#17 Εκτροφή χήνας: Χαμηλό κόστος, υψηλή απόδοση
Η εκτροφή χήνας στην Ελλάδα μπορεί να γίνεται ερασιτεχνικά, αλλά σε πολλές χώρες αποτελεί βασικό «κομμάτι» της πτηνοτροφίας τους. Στη Βουλγαρία, για παράδειγμα, εκτρέφονται χήνες για την παρασκευή φουά γκρα, το οποίο εξάγεται κυρίως στη Γαλλία. Την ίδια στιγμή, η Γαλλία αποτελεί τη νούμερο ένα ευρωπαϊκή χώρα εκτροφής χήνας, ενώ ακολουθούν η Ολλανδία, η Πολωνία και η Ουγγαρία. Με μια τέτοια αγορά, αλλά και δεδομένης της διατροφικής αξίας τόσο του κρέατος όσο και του αβγού της χήνας, οι πτηνοτρόφοι στη χώρα μας θα μπορούσαν να βρουν μια εναλλακτική και γιατί όχι κερδοφόρα διέξοδο. Πόσω μάλλον, που η συγκεκριμένη εκτροφή, όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ της «ΥΧ», χαρακτηρίζεται ως χαμηλού κόστους, οπότε δεν απαιτούνται επενδύσεις αντίστοιχες με αυτές ενός οργανωμένου πτηνοτροφείου.
Τα είδη και η εκτροφή της χήνας για κρεατοπαραγωγή
Στην εντατική μορφή εκμετάλλευσης, θα πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα το μικροκλίμα, δηλαδή η θερμοκρασία, η υγρασία και ο φωτισμός
Οι χήνες που εκτρέφονται σήμερα έχουν ως κύρια κατεύθυνση την παραγωγή κρέατος και την παραγωγή φουά γκρα (φουά γκρα = παχύ συκώτι). Έτσι, από άποψη μορφολογικής διάπλασης σώματος, υπάρχει ένας βασικός τύπος, ο κρεοπαραγωγός. Ο κρεοπαραγωγός τύπος αντιπροσωπεύεται ουσιαστικά από τις χήνες των γενετικά βελτιωμένων φυλών, χαρακτηριστικό των οποίων είναι το ποικίλο σωματικό μέγεθος (τα ενήλικα άτομα μπορεί να ζυγίζουν από 4,5 έως 14 κιλά). Όπως το σωματικό μέγεθος, έτσι και τα άλλα χαρακτηριστικά της μορφολογικής διάπλασης του σώματος των χηνών αυτού του τύπου παραλλάσσουν πάρα πολύ.
Όσον αφορά τις φυλές των χηνών ανά τον κόσμο, υπάρχουν αρκετές, οι οποίες είναι προσαρμοσμένες στις ιδιαίτερες περιβαλλοντικές και μη συνθήκες της κάθε περιοχής. Ας αναφερθούμε στις περισσότερο γνωστές και σε αυτές που παρουσιάζουν κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Έχουμε τη φυλή Toulouse (Τουλούζης), που δημιουργήθηκε στην ομώνυμη πόλη της Γαλλίας και είναι γνωστή ανά τον κόσμο για το εξαιρετικό φουά γκρα που δίνει. Οι χήνες αυτής της φυλής έχουν το πιο μεγάλο σωματικό μέγεθος, είναι οι γίγαντες του είδους τους. Τα ενήλικα αρσενικά άτομα ζυγίζουν 12-14 κιλά και τα θηλυκά 9-10 κιλά. Οι χήνες της φυλής Toulouse αποδίδουν μεγάλη ποσότητα κρέατος και φουά γκρα καλής ποιότητας. Το μέσο βάρος του φουά γκρα φτάνει τα 600 γρ., ενώ υπάρχουν περιπτώσεις που ξεπερνά τα 900 γρ. Γεννούν 30-40 αβγά σε καθεμιά από τις πρώτες τρεις περιόδους της ωοτοκίας τους και από 16-18 σε καθεμιά από τις τρεις επόμενες.
Η φυλή Embden (Έμπντεν) δημιουργήθηκε στην περιοχή της Βρέμης της Γερμανίας. Οι χήνες αυτής της φυλής έχουν εξαιρετική κρεοπαραγωγική ικανότητα, καθώς και αβγοπαραγωγική (35-50 αβγά/έτος). Όμως, έξω από το κλίμα της χώρας καταγωγής τους δύσκολα εγκλιματίζονται.
Η φυλή Chinese (Kινεζική) δημιουργήθηκε στην Κίνα, με αρχικό σκοπό την παραγωγή χηνών διακόσμησης, οι οποίες, όμως, εμφάνισαν και υψηλή παραγωγικότητα. Οι χήνες αυτής της φυλής είναι μικρόσωμες, με τα ενήλικα αρσενικά άτομα να έχουν μέσο σωματικό βάρος 5,5 κιλά, ενώ τα θηλυκά 4,5 κιλά. Οι χήνες της φυλής Chinese είναι ανθεκτικές και εμφανίζουν την πιο υψηλή αβγοπαραγωγή (δίνουν περισσότερα από 50 αβγά το έτος) σε σύγκριση με χήνες άλλων φυλών.
Η φυλή Roman (Ρωμαϊκή) έχει πατρίδα την Ιταλία. Οι χήνες αυτής της φυλής είναι μικρόσωμες. Τα ενήλικα αρσενικά ζυγίζουν 5,3-6,3 κιλά, ενώ τα θηλυκά 4,5-5,3 κιλά. Οι χήνες Roman είναι ανθεκτικές και παρουσιάζουν υψηλή παραγωγικότητα.
Η φυλή Egyptian (Αιγυπτιακή) έχει πατρίδα την Αίγυπτο. Οι χήνες αυτής της φυλής είναι μικρόσωμες, καθώς τα ενήλικα αρσενικά άτομα έχουν μέσο σωματικό βάρος 2,4 κιλά και τα θηλυκά 2 κιλά. Οι χήνες της φυλής Egyptian, ενώ παρουσιάζουν τις συνήθεις παραγωγικές ιδιότητες των άλλων μικρόσωμων χηνών, χρησιμεύουν, ταυτόχρονα, και ως πτηνά διακόσμησης χάρη στον ωραίο και σπάνιο χρωματισμό τους. Είναι, εξάλλου, πολύ ανθεκτικά πτηνά και ζουν πολλά χρόνια (υπάρχουν αναφορές μέχρι και 40 έτη).
Η φυλή Poitou (Πουατού) δημιουργήθηκε στην ομώνυμη περιοχή της Γαλλίας, όπου και εκτρέφεται. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των χηνών αυτής της φυλής είναι ο κατάλευκος χρωματισμός ολόκληρου του πτερώματός τους και η παρουσία πυκνών και μακριών πούπουλων. Γι’ αυτό το δέρμα μαζί με τα πούπουλα είναι κατάλληλο για την παραγωγή ενός είδους γουνοδέρματος (χηνόδερμα).
Η φυλή Pilgrim (Πίλγκριμ) δημιουργήθηκε στην πολιτεία Mιζούρι των ΗΠΑ γύρω στο 1930. Είναι η μόνη φυλή στην οποία παρατηρείται φυλομορφισμός στον χρωματισμό του πτερώματος. Χηνάρια σε ηλικία νεοσσού ημέρας είναι φυλοδιαχωρίσιμα, με βάση τον χρωματισμό τους. Τα ενήλικα αρσενικά έχουν σωματικό βάρος 7,2 κιλά και τα θηλυκά 5,8 κιλά. Οι χήνες Pilgrim είναι πτηνά ευάγωγα και θεωρούνται ιδανικά για κατοικίδια.
Η φυλή Pigmie (Πίγκμιε) συναντιέται σε άγρια κατάσταση στην Αυστραλία και στη Νότια Γουϊνέα. Οι χήνες Pigmie εκτρέφονται συχνά σε οικογένειες τριών ατόμων (ένα αρσενικό και δύο θηλυκά, που μπορεί να είναι μητέρα και θυγατέρα). Το θηλυκό, όταν είναι μόνο του, γεννάει 7-9 αβγά/έτος, ενώ όταν είναι με άλλο μαζί γεννούν 8-10 αβγά/έτος. Υπό συνθήκες εκτροφής, η διάρκεια επώασης των αβγών τους είναι 24-26 ημέρες, ενώ στην άγρια ζωή τους είναι 24-30 ημέρες.
Όσον αφορά την εκτροφή χηνών στη χώρα μας, δεν έχει εξελιχθεί σε επιχείρηση βιομηχανικού τύπου, όπως έγινε στην ορνιθοτροφία. Οι κυριότεροι λόγοι είναι οι εξής:
- Η μικρή παραγωγικότητα των χηνών (30-80 αβγά/χήνα/έτος) που κάνει ασύμφορη τη συνεχή διατήρησή τους μέσα σε πτηνοστάσια, καταναλώνοντας κατ’ ανάγκη συμπυκνωμένες τροφές, που είναι σχετικά ακριβές.
- Ο παραδοσιακός χαρακτήρας που έχει αυτή η ζωοτεχνική δραστηριότητα σε ορισμένες χώρες.
- Οι χήνες, σε αντίθεση με τα άλλα παραγωγικά πτηνά, μπορούν να αξιοποιούν βόσκοντας σε μεγάλες εκτάσεις πολύ καλά τα χλωρά χόρτα. Είναι, μάλιστα, σε θέση να καλύπτουν τις θρεπτικές τους ανάγκες σε βαθμό αρκετά ικανοποιητικό από αυτά και μόνο. Αυτή η δυνατότητα συνέβαλε στο να εξημερωθούν πριν από όλα τα άλλα παραγωγικά πτηνά.
Παρ’ όλα αυτά, η εκτροφή χηνών θα μπορούσε σήμερα στη χώρα μας να εντατικοποιηθεί στα πρότυπα της Γαλλίας και να πάρει ποσοστό συμμετοχής στη διεθνή αγορά.
Όσον αφορά το πρακτικό μέρος, η έναρξη της εκτροφής των αναπτυσσόμενων χηνών γίνεται σε δάπεδο με στρωμνή ή με σχάρα μέσα σε ανοιχτούς θαλάμους. Μετά την τρίτη εβδομάδα της ανάπτυξής τους και μέχρι τον δεύτερο μήνα, είναι δυνατόν να χρησιμοποιείται και προαύλιο εξόδου. Από την ηλικία, όμως, των δύο μηνών μέχρι την έναρξη της ωοτοκίας, οι νεαρές χήνες οδηγούνται σε βοσκότοπους, στους οποίους υπάρχει υπόστεγο με δάπεδο από χοντρό αμμοχάλικο ή από μεταλλική σχάρα. Κάτω από το υπόστεγο διαμένουν τη νύχτα και όταν οι καιρικές συνθήκες είναι δυσμενείς. Την ημέρα, κατά κανόνα, βόσκουν σε αγρούς με αγροστώδη (lolium perenne) ή με ψυχανθή (trifolium repens) κ.ά. Στους αγρούς αυτούς η βοσκή θα πρέπει να γίνεται κατά τμήματα και εκ περιτροπής.
Το ζωικό υλικό μπορεί να αποτελείται από άτομα καθαρόαιμων φυλών ή και με μιγάδες δύο ή περισσότερων φυλών, σύμφωνα πάντα με την παραγωγική κατεύθυνση που επιζητείται. Το ζωικό υλικό περιλαμβάνει θηλυκά και αρσενικά άτομα σε αναλογία 1/5. Τα αρσενικά εκτρέφονται μαζί με τα θηλυκά μέχρι έναν μήνα πριν από την προβλεπόμενη έναρξη της περιόδου ωοτοκίας. Τότε, όμως, διαχωρίζονται, προκειμένου με τον κατάλληλο φωτισμό να επισπευστεί η γενετήσια ωριμότητά τους και να συγχρονιστεί με εκείνη των θηλυκών. Η πυκνότητα των νεοσσών ανά τετραγωνικό μέτρο δεν πρέπει να υπερβαίνει τον αριθμό 70 κατά τις πρώτες τρεις ημέρες της ζωής τους και τον αριθμό 20 στη συνέχεια. Κύρια και απαραίτητα πτηνοτροφικά σκεύη είναι οι ποτίστρες και οι ταΐστρες με τις ανάλογες πάντα τεχνικές προδιαγραφές.
Στην εντατική μορφή εκμετάλλευσης, θα πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα το μικροκλίμα, δηλαδή η θερμοκρασία, η υγρασία και ο φωτισμός. Υπάρχουν σχετικοί πίνακες που μπορεί κανείς να συμβουλευτεί ανάλογα με τη φυλή και την περιοχή εκτροφής.
Στο μεγάλο και ακριβό μέρος της διατροφής, όταν η εκμετάλλευση είναι εντατικής μορφής, ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στο να καλυφθούν όλες οι διατροφικές ανάγκες των πτηνών με ποιοτικές, αλλά και φθηνές ζωοτροφές. Η συμπυκνωμένη τροφή χορηγείται συνήθως κατά βούληση. Η χορήγηση χονδροθρυμματισμένης γρανιτόπετρας έχει μεγάλη σημασία για τις αναπτυσσόμενες γεννήτορες χήνες από τη στιγμή που εξέρχονται στη βοσκή ή γενικά, εφόσον καταναλώνουν και χόρτο. Η γρανιτόπετρα τοποθετείται ξεχωριστά από τη συμπυκνωμένη τροφή σε ταΐστρες, που πρέπει να είναι τοποθετημένες μέσα στο υπόστεγο, όπου τα πτηνά οδηγούνται για διανυκτέρευση.
Τέλος, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην υγεία των πτηνών. Ο εμβολιασμός που συνήθως εφαρμόζεται είναι αυτός που αποβλέπει στην πρόληψη της παστερέλλωσης. Η έξοδος των χηνών στη βοσκή ευνοεί περισσότερο ορισμένες παρασιτώσεις, όπως είναι η ακουαρίωση, η αμιδοστόμωση, η ταινίωση κ.λπ., για τις οποίες είναι απαραίτητο να εφαρμόζεται προληπτικά κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή.
Συμπερασματικά, θα μπορούσε να πει κανείς ότι στη χώρα μας η πτηνοτροφία λανθασμένα έχει σχεδόν ταυτιστεί με την ορνιθοτροφία. Υπάρχουν και άλλα παραγωγικά πτηνά που έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν νοστιμιά και ποιότητα στη διεθνή κουζίνα, αλλά και διέξοδο στην ενασχόληση, κυρίως, νέων ανθρώπων. Η επιστήμη μας έχει τα εχέγγυα να συνδράμει τα μέγιστα στις σχετικές προσπάθειες και σαφέστατα είναι στη διάθεση των πιθανών επενδυτών.
Χαμηλού κόστους παραγωγή
Μπορεί να αποτελέσει διέξοδο για όσους θέλουν να εμπλακούν με τον πρωτογενή τομέα
Αν και στη χώρα μας, όπως τονίζει στην «ΥΧ» ο Γιώργος Χατζηνάκης, που διατηρεί το εκτροφείο θηραμάτων και πτηνοτροφείο «Χατζηνάκης» στα Μέγαρα, δεν υπάρχει εντατική εκτροφή χήνας σε επαγγελματικό επίπεδο, η ενασχόληση με τον κλάδο αυτό θα μπορούσε να είναι πολλά υποσχόμενη. «Δεν υπάρχουν επαγγελματίες που να αναπαράγουν, να εκτρέφουν και να διαθέτουν κρέας ή αβγά χήνας στην αγορά. Ο μεγαλύτερος αριθμός χηνών στη χώρα μας βρίσκεται σε αυλές και κήπους για ιδιοκατανάλωση. Αυτή ήταν πάντα η εικόνα», συμπληρώνει ο κ. Χατζηνάκης.
Όπως επίσης μας εξηγεί, η εκτροφή της χήνας στην Ελλάδα ξεκινά συνήθως με την εισαγωγή των πτηνών (γκρίζας και λευκής ράτσας κρεατοπαραγωγής) από τη Γαλλία. Το προσδόκιμο ζωής αυτών των πτηνών είναι έως και δέκα έτη. Τα θηλυκά παραμένουν γόνιμα για όλη την περίοδο της ζωής τους, ενώ τα αρσενικά στα 5 έτη χρειάζονται αντικατάσταση. Η χήνα είναι ένα παμφάγο πτηνό που τρώει πολύ γρασίδι, μειώνοντας κατά 50% το κόστος διατροφής της με ζωοοτροφές σε ημερήσια βάση. Η ημερήσια πρόσληψή της σε πρωτεΐνη για να επιβιώσει είναι μόλις 16%, οπότε δεν έχει ανάγκη ειδικών σιτηρεσίων για διατροφή.
Επίσης, ο κ. Χατζηνάκης τονίζει στην «ΥΧ» ότι η χήνα είναι ένα πολύ ανθεκτικό πτηνό (σ.σ. δεν δείχνει συμπτώματα ούτε αν νοσεί από Η1Ν1), ενώ περνάει το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου στο ύπαιθρο, ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών. Χρειάζεται μόνο ένα πρόχειρο ξύλινο κατάλυμα εμβαδού 60 Χ 60 (ανά 5 πτηνά-γεννήτορες) για να διανυκτερεύει και να γεννάει τα αβγά της.
«Το κόστος εκτροφής της χήνας δεν είναι μεγάλο. Χρειάζεται περίπου 200 γραμμάρια ζωοτροφής/ημέρα (λόγω της πρόσληψης τροφής από το εξωτερικό περιβάλλον), όπου έχουν κόστος 0,10 λεπτά. Δηλαδή περίπου 30-40 ευρώ τον χρόνο για κάθε ζώο που παραμένει στη μονάδα, ενώ κάποια πτηνά στους 3 μήνες πάνε για σφαγή, μειώνοντας και άλλο το κόστος εκτροφής. Το πιο σημαντικό για την εκτροφή της χήνας είναι η γνώση και η εμπειρία, ενώ για κάποιον που ξεκινάει από την αρχή απαιτείται αρχικό κεφάλαιο τουλάχιστον 50.000 ευρώ (αγορά περίπου 300-400 πτηνών, ταΐστρες, ποτίστρες, θάλαμοι νεογνών κ.ά.). «Υπάρχει βέβαια και η επιλογή να διαθέτεις τους νεοσσούς την ημέρα γέννησής τους, όπου γλιτώνεις πολλά από τα κόστη εκτροφής», μας εξηγεί ο εκτροφέας. Και προσθέτει: «Ένα φτηνό εκκολαπτήριο δυναμικής 3.500 αβγών/28 ημέρες κοστίζει περίπου 4.500 – 5.000 ευρώ, ενώ ένα πιο ακριβό (ιταλικό, αμερικάνικο ή βέλγικο) 20.000 ευρώ».
Σύμφωνα με τους λιγοστούς εκτροφείς, όταν τα πτηνά εισαχθούν για εκτροφή, λόγω της αγοράς αλλά και των μεταφορικών κοστίζουν περίπου 7 – 8 ευρώ το κομμάτι, ενώ όταν εκκολαφτούν στην Ελλάδα η τιμή πώλησης είναι από 3,5 – 4 ευρώ. «Το κρέας της σπάνια μπορείς να το βρεις νωπό, όπου πωλείται προς 5 ευρώ/κιλό, ενώ το κατεψυγμένο είναι ακόμα φθηνότερο. Η κάθε χήνα μπορεί να δώσει 5-6 κιλά καθαρό κρέας. Η διάθεση των νεοσσών γίνεται εγχώρια, ενώ αν κάποια χρονιά έχεις μεγάλη παραγωγή, μπορεί να διαθέσεις νεοσσούς και σε γειτονικές χώρες, όπως η Αλβανία», σημειώνει ο κ. Χατζηνάκης.
Το αβγό της
Από την πλευρά του, ο κ. Κωνσταντίνος Τζιώγλης, κύριος μέτοχος της Αυγοδιατροφικής ΑΕ, τονίζει: «Ασχολούμαστε με την εκτροφή χηνών μόνο για την ωοτοκία και την πρόσληψη των αβγών. Χήνες για ωοτοκία είναι δύσκολο να βρεις. Πρέπει να είναι πιστοποιημένες τόσο από το κτηνιατρείο όσο και από το δασαρχείο. Η χήνα μπορεί να έχει δύο περιόδους ωοτοκίας, άνοιξη και φθινόπωρο, οι οποίες επηρεάζονται πολύ από τις καιρικές συνθήκες καθώς σε περιόδους χαμηλών θερμοκρασιών δεν δίνει αβγά. Σε ετήσια βάση, μία χήνα μπορεί να δώσει περίπου 50 αβγά (η Αυγοδιατροφική έχει 50 χήνες που δίνουν 2.500 αβγά/ετησίως). Η τιμή του αβγού της χήνας κυμαίνεται από 2,50 έως 3,00 ευρώ/τεμάχιο. Η διάθεσή τους γίνεται εγχώρια κυρίως σε καταστήματα με ντελικατέσεν προϊόντα και πωλείται σε συσκευασία ενός».
Εκτροφή χήνας στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα της κρίσης, ένα από τα ζητούμενα όσων θέλουν να ασχοληθούν με την πρωτογενή παραγωγή είναι η προσπάθεια εύρεσης καινοτόμων τρόπων επιχειρηματικής δράσης. Εκτός από τις υπάρχουσες δομές (βοοτροφία, προβατοτροφία, χοιροτροφία κ.ά.), που αναμφισβήτητα πρέπει να εξακολουθήσουν να υπάρχουν και να οργανωθούν ακόμα περισσότερο, υπάρχουν και άλλες που αν και βρίσκονται ακόμα σε αρχικό στάδιο, θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντικό κομμάτι ανάπτυξης και καινοτόμου δράσης στην εγχώρια αλλά και διεθνή αγορά. Ένας τέτοιος τομέας είναι αυτός της εκτροφής χηνών για την εμπορία του κρέατος και του αβγού της, που όπως προκύπτει και από το ρεπορτάζ της «ΥΧ», έχει πολύ χαμηλό –σε σχέση με τα υπόλοιπα πτηνά– κόστος παραγωγής.
Εικόνα στην Ευρώπη
Με βάση στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας (FAO), η παραγωγή κρέατος χήνας εστιάζεται στην Ασιατική ήπειρο (κυρίως στην Κίνα) και αγγίζει περίπου τους 3 εκατ. τόνους τον χρόνο, δηλαδή το 96% της συνολικής παραγωγής. Ακολουθεί η Ευρώπη με περίπου 60.000 τόνους και κύριες παραγωγικές χώρες την Γαλλία (με πάνω από 1 εκατ. πτηνά) την Ουγγαρία, την Πολωνία, την Ολλανδία και τη Γερμανία. Χαρακτηριστικό της ευρωπαϊκής παραγωγής είναι πως εμφανίζει μεγάλη πτώση τα τελευταία χρόνια, καθώς η συνολική παραγωγή το 2000 ήταν 80.000 τόνοι. Η Πολωνία και η Ουγγαρία έχουν μεγάλη παραγωγή σε χήνες, που εκτρέφονται για την εξαγωγή σε άλλες χώρες, όπως στην Κίνα.
Σε χώρες όπως η Βουλγαρία γίνεται εκτροφή χήνας και για την παραγωγή φουαγκρά, που το μεγαλύτερο μέρος εξάγεται στη Γαλλία. Τέτοιες φάρμες μπορούν να φτάσουν από 10.000 μέχρι και 30.000 χήνες.
Επιμέλεια – Συντονισμός έκδοσης: Κυριάκος Λάμπρου
Γράφουν: Λάμπρος Ι. Χατζησήσης, καθηγητής ΤΕΙ Ηπείρου