Κατεβάζουν τον πήχη οι περισσότερες περιοχές της Κρήτης

Στους 17.000-18.000 τόνους ελαιολάδου εκτιμάται, με βάση την πιο πρόσφατη εικόνα, η φετινή παραγωγή ελαιολάδου στην περιοχή των Χανίων, κινούμενη σαφώς χαμηλότερα από τους περσινούς 24.000 τόνους, πολύ περισσότερο από τους 30.000 τόνους που εκτιμάται ότι βγάζει ο νομός σε μία καλή χρονιά. Υψηλές θερμοκρασίες, παρατεταμένη ανομβρία, η οποία συνεχίζεται, αλλά και αύξηση του δάκου, έχουν επιδράσει στην ελιά.

Αρκετοί παραγωγοί στον νομό περιμένουν ακόμη τη βροχή ώστε να μαζέψουν τον καρπό. «Ενώ πέρυσι και πρόπερσι είχε μαζευτεί αρκετός καρπός σαν πρώιμη συγκομιδή την αντίστοιχη χρονική περίοδο, τώρα καθυστερούν λίγο λόγω των κλιματικών συνθηκών», σχολιάζει η Μαρία Μυλωνάκη, διευθύντρια στη ΔΑΟΚ, κάτι που δυσχεραίνει το έργο να γίνουν ασφαλείς εκτιμήσεις για τους φετινούς όγκους.

Στους 28.000-30.000 τόνους ελαιολάδου εκτιμάται ότι θα κινηθεί φέτος η παραγωγή του Ηρακλείου, ποσότητες σχεδόν στο ήμισυ των περσινών 55.000 τόνων που έδωσε κατ’ εκτίμηση ο νομός, σε μία από τις καλύτερές του χρονιές. «Η συλλογή έχει ξεκινήσει σχετικά πρόσφατα, ενώ περιοχές που έχουν μία καλύτερη παραγωγικά εικόνα, όπως αυτή της Μεσσαράς, μπορώ να πω ότι δεν έχουν ξεκινήσει ακόμη», αναφέρει χαρακτηριστικά από τη ΔΑΟΚ ο Εμμανουήλ Φιλίππου, διευθυντής Δακοκτονίας.

Η μείωση αποδίδεται αφενός στην καρποφορία, η οποία δεν ήταν ανάλογη της καλής ανθοφορίας που προηγήθηκε, ενώ ακολούθησαν κι άλλοι παράγοντες, όπως η παρατεταμένη ανομβρία και η ζέστη, η οποία με τη σειρά της ευνόησε και την αυξημένη παρουσία του δάκου.

Χαμηλότερη της προηγούμενης εκτίμησης είναι η παραγωγή, σύμφωνα με τη νεότερη εικόνα που μεταφέρεται από τη ΔΑΟΚ Λασιθίου αυτή την περίοδο. «Δεν έχουμε ξεκινήσει καλά. Ουσιαστικά, τα ελαιουργεία που έχουν αρχίσει είναι ελάχιστα», αναφέρει από τη ΔΑΟΚ η υπεύθυνη δακοκτονίας και τμηματάρχης Ποιοτικού και Φυτοϋγειονομικού Ελέγχου, Αγγελική Καραταράκη.

Η ίδια υπογραμμίζει τα ζητήματα που έχει δημιουργήσει η αυξημένη παρουσία του δάκου, φέρνοντας σε πολλές περιπτώσεις και αυξημένες οξύτητες, αλλά και η συνεχιζόμενη ανομβρία σε μια, κατά τα άλλα, αρκετά όψιμη χρονιά. Οι εκτιμήσεις του καλοκαιριού προέβλεπαν περίπου 8.000-9.000 τόνους και τώρα αναθεωρούνται στους 5.000-6.000 τόνους, ενώ πέρυσι, σε μία μέτρια προς καλή χρονιά για τον νομό, η παραγωγή ήταν στους 20.000 τόνους ελαιολάδου.

Στους 7.000-10.000 τόνους κυμαινόταν η τελευταία εκτίμηση του Σεπτεμβρίου για τη φετινή παραγωγή ελαιολάδου στο Ρέθυμνο, με τους 10.000 τόνους να φαντάζουν μάλλον μακρινοί όσο εξελίσσεται η χρονιά. Ελλείψει επαρκών στοιχείων από τα ελαιοτριβεία, η περσινή παραγωγή εκτιμάται μεταξύ 10.000 και 15.000 τόνων.

«Ούτε η περσινή ήταν η ιδανική χρονιά, ωστόσο ήταν πολύ καλύτερη από τη φετινή», σημειώνει από τη ΔΑΟΚ η διευθύντρια, Ευθυμία Βυδάκη, και παρατηρεί ότι φέτος πολλοί παράγοντες, από την αρχή της περιόδου, συντέλεσαν ώστε να μην είναι ευνοϊκά τα πράγματα.

Οι ΔΑΟΚ των ελαιοπαραγωγικών περιοχών σκιαγραφούν την εικόνα για το 2023/2024 στην «ΥΧ» η εκτιμώμενη μείωση, σε σύγκριση με πέρυσι, ξεπερνά το 47%, καθώς η παραγωγή των 336 χιλιάδων τόνων του 2022/2023 εκτιμάται ότι θα μειωθεί στους 177 χιλιάδες τόνους την τρέχουσα περίοδο

Μειώσεις παραγωγής και έντονο πρόβλημα από τον δάκο καταγράφει η Θεσσαλία

Η συγκομιδή του ελαιοκάρπου κορυφώνεται σε μία όψιμη χρονιά, η οποία χαρακτηρίζεται από πολύ μειωμένες παραγωγές για τη Θεσσαλία, με κύρια αιτία την κλιματική κρίση και δευτερευόντως την περσινή υπερπαραγωγή, η οποία φέτος επηρέασε αρνητικά την ελιά.

Στον Νομό Λάρισας, σύμφωνα με τον διευθυντή της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας, Δημήτρη Σταυρίδη, «το πρόβλημα του δάκου ήταν έντονο, με αποτέλεσμα να χρειαστεί να γίνουν έξι ψεκασμοί». Σε συνδυασμό με τη μερική καρποφορία, ο δάκος χτύπησε τους λίγους καρπούς στα δέντρα, μειώνοντας τις φετινές προσδοκίες. Ουσιαστικά, δεν θα παραχθούν πάνω από 600 τόνοι λαδιού, σε σχέση με τους 1.800 πέρυσι, όπως εκτιμάται.

Μειωμένη είναι και η περιεκτικότητα της ελιάς, με αποτέλεσμα να χρειάζονται 10 κιλά ελιές για 1 κιλό λάδι (σ.σ. πέρυσι η αντίστοιχη αναλογία ήταν 7 προς 1). Η μεγαλύτερη μείωση στην παραγωγή ελαιολάδου αναμένεται στον Δήμο Τεμπών, ενώ κάπως καλύτερα είναι τα πράγματα στα παράλια του Δήμου Αγιάς και σε συγκεκριμένες κοινότητες του Δήμου Τυρνάβου. Στον Νομό Μαγνησίας, σύμφωνα με τον διευθυντή της ΔΑΟΚ, Νίκο Λιάνο, «πραγματοποιήθηκαν πέντε ψεκασμοί για την αντιμετώπιση του δάκου (ο τελευταίος τέλος Οκτωβρίου), κυρίως σε περιοχές στο Ανατολικό Πήλιο, καθώς στο βορειανατολικό υπήρξε έντονη ακαρπία και δεν χρειάστηκαν πολλοί ψεκασμοί». Ανεβασμένες οξύτητες και χαμηλές αποδόσεις καταγράφονται στην περιοχή, όπου εκτιμάται ότι θα χρειαστούν 9 κιλά καρπού για ένα κιλό λαδιού, έναντι 6 κιλών πέρυσι.

Αρκετοί παραγωγοί δεν βιάζονται να συγκομίσουν, περιμένουν να μαυρίσει η ελιά και να αποκτήσει μεγαλύτερη περιεκτικότητα, καθώς μέχρι τώρα, λόγω των πρόσφατων έντονων βροχοπτώσεων, παρατηρείται αρκετό νερό στον καρπό, όπως εξηγεί.

Διαβάστε την συνέχεια για την Πελοπόννησο και την Αττική στην επόμενη σελίδα: