Αντιθέσεις: Κυριάκος Μητσοτάκης και Αλέξης Τσίπρας

Κυριάκος Μητσοτάκης και Αλέξης Τσίπρας. Ο μεγάλος νικητής και ο μεγάλος ηττημένος των εκλογών.

Δέσποσαν για χρόνια στο πολιτικό σκηνικό, έδωσαν με τις αντιπαραθέσεις τους χρώμα και πάθος στην κομματική αντιπαράθεση. Και τώρα βρίσκονται ο καθένας μπροστά στα δικά του προβλήματα και τις δικές του προκλήσεις.

Τι σχεδιάζει ο Αλέξης Τσίπρας μετά τη χτεσινή του δήλωση ότι αποσύρεται από την αρχηγία του ΣΥΡΙΖΑ; Τι σχεδιάζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης για την επόμενη τετραετία των μεγάλων προσδοκιών που έχει καλλιεργήσει; Η «ΥΧ» επιχειρεί να φωτίσει τις διαδρομές τους.

 

Ο Μητσοτάκης κυριαρχεί.
Και τώρα τι;

Ο Τσίπρας φεύγει. Και τώρα τι;

Είναι κοινή διαπίστωση ότι η εκλογική νίκη της ΝΔ ήταν σε μεγάλο βαθμό έργο του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος πέτυχε μια θεαματική βελτίωση της εικόνας του από το 2019 μέχρι σήμερα. Με τη βοήθεια των ειδικών, αλλά και τη δική του σταθερή στόχευση, κατάφερε να ξεπεράσει τα μεγάλα προβλήματα της διακυβέρνησής του, όχι μόνο χωρίς απώλειες, αλλά και με μικρά έστω εκλογικά κέρδη.

Η πανδημία, κάποια σκάνδαλα, οι υποκλοπές και βέβαια τα Τέμπη στιγμάτισαν την περασμένη τετραετία της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Με έναν απροσδόκητο όμως για τους λιγότερο υποψιασμένους τρόπο δεν στιγμάτισαν τον ίδιο, αν και κατείχε τη θέση του πρωθυπουργού. Αντιθέτως, ο μεγάλος χαμένος των εκλογών υπήρξε τελικά ο Αλέξης Τσίπρας.

Πώς το κατάφερε αυτό ο κ. Μητσοτάκης; Με τη σωστή χρήση μιας λέξης που αποδείχτηκε μαγική: Σταθερότητα! Με έναν αντίπαλο, τον ΣΥΡΙΖΑ, που η εικόνα του φόβιζε, και αντιμετωπίζοντας τα δύσκολα με ψυχραιμία και σχέδιο, κατάφερε να πείσει ότι έχει τη σοβαρότητα, την απόφαση, το σχέδιο και το κόμμα να οδηγήσει την Ελλάδα χωρίς περιπέτειες σε καλύτερες μέρες. Κι αυτό δεν είναι καθόλου μικρό πράγμα όταν έχει να κάνει κανείς με έναν λαό παραδοσιακά δύσπιστο προς τους πολιτικούς, όπως οι Έλληνες.

Το μεγάλο στοίχημα

Το μεγάλο στοίχημα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως προς την τετραετία που έχει μπροστά του δεν είναι να κάνει όσα προεκλογικά υποσχέθηκε. Κανένας δεν το περιμένει αυτό από κανέναν, πολύ περισσότερο που το πρόγραμμα σταθερότητας που κατατέθηκε στην Ευρώπη δεν αφήνει περιθώρια για αυταπάτες, μαζί με το γεγονός ότι η Ευρώπη αναμένεται στο τέλος του χρόνου να θέσει τέρμα στη χαλάρωση και να επαναφέρει τους σκληρούς κανόνες για πλεονάσματα.

Εκείνο όμως που περιμένουν από τη νέα κυβέρνηση, όσοι τουλάχιστον την ψήφισαν, είναι να κάνει λίγο καλύτερη τη ζωή τους. Πιο ασφαλή, με καλύτερο εισόδημα, πιο αποτελεσματικό κράτος, βελτίωση του ΕΣΥ κ.λπ. Το καλό είναι ότι ο Κ. Μητσοτάκης το έχει καταλάβει αυτό, όπως έγινε φανερό από την εκλογική του εκστρατεία. Το κακό είναι ότι στην Ελλάδα, ακόμα και το «λίγο», τα απλά πράγματα δηλαδή, αποδεικνύονται στην πράξη πολύ δύσκολα, καθώς δεν λείπουν ποτέ οι αντιστάσεις κοινωνικών ομάδων και η καταστροφική βραδύτητα του κράτους.

Η πρώτη εικόνα

Η πρώτη εικόνα της νέας κυβέρνησης μπορεί να πει κανείς ότι είναι αντιφατική. Το γεγονός ότι με πάνω από 60 μέλη είναι η πιο πολυπληθής κυβέρνηση της μεταπολίτευσης, ενώ ο Κ. Μητσοτάκης υποσχέθηκε μικρό και ευέλικτο κυβερνητικό σχήμα δεν είναι στα υπέρ της. Στα κατακριτέα, επίσης, εντάσσεται η παρουσία γυναικών σε ποσοστό κάτω από 25%.

Από την άλλη, όμως, γίνεται ολοφάνερο ότι πρόκειται για μια κυβέρνηση που καλείται να δώσει αποτέλεσμα σε ευαίσθητους τομείς, που θα κρίνουν τελικά την αποτελεσματικότητά της. Ο Μ. Χρυσοχοΐδης στην Υγεία, ο Κ. Πιερρακάκης στην Παιδεία, η Ν. Κεραμέως στο Εσωτερικών δίνουν βάσιμες ελπίδες ότι θα παραγάγουν έργο που θα φανεί στην καθημερινότητα του πολίτη. Γιατί αυτό είναι τελικά το κρίσιμο ζήτημα στη σημερινή Ελλάδα: Πώς, χωρίς συγκρούσεις και αναταράξεις, θα βελτιωθεί βήμα-βήμα η ζωή των απλών ανθρώπων, θα αυξηθεί η πίτα και θα γίνει πιο δίκαιη η κατανομή της. Σε όλα αυτά, η κυβέρνηση Μητσοτάκη παίζει ουσιαστικά χωρίς αντίπαλο.

Συμπέρασμα

Η νέα τετραετία Μητσοτάκη ξεκινάει με καλούς οιωνούς. Μεγάλη εκλογική στήριξη, καθαρό σχέδιο, αρκετά ικανά στελέχη και αδύναμη αντιπολίτευση, εξαιτίας της πολυδιάσπασης, αλλά και της αποχώρησης Τσίπρα. Αν δεν παρασυρθεί από την αλαζονεία της εξουσίας και αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις ασθένειες του κράτους, θα μπορέσει να αφήσει κάτι καλό πίσω της για την κοινωνία. Ιδιαίτερα αν οι υποσχέσεις της για την ανάπτυξη της οικονομίας, την επενδυτική βαθμίδα και τις επενδύσεις εκπληρωθούν, έστω και εν μέρει.

Πολλοί το περίμεναν, άλλοι ήταν βέβαιοι ότι θα παραμείνει για να αλλάξει το κόμμα του, και τελικά ο Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε χτες ότι αποσύρεται από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Το κόμμα που κάτω από την ηγεσία του γεύτηκε τον απαγορευμένο για την κυνηγημένη Αριστερά καρπό της εξουσίας, θα πρέπει τώρα να αποδείξει ότι έχει τις δυνάμεις και τη θέληση να επιβιώσει με άλλο πρόσωπο στην ηγετική καρέκλα. Θα είναι μια διαδικασία δύσκολη, καθώς γίνεται μετά από μια σοβαρή εκλογική ήττα. Μια διαδικασία ωστόσο που δεν θα μπορούσε να την αποφύγει και με τον Τσίπρα στο τιμόνι του. Πολύ περισσότερο χωρίς αυτόν.

Γιατί αποσύρεται;

Γιατί έχασε τις εκλογές από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, είναι η προφανής απάντηση. Υπάρχουν όμως ορισμένα δεδομένα που πρέπει κανείς να λάβει υπόψη του. Το πρώτο είναι ότι ένας στους περίπου πέντε Έλληνες ψήφισε Τσίπρα μάλλον, παρά ΣΥΡΙΖΑ, στις τελευταίες εκλογές. Κι αυτό θέτει εν αμφιβόλω την τύχη του κόμματος χωρίς τον φυσικό του ηγέτη. «Δεν μπορώ να φανταστώ τον ΣΥΡΙΖΑ χωρίς τον Τσίπρα», έφτασε να δηλώσει η Ντόρα Μπακογιάννη.

Το δεύτερο είναι η μονίμως ταραγμένη εσωτερική κατάσταση του κόμματος, που του κόστισε ακριβά στις εκλογές. Πιθανότατα ο Τσίπρας δεν φεύγει κυρίως λόγω της εκλογικής ήττας, αλλά λόγω της απροθυμίας του να συγκρουστεί με τους συντρόφους του και να προχωρήσει σε προγραφές, όπως δεν δίσταζαν να κάνουν άλλοι πολιτικοί ηγέτες, όπως ο Α. Παπανδρέου και ο Κ. Καραμαλής για παράδειγμα. «Απελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο», είναι ίσως η σκέψη που τον καθοδήγησε.

Τι έχει σκοπό να κάνει;

Πρώτα-πρώτα, είναι σίγουρο τι δεν θα κάνει. Ο Τσίπρας δεν πρόκειται να αποσυρθεί από την πολιτική, ούτε να αφήσει τον ΣΥΡΙΖΑ στην τύχη του. Η δήλωση του είναι σαφής για αυτό. «Θα είμαι παρών», είπε. Στην ίδια δήλωση ξεκαθαρίζει ότι θα συμβάλει στην επανίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ, στη βαθιά ανανέωσή του, στη δημιουργία ενός νέου ΣΥΡΙΖΑ.

Τι ακριβώς σημαίνει αυτό; Οι πληροφορίες και ο χαρακτήρας του λένε ότι δεν πρόκειται να δώσει δαχτυλίδι σε κανέναν. Θα θέσει όμως το κύρος και την επιρροή του στην υπηρεσία του κόμματος που ο ίδιος οδήγησε μέχρι το Μαξίμου, έτσι που να διασφαλιστεί η ενότητα, αλλά και να υπάρξουν διαδικασίες ομαλές, χωρίς ακρότητες και συντροφικά μαχαιρώματα, όσο αυτό είναι δυνατόν σε τέτοιες συνθήκες.

Ενδιαφέρον στη διαδικασία αυτή είναι πώς θα του φερθούν και πώς θα τον αντιμετωπίσουν εκείνοι οι άνθρωποι των μηχανισμών του ΣΥΡΙΖΑ, που εδώ και καιρό θεωρούν ότι είναι βαρίδι, κινείται σε «δεξιά» κατεύθυνση και νοθεύει το πρόσωπο του κόμματος. Σε κάθε περίπτωση, η συνέχεια προβλέπεται πολύ ενδιαφέρουσα.

Και οι δελφίνοι;

Δεν λέγεται τίποτα δημόσια, αλλά ήδη έχουν λάβει θέσεις στην αφετηρία της διαδικασίας εκλογής νέου προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ οι δελφίνοι. Αν πιστέψουμε τα δημοσιεύματα, επικρατέστερη υποψήφια είναι η πρώην υπουργός Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου. Γυναίκα, νέα, με πολύ καλές σπουδές και θετική θητεία στην κυβέρνηση, έχει γενικά καλή εικόνα στην κοινωνία.

Αντίπαλός της φέρεται να είναι ο υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Τσίπρα, Αλέξης Χαρίτσης. Με νεανικό στυλ και θετική συνεισφορά σε ό,τι ανέλαβε, ο βουλευτής Μεσσηνίας έχει όλα τα προσόντα να ανταγωνιστεί την Έφη Αχτσιόγλου.

Από εκεί και πέρα, το μεγάλο ερωτηματικό είναι τι θα κάνει ο Ευκλείδης Τσακαλώτος. Αν δηλαδή ο άνθρωπος που αμφισβητεί εδώ και χρόνια τον Τσίπρα θα εκτεθεί τελικά στην κρίση των μελών του κόμματος.

Πρώτα συμπεράσματα

Ο Αλέξης Τσίπρας πήρε τις αποφάσεις του και ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στο πιο κρίσιμο σταυροδρόμι της διαδρομής του. Σοβαρά ηττημένος στις εκλογές, καλείται να αναμετρηθεί όχι μόνο με τον ενισχυμένο του αντίπαλο, τη ΝΔ του Κ. Μητσοτάκη, αλλά και να δώσει το στίγμα του στη χειρότερη ίσως Βουλή της μεταπολίτευσης. Χωρίς τον φυσικό του ηγέτη και με τις αυτοδιοικητικές εκλογές πολύ κοντά, καλείται να διεκπεραιώσει δύσκολες και στριφνές εσωτερικές διαδικασίες. Το μόνο συμπέρασμα που μπορεί να βγάλει κανείς είναι ότι πρόκειται για ένα στοίχημα με άγνωστη έκβαση.

Το σίγουρο είναι ότι ο Τσίπρας αποσύρεται από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά όχι από την πολιτική. Η δήλωσή του δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για αυτό. Και η ηλικία του, μόλις 49 χρόνων, δεν αποκλείει τίποτε για το μέλλον. Σίγουρο είναι, τέλος, ότι πολλοί χαίρονται με τις τελευταίες εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και πολλοί λυπούνται.