Οµάδα κρούσης για την εποπτεία σούπερ µάρκετ και προµηθευτών

Δεν αποκλείει µια πιο δραστική παρέµβαση στην αγορά αργότερα η Επιτροπή Ανταγωνισµού

των Γιάννη Τσατσάκη, Μελίνας Ζιάγκου

Αρκετά «σημεία ενδιαφέροντος», τα οποία, πάντως, κατά τη γνώμη της, δεν στοιχειοθετούν για την ώρα τουλάχιστον την ανάγκη μιας πιο δραστικής παρέμβασης στην αγορά των βασικών καταναλωτικών αγαθών που διακινούνται μέσω των σούπερ μάρκετ εντοπίζει η Επιτροπή Ανταγωνισμού (Επ.Αν.) στην ειδική κλαδική έκθεση που δημοσιεύθηκε πριν από λίγα εικοσιτετράωρα.

Σε πρώτη φάση, η Επιτροπή προκρίνει μια πιο στενή εποπτεία του κλάδου, όχι μόνο των σούπερ μάρκετ, αλλά και των προμηθευτών, ώστε να διασφαλίζεται η τήρηση των κανόνων ανταγωνισμού. Το έργο αυτό προτείνεται να αναλάβει μια «ομάδα κρούσης» (task force), η οποία θα συσταθεί στη Γενική Διεύθυνση της Επ.Αν.

Αναφορά κάθε 12 μήνες

Η ομάδα αυτή θα προετοιμάζει κάθε 12 μήνες αναφορά στον πρόεδρο της Επιτροπής για την κατάσταση του ανταγωνισμού στον κλάδο του λιανεμπορίου και θα προβαίνει σε μετρήσεις της διαπραγματευτικής ισχύος των σούπερ μάρκετ και των προμηθευτών.

Η ίδια ομάδα καλείται, επίσης, να εκπονήσει μέχρι το πρώτο εξάμηνο του 2022 ειδικές κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού και, παράλληλα, να αναλύσει συγκεκριμένες κατηγορίες εμπορικών πρακτικών, συμπεριλαμβανομένων και αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, οι οποίες μπορεί να συνιστούν κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης.

Λόγω των σημαντικών αλλαγών σε καταναλωτικές συνήθειες τους τελευταίους μήνες και της πιθανής έλευσης νέων επιχειρηματικών μοντέλων (π.χ. είσοδος νέων παικτών, τόσο στο διαδίκτυο όσο και στα παραδοσιακά κανάλια διανομής), που δεν έχουν αποκρυσταλλωθεί, η Επιτροπή δεν κρίνει προς το παρόν απαραίτητη την εκκίνηση κανονιστικής παρέμβασης με τη μορφή ενός διαμεσολαβητή ή εντολοδόχου για τη διαπραγμάτευση Κώδικα Δεοντολογίας ή Οδηγού Καλών Πρακτικών.

Αυτή η δυνατότητα θα εξεταστεί ύστερα από τα συμπεράσματα νέας κλαδικής, η οποία θα πραγματοποιηθεί σε βάθος διετίας και η οποία θα καλύπτει περισσότερες και, ενδεχομένως, διαφορετικές κατηγορίες προϊόντων (σ.σ. η παρούσα κλαδική επικεντρώθηκε σε 11 κατηγορίες). Υπογραμμίζει, βέβαια, ότι οποιαδήποτε κρατική παρέμβαση «θα πρέπει να λάβει υπόψη το νομικό πλαίσιο των Ευρωπαϊκών Συνθηκών και τη διαφύλαξη της υγιούς ανταγωνιστικής δομής της αγοράς, της προστασίας των συμφερόντων του καταναλωτή και της βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης».

Στο μικροσκόπιο ο τοπικός ανταγωνισμός

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι αρκετά από τα προβλήματα ανταγωνισμού συνδέονται με την άσκηση διαπραγματευτικής ισχύος και μπορούν ενδεχομένως να επιλυθούν από μία προσεκτικά διαμορφωμένη εφαρμογή των σχετικών ευρωπαϊκών και εθνικών διατάξεων που αφορούν τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. Σε αυτό το πλαίσιο, αποφασίστηκε:

✱ Στον ορισμό γεωγραφικής κατάντη αγοράς (της αγοράς πώλησης προς τους τελικούς καταναλωτές), θα λαμβάνεται υπόψη και ο τοπικός ανταγωνισμός.

✱ Η έρευνα για την ύπαρξη δεσπόζουσας θέσης θα λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες του συγκεκριμένου κλάδου και ειδικά την έλλειψη έντονου ανταγωνισμού μεταξύ σημάτων σε ορισμένα προϊόντα premium FMCG (ταχείας διακίνησης καταναλωτικά αγαθά), καθώς και τον κομβικό ρόλο ορισμένων μεγάλων αλυσίδων ή ηλεκτρονικών πλατφορμών, οι οποίες μπορούν να έχουν ρόλο «πυλωρού» σε ορισμένες αγορές και ενδεχομένως να διανέμουν και προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας.

✱ Να εξετασθούν/εντοπισθούν εκμεταλλευτικές καταχρηστικές πρακτικές, οι οποίες συνίστανται στην επιβολή από δεσπόζουσα επιχείρηση μη δίκαιων ή επαχθών όρων.

Υπηρεσία ανώνυμων καταγγελιών

Στην πρώτη γραμμή των μέτρων που προκρίνει η Επ.Αν. βρίσκεται και η ενίσχυση του ελεγκτικού μηχανισμού της Επιτροπής μέσω χρήσης ψηφιακών τεχνολογιών άμεσης πληροφόρησης και συστηματικής παρακολούθησης της αγοράς, αξιοποιώντας προς τούτο και τις τιμές που αναρτώνται στην πλατφόρμα e-Καταναλωτής, καθώς και μέσω καταγγελιών. Ειδικά ως προς το τελευταίο, η Επ.Αν. προχωρά στη δημιουργία συστήματος ανώνυμης παροχής πληροφοριών (whistleblowing), παρέχοντας έτσι τη δυνατότητα σε κάποιον να δώσει πληροφορίες χωρίς να φοβάται την αποκάλυψη της ταυτότητάς του με οποιονδήποτε τρόπο.

Το ηλεκτρονικό εμπόριο έρχεται να ανακατέψει την τράπουλα

Στην έκθεση της Επιτροπής αναφέρεται ότι η αγορά των σούπερ μάρκετ δεν θεωρείται ακόμα σημαντικά συγκεντρωμένη, αν και, βάσει στοιχείων του 2019, οι τέσσερις μεγαλύτερες επιχειρήσεις συγκεντρώνουν το 65%-75% της αγοράς, ενώ οι δέκα μεγαλύτερες το 85%-95%. Δεδομένου, μάλιστα, ότι οι εγχώριες επιχειρήσεις του κλάδου (μικρές, μεσαίες, μεγάλες) θεωρούνται εδραιωμένες στην εθνική αγορά, ο μόνος σοβαρός δυνητικός ανταγωνισμός που διαφαίνεται στο άμεσο μέλλον είναι αυτός που θα προέλθει από το δυναμικά αναπτυσσόμενο (λόγω και της πανδημίας) ηλεκτρονικό εμπόριο.

Επομένως, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι «θα πρέπει να είναι σε εγρήγορση σχετικά με την αυξανόμενη συγκέντρωση της αγοραστικής δύναμης μεταξύ των μεγάλων αλυσίδων λιανικού εμπορίου και να παρακολουθεί την είσοδο των παικτών στο ηλεκτρονικό εμπόριο».

Ειδικότερα, όπως σημειώνεται, «η υψηλότερη συγκέντρωση που ενδέχεται να προκύψει στον κλάδο των σούπερ μάρκετ μπορεί να φέρει, σε πρώτη φάση, πτωτικές τάσεις στις τιμές για τους τελικούς καταναλωτές, εάν οι συνθήκες που επικρατούν στην ολιγοπωλιακή αγορά είναι επαρκώς ανταγωνιστικές […], αλλά δύναται, επίσης, σε περίπτωση διαπραγματευτικής ασυμμετρίας και συμπαιγνιακών τάσεων στην αγορά, να έχει αρνητικές επιπτώσεις τόσο στους προμηθευτές, όσο και στους τελικούς καταναλωτές».

Ασαφές αν οι εκπτώσεις και οι παροχές «φτάνουν» στους καταναλωτές

Από την έρευνα της Επ.Αν. προέκυψε ότι οι εκπτώσεις και οι παροχές είναι κατά κανόνα μη συστηματικές και ετεροχρονισμένες (δηλ. δεν σχετίζονται με τον χρόνο τιμολόγησης των προϊόντων) και δεν συμπεριλαμβάνονται απευθείας στο κόστος αγοράς κατά τον χρόνο προμήθειας των προϊόντων από τα σούπερ μάρκετ. Αυτό, όπως σημειώνεται στην έκθεση, δημιουργεί προβληματισμό κατά πόσο οι εν λόγω ωφέλειες μετακυλίονται στους καταναλωτές εν είδει χαμηλότερων τιμών λιανικής.

Αντίστοιχα, από την ποσοτική ανάλυση που πραγματοποιήθηκε προέκυψε ότι συνολικά για τις 11 κατηγορίες προϊόντων μία αύξηση της τιμής των προμηθευτών κατά 1% οδηγεί σε αύξηση στην τελική τιμή στους καταναλωτές κατά 0,4284%. Στις επιμέρους κατηγορίες, εμφανίζεται υψηλότερος βαθμός μετακύλισης στις κατηγορίες προϊόντων, όπου η παρουσία προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας είναι μικρότερη και όπου υπάρχουν ισχυροί προμηθευτές με αναγνωρίσιμα σήματα προϊόντων. Στις εν λόγω κατηγορίες προϊόντων εμφανίζεται αυξημένη η διαπραγματευτική δύναμη των προμηθευτών έναντι των σούπερ μάρκετ.

Από την ίδια ανάλυση προκύπτει ότι η ροή μετακύλισης των εκπτώσεων και παροχών στους τελικούς καταναλωτές είναι μεγαλύτερη για τα μεγάλα σούπερ μάρκετ έναντι των μικρότερων της αγοράς.