Μεγάλες και άμεσες οι ανάγκες των κτηνοτρόφων σε ζωοτροφές στην Μαγνησία

Μετά το άνοιγμα της πλατφόρμας της κρατικής αρωγής την περασμένη εβδομάδα, γνωστοποιήθηκαν τα πρώτα υποστηρικτικά κονδύλια που θα χορηγηθούν στους πληγέντες από τις πυρκαγιές κτηνοτρόφους της Μαγνησίας (από 2.000 έως 4.000 ευρώ ανάλογα με την έκταση της ζημιάς ως πρώτη αρωγή, μετά ενίσχυση επί του 20% της εκτιμηθείσας ζημιάς και στη συνέχεια το υπόλοιπο 80%).

Η «ΥΧ» συνομίλησε με την αιγοπροβατοτρόφο και πρόεδρο του Κτηνοτροφικού Συλόγου Αισωνίας, Χρυσούλα Διβάνη, η οποία μας μετέφερε τα νεότερα δεδομένα σχετικά με τις ανάγκες των πληγέντων: «Υπάρχουν παραγωγοί που έχασαν τα πάντα. Για παράδειγμα, δύο αγελαδοτροφικές μονάδες καταστράφηκαν ολοσχερώς και όλα τα ζώα χάθηκαν. Μόνο οι εγκαταστάσεις κοστίζουν εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ. Κατά συνέπεια, αντιλαμβάνεστε ότι αυτοί οι άνθρωποι θα πάρουν μόνο ένα μικρό μέρος της περιουσίας τους πίσω μέσω της κρατικής βοήθειας, και αυτό τμηματικά.

Μετά, υπάρχουν παραγωγοί που δεν έχασαν ζώα, ούτε στάβλους, όμως κάηκαν βοσκότοποι και δεν έχουν πού να βοσκήσουν τα ζώα τους. Χάσαμε κι εμείς προσωπικά ένα μέρος του βοσκοτόπου, αλλά συγκριτικά με άλλους συναδέλφους λέμε “πάλι καλά”. Επίσης, τα ζώα καταπονήθηκαν λόγω των ακραίων συνθηκών και χάθηκε παραγωγή γάλακτος.

Μια τρίτη κατηγορία είναι αυτοί που έχουν τα ζώα τους, αλλά κάηκαν οι στάβλοι και έχουν επειγόντως ανάγκη να φτιάξουν έστω κάποια υποτυπώδη μαντριά. Τα χρήματα από την πρώτη αρωγή δεν επαρκούν, καθώς μπορώ να σας αναφέρω το παράδειγμα συναδέλφου, όπου οι εργάτες μόνο για την αμοιβή τους ζήτησαν 3.000-4.000 ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται τα υλικά. Αυτά τα ζώα πρέπει να συγκεντρωθούν κάπου επειγόντως».

Αναφορικά με την επάρκεια των ζωοτροφών και την προσφορά τοπικών συνεταιρισμών όπως η ΕΒΟΛ, τις πρωτοβουλίες του Δήμου Βόλου, αλλά και τη συγκινητική βοήθεια από «απλούς παραγωγούς», η κα Διβάνη μας είπε ότι «έχουν συνδράμει πολλοί κτηνοτρόφοι, άλλος με έναν τόνο άλλος με 500 κιλά, ο καθένας με ό,τι μπορεί. Η ΕΒΟΛ βοήθησε πολύ, όμως όπως αντιλαμβάνεστε οι τροφές δεν θα φτάσουν για παραπάνω από λίγες εβδομάδες. Δεν λύνεται έτσι το πρόβλημα, απλώς μετατίθεται».