Τα σκαμπανεβάσματα των τιμών και οι εύθραυστες ισορροπίες στην ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου

Mνήμες από το… πρόσφατο παρελθόν ξύπνησε στην Ευρώπη η έντονη μεταβλητότητα που καταγράφηκε τις τελευταίες εβδομάδες στην αγορά του φυσικού αερίου.

Tην περασμένη Πέμπτη 12 Ιουνίου, η τιμή αναφοράς στην ολλανδική αγορά ΤΤF έκλεισε πάνω από τα 40 ευρώ/μεγαβατώρα για πρώτη φορά τους τελευταίους δύο μήνες, έχοντας νωρίτερα αγγίξει τα 50 ευρώ. Ακολούθησε πτώση 15% την Παρασκευή, ενώ στις αρχές της τρέχουσας εβδομάδας από τα 32,40 ευρώ/μεγαβατώρα τη Δευτέρας, ο δείκτης κινούνταν την Τρίτη (την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές) μεταξύ 37 και 38 ευρώ.

Εξάλλου, όπως μετέδωσε το CNN επικαλούμενο στοιχεία του ICIS (Independent Commodity Intelligence Service), oι ευρωπαϊκές τιμές στο τέλος της περασμένης εβδομάδας είχαν σημειώσει αύξηση 52% από τις αρχές Ιουνίου. Ενδεικτικό είναι, επίσης, το γεγονός ότι ο δείκτης μεταβλητότητας της Argus (ΤΤF front-month volatility index) αναρριχήθηκε στα υψηλότερα επίπεδα από τον Σεπτέμβριο του 2022, όταν η Gazprom είχε ανακοινώσει το επ’ αόριστον κλείσιμο του αγωγού Nord Stream.

Φυσικά, απέχουμε πολύ από τα επίπεδα του περσινού καλοκαιριού, όταν οι τιμές του φυσικού αερίου στο ολλανδικό χρηματιστήριο είχαν αναρριχηθεί στα 340 ευρώ/μεγαβατώρα. Ωστόσο, σύμφωνα με τους αναλυτές, η αστάθεια και δη το πρόσφατο μίνι-ράλι των τιμών δείχνουν πόσο ευάλωτη παραμένει σε οποιαδήποτε διατάραξη της προσφοράς η ευρωπαϊκή αγορά, μετά τη μείωση των εισαγωγών από τη Ρωσία.

Νευρικοί οι traders

Την περασμένη εβδομάδα, έγινε γνωστό ότι, λόγω παράτασης των εργασιών συντήρησης, η μονάδα επεξεργασίας φυσικού αερίου Νιχάμα στη Νορβηγία (σ.σ. βασικός προμηθευτής της ΕΕ πέρυσι με μερίδιο 24%) θα παραμείνει κλειστή μέχρι τις 15 Ιουλίου αντί για τις 21 Ιουνίου, όπως είχε γνωστοποιηθεί αρχικά.

Παράλληλα, δημοσιεύματα ανέφεραν ότι η ολλανδική κυβέρνηση προσανατολίζεται να κλείσει οριστικά το κοίτασμα του Χρόνινγκεν από την 1η Οκτωβρίου 2023 (αντί για έναν χρόνο αργότερα που ήταν η εναλλακτική). Αν και το εν λόγω κοίτασμα δεν αντιπροσωπεύει πλέον παρά ένα μικρό ποσοστό της ευρωπαϊκής παραγωγής, η φημολογία ήρθε να προστεθεί στα νέα για τη Νορβηγία και να εντείνει τη νευρικότητα της αγοράς.

Πρέπει να σημειωθεί ότι τα αποθέματα της Ευρώπης βρίσκονται σήμερα στο 73%, ποσοστό πολύ υψηλότερο από το 56% της τελευταίας πενταετίας τέτοια εποχή. Επιπλέον, τα αποθέματα-ρεκόρ που έχουν «χτίσει» η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, σε συνδυασμό με τους χαμηλότερους του αναμενομένου ρυθμούς ανάκαμψης της κινεζικής οικονομίας, καθιστούν πολύ μακρινό το σενάριο η Ευρώπη να χρειαστεί να μπει ξανά σε έναν κοστοβόρο ανταγωνισμό με την Ασία για τις εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου.

Επομένως, «είναι μάλλον απίθανο να δούμε ξανά την περίοδο πανικού του περσινού καλοκαιριού», όπως αναφέρει στο CNN o Μassimo Di Odoardo, της Wood Mackenzie.

Πιθανές οι απότομες αυξήσεις

Ωστόσο, όπως δηλώνει στο ίδιο δίκτυο ο Henning Gloystein της Eurasia Group, σε κάθε περίπτωση η Γηραιά Ήπειρος «πρέπει να προσαρμοστεί στο γεγονός ότι υπάρχει πλέον λίγο ρωσικό φυσικό αέριο στην Ευρώπη». Αυτό σημαίνει ότι ξαφνικές, μη αναμενόμενες διακοπές στην παροχή θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε εξίσου απότομες αυξήσεις τιμών.

Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι, προσώρας τουλάχιστον, οι τιμές του υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Ασία δεν έχουν ακολουθήσει την ανοδική πορεία της Ευρώπης. Το γεγονός αυτό, σύμφωνα με την Argus, δείχνει ότι οι εισαγωγικές ανάγκες της Ευρώπης θα είναι ο βασικός ρυθμιστής της παγκόσμιας αγοράς για το φετινό καλοκαίρι.