλούσια νοικοκυριά. Σύμφωνα με τα ευρήματα της έκθεσης, σχεδόν κάθε χώρα του πλανήτη πετάει μεγάλες ποσότητες τροφίμων. Μάλιστα, σε κάθε χώρα δεν εντοπίζονται μεγάλες διαφορές ανάμεσα στις ποσότητες τροφίμων που πετούν τα πλούσια νοικοκυριά σε σχέση με τα φτωχότερα.

Στη μέση η Ελλάδα

Από τις χώρες της ΕΕ στις Αυστρία, Δανία, Γερμανία, Μάλτα, Ολλανδία, Νορβηγία και Σουηδία τα νοικοκυριά πετούν τα περισσότερα σκουπίδια, ενώ η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα μέσο επίπεδο σε σχέση με τα άλλα κράτη-μέλη. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, σε κάθε Έλληνα αντιστοιχούν 142 κιλά φαγητού κάθε χρόνο που καταλήγουν στα σκουπίδια.

«Μπορούμε»

Προσπάθειες για τον περιορισμό της σπατάλης και τον καλύτερο διαμοιρασμό των τροφίμων έχουν γίνει πολλές, μία εκ των οποίων είναι το «Μπορούμε» στην Ελλάδα. Πρόκειται για μία Μη Κερδοσκοπική Οργάνωση, που ξεκίνησε να λειτουργεί το 2012, και έχει σκοπό ακριβώς αυτό, τη μείωση της σπατάλης τροφίμων.

Το «Μπορούμε» έχει εγκαταστήσει και υποστηρίζει έναν μηχανισμό διάσωσης και προσφοράς τροφίμων με τη σύνδεση ανθρώπων και εταιρειών που διαθέτουν περισσότερο φαγητό από όσο χρειάζονται τη συγκεκριμένη στιγμή με άλλους που δεν έχουν επάρκεια. Έτσι, καθημερινά «σώζονται» πάνω από 30.000 μερίδες τροφίμων.

Η διαδικασία είναι απλή, ειδικά αν σκεφτεί κάποιος τη φροντίδα που μπορεί να προσφέρει προς εκείνους ακριβώς που την έχουν ανάγκη. Εφόσον κάποιος γνωρίζει ότι θα περισσέψει φαγητό από μια εκδήλωση, για παράδειγμα έναν γάμο, ένα γλέντι ή και απλώς μια μάζωξη, επικοινωνεί με το «Μπορούμε», ώστε να μάθει ποιος στην περιοχή του –ίδρυμα, ομάδα ανθρώπων, κοινωνική δομή ή και μεμονωμένοι πολίτες– χρειάζεται το φαγητό αυτό.

Η μεταφορά του φαγητού μπορεί να γίνει από εκείνον που το προσφέρει ή και από εθελοντές του «Μπορούμε», εφόσον υπάρξει προσυνεννόηση ή και από εκείνους που χρειάζονται το περισσευούμενο φαγητό. Υπάρχουν συγκεκριμένα σημεία που έχουν μόνιμα συνδεθεί μέσω του «Μπορούμε», όπως λαϊκές αγορές, καταστήματα εστίασης ή πώλησης τροφίμων (μανάβικα, κρεοπωλεία, ζαχαροπλαστεία, φούρνοι, ιχθυοπωλεία, σχολεία), από τα οποία σταθερά μεταφέρεται φαγητό προς άλλα σημεία.

Επίσης, αγρότες και φορείς προσφέρουν αφιλοκερδώς προϊόντα που δεν μπορούν για διάφορους λόγους να διατεθούν στην αγορά μέσω των διαδικασιών που διοργανώνει το «Μπορούμε». «Λαμβάνοντας υπόψη ότι το 30% της αγροτικής παραγωγής παγκοσμίως μένει ανεκμετάλλευτο στο χωράφι, έχουμε δημιουργήσει το “Μπορούμε στο χωράφι”, με σκοπό να γεφυρώσουμε την περισσευούμενη αγροτική παραγωγή με συνανθρώπους που την έχουν ανάγκη», τονίζει εκπρόσωπος της οργάνωσης.

Ενδεικτικά, το 2022 σώθηκαν και προσφέρθηκαν 191.930 κιλά φρέσκα φρούτα και λαχανικά από 32 λαϊκές αγορές της Αττικής και της Θεσσαλονίκης, μία προσπάθεια που καρποφόρησε με τη βοήθεια 595 εθελοντών.

Ο θετικός περιβαλλοντικός αντίκτυπος εκτιμάται σε 17 εκατομμύρια κιλά CO2 που δεν εκλύθηκαν στην ατμόσφαιρα. Είναι το ισοδύναμο με τις εκπομπές 309.600 ταξιδιών Αθήνα – Θεσσαλονίκη με συμβατικό αυτοκίνητο ή όσο CO2 μπορούν να αποθηκεύσουν 101.970 δέντρα.

Το 2022 συνέπραξαν με το «Μπορούμε» καταστήματα της ΑΒ Βασιλόπουλος, Μetro My Market και ΑΝΕΔΗΚ Κρητικός. Επίσης, υποστηρίχθηκε η Eurocatering Φρεσκούλης για έβδομη συνεχή χρονιά για την κάλυψη των αναγκών σε λαχανικά και φρούτα 30 κοινωφελών οργανισμών σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Πάτρα και Λιβαδειά.

Το «Μπορούμε» συνεργάστηκε με τη Nestle και τη Unilever, καθώς και με τις εταιρείες ΔΕΛΤΑ, Ευβοϊκή Ζύμη, Barilla, Edenred, Electra Hotels, I love dyslexia, Kafea Terra, LeasePlan, Sanitas, Thenamaris, Vivartia στο πλαίσιο της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης.

Τέλος, δικτυώθηκαν δωρεές τροφίμων από 720 μεμονωμένα σημεία σε όλη την Ελλάδα με 291 κοινωφελείς οργανισμούς, οι οποίοι είχαν ανάγκη τα τρόφιμα που προσφέρονται και μπορούσαν να τα αξιοποιήσουν.