Πρέπει να έχετε ενεργοποιημένη την Javascript για να δείτε αυτό τον ιστότοπο

Αφιέρωμα Ενέργεια| Ιούνιος 2019

- Διαφήμιση-

Μια μεγάλη ανεκμετάλλευτη ευκαιρία

Οταν αναφέρουμε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, ή «ΑΠΕ», όπως συχνά τις συναντάμε ως όρο, εννοούμε την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από θεωρητικά ανεξάντλητες φυσικές διαδικασίες και όχι από ορυκτά καύσιμα (π.χ. πετρέλαιο, φυσικό αέριο κ.λπ.). Σύμφωνα με την Οδηγία 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ενέργεια από ανανεώσιμες μη ορυκτές πηγές θεωρούνται οι εξής: η αιολική, ηλιακή, αεροθερμική, γεωθερμική, υδροθερμική και ενέργεια των ωκεανών, υδροηλεκτρική, από βιομάζα, από τα εκλυόμενα στους χώρους υγειονομικής ταφής αέρια, από αέρια μονάδων επεξεργασίας λυμάτων και από βιοαέρια. Με την ενεργοποίηση της Οδηγίας 2018/2001 στις 24/12 2018, τέθηκε επίσημα η δέσμευση, το μερίδιο των ΑΠΕ να φτάσει τουλάχιστον το 32% στην τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2030 στην ΕΕ.

Οι λόγοι της ανωτέρω δέσμευσης είναι αρκετοί και εξόχως σημαντικοί. Ίσως ο σημαντικότερος είναι η ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος και η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Πρόκειται για παράγοντα που σχετίζεται άμεσα με το μέλλον της αγροτικής παραγωγής, γι’ αυτό και ο επίτροπος Γεωργίας, Φιλ Χόγκαν, δεν κουράζεται να επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία ότι η ΚΑΠ μετά το 2020 θα πρέπει να περιλαμβάνει συγκεκριμένους, μετρήσιμους στόχους με γνώμονα το περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή στα εθνικά στρατηγικά σχέδια των κρατών-μελών της ΕΕ. Σε ό,τι αφορά τη χρήση των ΑΠΕ στη γεωργία και στην κτηνοτροφία, υπάρχουν οφέλη που εκτείνονται πέραν της μείωσης του περιβαλλοντικού αποτυπώματος (των εκπομπών δηλαδή διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα) και μεταφράζονται σε μείωση του κόστους παραγωγής, καθώς και έσοδα από την παραγωγή και την πώληση ηλεκτρικής ενέργειας.

Η γεωργία και η κτηνοτροφία ως καταναλωτές ΑΠΕ

Η Ελλάδα θεωρείται μια χώρα με θετικό πρόσημο ως προς τη χρήση των ΑΠΕ και της διάδοσής τους: Σύμφωνα με την αξιολόγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εθνική στρατηγική για την Ενέργεια και το Περιβάλλον του ελληνικού ΥΠΕΝ, τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι το 16,3% ή και περισσότερο από τη συνολική ακαθάριστη κατανάλωση ενέργειας έχει προέλευση τις ΑΠΕ. Το αντίστοιχο μέσο ποσοστό σε επίπεδο ΕΕ για το 2017 ανερχόταν σε 17,52%. Πάντως, η Ελλάδα δείχνει να πηγαίνει αρκετά καλά σε αυτόν τον τομέα, κάτι που θα της επιτρέψει να προσεγγίσει, αν όχι να πετύχει, τον στόχο του 18% έως το 2020. Με αυτήν τη θέση συντάσσονται και οι εκτιμήσεις του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ).

Παρ’ όλα αυτά, σε ό,τι αφορά τον αγροτικό τομέα, η συμμετοχή των ΑΠΕ στην κατανάλωση ενέργειας στη χώρα μας κατείχε, το 2016, μερίδιο 11%, στοιχείο που δείχνει ότι η απόσταση του εν λόγω τομέα είναι συγκριτικά μεγαλύτερη και τα περιθώρια βελτίωσης μεγαλύτερα. Ενθαρρυντικό κρίνεται επίσης το γεγονός ότι στο πλαίσιο του ΠΑΑ 2014-2020, τα κονδύλια που είχαν καταχωριστεί από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές για τη στήριξη των ΑΠΕ στην αγροτική ανάπτυξη ανέρχονταν σε 67 εκατ. ευρώ, κατατάσσοντας τη χώρα μας στην 8η θέση σε σύνολο 22 προγραμμάτων.

Μερίδιο ενέργειας από ΑΠΕ ανά είδος στην Ελλάδα (1006-2016)

Η γεωργία και η κτηνοτροφία ως παραγωγοί ΑΠΕ

Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη για την Κομισιόν, το σύνολο της ενέργειας από ΑΠΕ που παρήχθη το 2015 στις ευρωπαϊκές αγροτικές εκμεταλλεύσεις υπολογίζεται σε 22,6 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμου πετρελαίου (Mtoe). Η πλειοψηφία της παραγόμενης αυτής ενέργειας διοχετεύτηκε εν συνεχεία σε άλλους τομείς, καθώς ο αγροτικός τομέας παράγει περισσότερη ενέργεια από όση καταναλώνει. Η αιολική ενέργεια είναι η πρωταθλήτρια στην παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ στον αγροτικό τομέα, ενώ ακολουθεί η ενέργεια από βιοαέριο.

Πιο περιορισμένη είναι η παραγωγή ενέργειας από τον ήλιο (κυρίως φωτοβολταϊκά) και τη βιομάζα. Αξίζει να σημειωθεί ότι, εκτός από ηλεκτρική ενέργεια, υπάρχουν εκμεταλλεύσεις που παράγουν θερμική ενέργεια από βιομάζα, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας καταναλώνεται στον αγροτικό τομέα. Έως το 2020, η παραγόμενη ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές αναμένεται να παρουσιάσει σημαντική αύξηση και να διαμορφωθεί σε 35,9 εκατομμύρια τόνους ισοδύναμου πετρελαίου. Μάλιστα, σε ένα πιο αισιόδοξο σενάριο το νούμερο αυτό μπορεί να φτάσει ακόμα και στους 62,5 εκατ. Mtoe, αν αυξηθεί σημαντικά η παραγόμενη θερμική ενέργεια.

Στη χώρα μας υπήρξε σημαντική δραστηριότητα στην παραγωγή ενέργειας από αγροτικά Φ/Β στις αρχές του 2000, ωστόσο μετά από μια δεκαετία η ανάπτυξη της αγοράς διακόπηκε απότομα. Οι πρόσφατες εξελίξεις σε επίπεδο θεσμικού πλαισίου σε τομείς όπως τα αγροτικά φωτοβολταϊκά, η γεωθερμία και ακόμη περισσότερο οι Ενεργειακές Κοινότητες, δείχνουν ικανές να προσδώσουν ώθηση στη χρήση των ΑΠΕ στον αγροτικό τομέα και τους Έλληνες αγρότες, που ζητούν επιτακτικά τη μείωση του κόστους παραγωγής.

- Διαφήμοση -