Μελέτη: Υψηλότερες οι καθαρές αποδόσεις σε βιολογικό καλαμπόκι και σόγια

Αντίθετο το αποτέλεσμα στην περίπτωση της μηδικής, της βρώμης και του σιταριού

Υψηλότερες τιμές και ακαθάριστα έσοδα, καθώς και υψηλότερες καθαρές αποδόσεις (ποσότητα προϊόντος προς αξία), ενώ αντίθετα χαμηλότερες στρεμματικές αποδόσεις διαπιστώνουν οι μελετητές του Πανεπιστημίου του Perdue στην περίπτωση των βιολογικών καλλιεργειών καλαμποκιού και σόγιας σε σύγκριση με τις συμβατικές. Ταυτόχρονα, όμως, υπογραμμίζουν ότι υπάρχει πολύ μεγαλύτερη διαφορά στις καθαρές αποδόσεις μεταξύ των επιχειρήσεων βιολογικού καλαμποκιού και σόγιας σε σύγκριση με τις συμβατικές επιχειρήσεις αντίστοιχα.

Καθαρές αποδόσεις που κινούνται υψηλότερα καταγράφονται, αντίθετα, στην περίπτωση των συμβατικών καλλιεργειών μηδικής, βρώμης και χειμερινού σιταριού, από τις αντίστοιχες βιολογικές. Τα παραπάνω συμπεράσματα προκύπτουν από νεότερη συγκριτική μελέτη του Κέντρου Εμπορικής Γεωργίας του Πανεπιστημίου Purdue σχετικά με την κερδοφορία βιολογικών και συμβατικών επιχειρήσεων που καταπιάνονται με τις παραπάνω καλλιέργειες.

Χρησιμοποιώντας πιο επικαιροποιημένα δεδομένα (FINBIN) της περιόδου 2018-2022, οι ερευνητές συγκρίνουν αποδόσεις των καλλιεργειών, ακαθάριστα έσοδα, συνολικά έξοδα, καθώς και καθαρές αποδόσεις για τη συμβατική και βιολογική καλλιέργεια μηδικής, καλαμποκιού, βρώμης, σόγιας και χειμερινού σιταριού, με την περίπτωση των βιολογικών να περιλαμβάνει πληροφορίες εκμεταλλεύσεων που έχουν ήδη μεταβεί στη βιολογική παραγωγή.

Αντίστοιχες μελέτες έχουν εκπονηθεί και τα προηγούμενα χρόνια, ωστόσο οι πληροφορίες για τη σχετική κερδοφορία της συμβατικής και της βιολογικής παραγωγής παραμένουν συχνά ελλιπείς. Στα επιμέρους, ως προς τις αποδόσεις των καλλιεργειών, η μηδική παρουσίασε τη μικρότερη διαφορά (13%) μεταξύ συμβατικών και βιολογικών καλλιεργειών. Οι αποκλίσεις των αποδόσεων για το καλαμπόκι, τη βρώμη, τη σόγια και το χειμερινό σιτάρι ήταν 26%, 34%, 27% και 41%, αντίστοιχα.

Η διάμεση καθαρή απόδοση ανά έικρ (μονάδα μέτρησης έκτασης που ισούται με περίπου 4 στρέμματα) για το συμβατικό καλαμπόκι και το βιολογικό καλαμπόκι ήταν 128 και 495 δολάρια αντίστοιχα. Αντιστοίχως, η διάμεση καθαρή απόδοση για τη συμβατική και τη βιολογική σόγια ήταν 120 και 429 δολάρια αντίστοιχα. Εντοπίζοντας μεγαλύτερη διαφορά στις καθαρές αποδόσεις μεταξύ των βιολογικών παραγωγών απ’ ό,τι μεταξύ των συμβατικών παραγωγών, η μελέτη αναφέρει ότι το αποτέλεσμα θα μπορούσε να οφείλεται και στις πιο περίπλοκες εναλλαγές που συνδέονται με τη βιολογική παραγωγή.

Η αύξηση των καθαρών αποδόσεων στη βιολογική παραγωγή σόγιας φαίνεται να είναι πολύ πιο δύσκολη από ό,τι για το βιολογικό καλαμπόκι, γεγονός που θα μπορούσε να αποδοθεί στα προβλήματα ελέγχου των ζιζανίων που συχνά αντιμετωπίζει η πρώτη.