Στόχος των επιχειρήσεων που εκτρέφουν ζώα για τη γαλακτοπαραγωγική τους ικανότητα είναι η βιωσιμότητα των εκτροφών και η κερδοφορία. Ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την συνεχή ενσωμάτωση νέας γνώσης, ειδικά στη διαχείριση του αρμέγματος, της διατροφής και της αναπαραγωγής των ζώων, με ταυτόχρονη διασφάλιση χαμηλού κόστους παραγωγής για κάθε λίτρο παραγόμενου γάλακτος.

Βέλτιστες πρακτικές στις εκτροφές γαλακτοπαραγωγών ζώων

Αναφερόμενοι σε βέλτιστες πρακτικές, δεν υπονοούμε μαγικές συνταγές, ούτε φιλοδοξούμε να περιγράψουμε ιδανικές εκτροφές, που ουσιαστικά είναι ανύπαρκτες. Οι βέλτιστες πρακτικές είναι άξονες δράσεις και γενικά πρωτόκολλα διαχείρισης των εκτροφών, τα οποία θα πρέπει ο εκτροφέας να εξειδικεύσει με βάση τη δική του εκτροφή. Σήμερα, με την ταχύτητα που αναπτύσσεται η νέα γνώση και η δυνατότητα άμεσης πρόσβασης σε πρωτογενή ερευνητικά δεδομένα και εκλαϊκευμένης επιστημονικής πληροφορίας μέσω του διαδικτύου, ο ρόλος μας είναι ουσιαστικά η διευκόλυνση των κτηνοτρόφων που θα πρέπει να μάθουν μόνοι τους να βρίσκουν και να μελετούν πληροφορίες σχετικά με τις αποδόσεις των ζώων τους και τους τρόπους αξιολόγησής τους για ανάδειξη των παραγωγικών τους ιδιοτήτων. Ο κτηνοτρόφος, από παθητικός δέκτης, θα πρέπει να καταβάλει προσπάθεια για άντληση σημαντικής τεχνογνωσίας για την αποτελεσματική και κερδοφόρα εκτροφή γαλακτοπαραγωγών ζώων.

Αιγοπροβατοτροφία

Ειδικότερα, η αιγοπροβατοτροφία αποτελεί τον σημαντικότερο κλάδο ζωικής παραγωγής στην Ελλάδα. Η ανάπτυξή της, όμως, στηρίχθηκε διαχρονικά σε εισαγόμενη τεχνογνωσία, ξένα πρότυπα σταβλικών εγκαταστάσεων και διαχείρισης των εκτροφών, ενώ σημαντικό μέρος του ζωικού υλικού αποτελείται από ξένες φυλές και τους μιγάδες τους. Σήμερα, στην αιγοπροβατοτροφία επικρατούν τα ημιεντατικά και εντατικά συστήματα εκτροφής, ενώ το εκτατικό σύστημα υπάρχει μόνο σε μερικά νησιά. Έχει πλέον αναπτυχθεί πλήθος εκμεταλλεύσεων επιχειρηματικής μορφής, με υψηλές επενδύσεις σε σταθερό κεφάλαιο και εντατικοποίηση της παραγωγικής δραστηριότητας. Εντούτοις, αρκετές από τις υφιστάμενες εντατικές και ημιεντατικές εκμεταλλεύσεις έχουν πεπαλαιωμένες, ενεργοβόρες και προβληματικές σταβλικές εγκαταστάσεις και εξοπλισμό.

Διαβάστε σχετικά: Αιγοτροφία: Εκσυγχρονισμός και ανάπτυξη

Οι βαριές, μη λειτουργικές κατασκευές συνεπάγονται υψηλές ετήσιες δαπάνες (αποσβέσεις και συντήρηση). Αυτές οι κτηριακές εγκαταστάσεις βασίστηκαν σε μοντέλα εκτροφών από χώρες με διαφορετικές εδαφοκλιματικές συνθήκες, οι οποίες δεν ικανοποιούν τις φυσιολογικές ανάγκες των ζώων κάτω από τις ελληνικές συνθήκες, ούτε τις σύγχρονες αντιλήψεις σχετικά με τη διαχείριση της εκτροφής τους (π.χ. δημιουργία ομοιογενών ομάδων, διατροφή ακριβείας, υψηλή ευζωία, υγιεινή και διασφάλιση υψηλής ποιότητας παραγόμενων προϊόντων). Επιπλέον, δεν πληρούν, σε συντριπτικό ποσοστό, τα πρότυπα υγιεινής σταβλισμού και περιβαλλοντικής διαχείρισης αποβλήτων, για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των εγχώριων και διεθνών αγορών.

Σε κάθε εκτροφή, οι καθημερινές, επίπονες και κοστοβόρες διαδικασίες αφορούν το άρμεγμα και τη διατροφή. Ειδικότερα, η διατροφική διαχείριση εκτρεφόμενων ζώων, εκτός από χρονοβόρα, αναλογεί περίπου στα 2/3 του κόστους παραγωγής ενός λίτρου γάλακτος. Ανάλογα με την ηλικία και το παραγωγικό στάδιο των ζώων επιβάλλεται η ανάπτυξη ειδικών σιτηρεσίων και πρωτοκόλλων διατροφής, για τη βελτιστοποίηση της παραγωγής προϊόντων υψηλής ποιότητας. Στις αγελάδες, έχει επικρατήσει η διατροφή με ολικό σιτηρέσιο, που είναι μια βέλτιστη πρακτική και θα πρέπει να υιοθετηθεί και στα αιγοπρόβατα.

Διατροφή μηρυκαστικών

Η διατροφή των μηρυκαστικών βασίζεται σε χονδροειδείς και συμπυκνωμένες ζωοτροφές, οι οποίες θα πρέπει να ταΐζονται σε συγκεκριμένες αναλογίες. Ειδικότερα, οι χονδροειδείς, που είναι πλούσιες σε κυτταρίνες, είναι απαραίτητες για τη φυσιολογική λειτουργία του πεπτικού συστήματος των ζώων. Εντούτοις, έχουν γενικά χαμηλή περιεκτικότητα σε ενέργεια και αζωτούχες ουσίες. Για παράδειγμα, η μηδική, με τη μορφή σανού ή ενσιρώματος, είναι η κύρια πρωτεϊνούχος χονδροειδής ζωοτροφή στην Ελλάδα, αλλά πρακτικά δεν μπορεί να καλύψει, στις ποσότητες που χορηγείται, πλέον του 15% των αναγκών των ζώων. Βασική χονδροειδής ζωοτροφή είναι και το άχυρο (σιταριού, κριθαριού ή βρώμης), το οποίο θα πρέπει να είναι διαθέσιμο όλο τον χρόνο. Ειδικά στα νεαρά ζώα, που προορίζονται για ζώα αντικατάστασης, η χορήγηση αχύρου σε καθημερινή βάση για κατά βούληση κατανάλωση, θα πρέπει να είναι πάγια πρακτική. Θα πρέπει εδώ να τονιστεί η λανθασμένη προσέγγιση κυρίως των αιγοπροβατοτρόφων, οι οποίοι στην πράξη δεν ανανεώνουν το άχυρο καθημερινά από τις ταΐστρες.

Ταΐστρες και συμπυκνωμένες ζωοτροφές

Αναφερόμενοι στις ταΐστρες, κύριο πρόβλημα στις εκτροφές είναι το έλλειμμά τους σε σχέση με τον αριθμό των εκτρεφόμενων ζώων, με αποτέλεσμα να μην εξασφαλίζεται ταυτόχρονη πρόσβαση όλων των ζώων σε αυτές. Το τελευταίο συνεπάγεται συνεχείς διαμάχες των ζώων, τραυματισμούς και υψηλότερη νοσηρότητα, διότι ζώα που κακοσιτίζονται αρρωσταίνουν ευκολότερα.

Σε ό,τι αφορά τις συμπυκνωμένες ζωοτροφές, βασικό συστατικό των σιτηρεσίων των γαλακτοπαραγωγών ζώων είναι το σογιάλευρο, που αποτελεί υποπροϊόν καρπών σόγιας κατά την παραγωγή του σογιέλαιου. Το σογιάλευρο περιέχει 44%-47% ολικές αζωτούχες ουσίες και μπορεί να καλύψει πλήρως τις πρωτεϊνικές ανάγκες των ζώων, καθιστώντας την αναντικατάστατη στην αντίληψη των κτηνοτρόφων. Εν τούτοις, είναι ζωοτροφή με σημαντική περιβαλλοντική επιβάρυνση (carbon footprint), μεγάλη διακύμανση στις τιμές και κατεξοχήν γενετικά τροποποιημένη.

Η πρότασή μας είναι οι κτηνοτρόφοι να στραφούν στην πλήρη αντικατάσταση του σογιάλευρου στα σιτηρέσια των γαλακτοπαραγωγών ζώων, χρησιμοποιώντας εγχώρια παραγόμενες πρωτεϊνούχες ζωοτροφές και συμβάλλοντας έτσι στον εμπλουτισμό της γνώσης σχετικά με τον ρόλο τους στην παραγωγικότητα των ζώων, αλλά και στο χαμηλότερο κόστος παραγωγής. Σε κάθε περίπτωση, η χορήγηση των συμπυκνωμένων ζωοτροφών νεαρά μηρυκαστικά ζώα (π.χ. στα αρνιά και στα ζυγούρια) θα πρέπει να γίνεται σε αυστηρά ελεγχόμενες ποσότητες, σε συνδυασμό με χονδροειδείς, ώστε να εξασφαλίζεται η ομαλή και μέγιστη δυνατή ανάπτυξη των προστομάχων. Τέλος, η χορήγηση των συμπυκνωμένων ζωοτροφών που αναλογούν στο σιτηρέσιο των αρμεγόμενων ζώων, στο αρμεκτήριο κατά τη διάρκεια του αρμέγματος, είναι λάθος πρακτική.

 

Αναπαραγωγή

Σε ό,τι αφορά την αναπαραγωγή στις γαλακτοπαραγωγές αγελάδες, η εξέλιξη τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα υπήρξε ραγδαία και σήμερα είναι σε επίπεδο εφάμιλλο με ανεπτυγμένες ζωοτεχνικά χώρες του εξωτερικού. Αντίθετα, στον τομέα της αιγοπροβατοτροφίας, η αναπαραγωγή, στη συντριπτική πλειοψηφία των εκτροφών, γίνεται χωρίς κανέναν προγραμματισμό, με τυχαίες ελεύθερες συζεύξεις, ενώ απουσιάζει η εφαρμογή τεχνητής σπερματέγχυσης.

Βέλτιστες πρακτικές στις εκτροφές γαλακτοπαραγωγών ζώων Βέλτιστες πρακτικές ακολουθούνται σε μεμονωμένες εκτροφές που έχουν τις απαραίτητες υποδομές για να καταγράφεται, για όλα τα ζώα, η ημερήσια παραγωγή γάλακτος, ώστε να υπολογίζεται η συνολική γαλακτοπαραγωγή τους, ενώ επιπλέον υπολογίζονται οι αναπαραγωγικοί τους δείκτες ύστερα από καταγραφή σχετικών δεδομένων. Πρόοδος στην αναπαραγωγή συνεπάγεται αύξηση της γαλακτοπαραγωγής. Καταγραφή γενεαλογικών στοιχείων συνεπάγεται δυνατότητα γρήγορης γενετικής βελτίωσης και διατήρηση γενεαλογικών βιβλίων σε καθαρόαιμες φυλές. Βασικό εργαλείο για τη διαχείριση της αναπαραγωγικής ικανότητας είναι η εφαρμογή τεχνητής σπερματέγχυσης (ΤΣ), που θα πρέπει να αποτελέσει άμεσο στόχο για υφιστάμενες ομάδες παραγωγών και αφορμή για τη δημιουργία νέων ομάδων.

Η πρακτική της ανταλλαγής αρσενικών μεταξύ των εκτροφών, χωρίς κανένα ουσιαστικά έλεγχο για την υγεία τους, αποτελεί σοβαρό παράγοντα μετάδοσης νοσημάτων στις εκτροφές.

Η απουσία αξιολόγησης των αρσενικών (κριών και τράγων) πριν από την περίοδο των συζεύξεων, έχει ως αποτέλεσμα τη διατήρηση μεγαλύτερου αριθμού αρσενικών από τον απαιτούμενο, τα οποία ουσιαστικά είναι επιπλέον κόστος για την εκτροφή. Η πιθανότητα χαμηλής γονιμότητας των αρσενικών, αν δεν αξιολογούνται, σε συνδυασμό με την ελλιπή κτηνιατρική παρακολούθηση των εκτροφών (π.χ. διάγνωση κυοφορίας στα θηλυκά στο πρώτο στάδιο της κύησης), οδηγούν σε υψηλά ποσοστά «άδειων» προβατίνων, τις οποίες ο κτηνοτρόφος αντιλαμβάνεται την περίοδο των τοκετών, έχοντας χάσει μια παραγωγική περίοδο, με ιδιαίτερα υψηλό κόστος.

Κόστος παραγωγής

Το κόστος παραγωγής εξαρτάται από μια σειρά εξωγενών παραγόντων που δεν σχετίζονται άμεσα με το ζωικό κεφάλαιο (π.χ. διαθεσιμότητα και τιμές ζωοτροφών), αλλά με πλήθος ενδογενών παραγόντων της εκτροφής, που επηρεάζουν την υγεία και ευζωία των εκτρεφόμενων ζώων και την ποιότητα του παραγόμενου γάλακτος (π.χ. ο τύπος και οι υποδομές των σταβλικών εγκαταστάσεων, το μικροκλίμα, το μηχανικό άρμεγμα κ.λπ.). Αναφερόμαστε σε «επιχειρήσεις», διότι οποιαδήποτε άλλη μορφή λειτουργίας μιας εκτροφής είναι καταδικασμένη σε αποτυχία ή παραμονή σε καθεστώς συντήρησης από τις επιδοτήσεις, που, όπως έχουμε πολλαπλά τονίσει, έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην πρόοδο του κλάδου όπου εφαρμόστηκαν.

Ηλεκτρονικές εφαρμογές

Συμπερασματικά, η συστηματική παρακολούθηση της υγείας και των αποδόσεων των ζώων με σύγχρονα πρωτόκολλα και κατάλληλο εξοπλισμό, καθώς και η καταγραφή σε ειδικά σχεδιασμένα έντυπα ή ηλεκτρονικές εφαρμογές (applications), θα εξασφαλίσει τη δυνατότητα απρόσκοπτης λειτουργίας των εκτροφών και αποτελεσματικής διαχείρισης των ζώων για γρήγορη γενετική βελτίωση, βελτιστοποιώντας έτσι την παραγωγικότητα και την επιχειρηματική βιωσιμότητα της εκτροφής.

Γράφουν: Γιώργος Αρσένος, Αναπληρωτής καθηγητής, διευθυντής του Εργαστηρίου Ζωοτεχνίας του Τμήματος Κτηνιατρικής της Σχολής Επιστημών Υγείας του ΑΠΘ.

-Διαφήμιση-
gaia-sense