Oι διαδικτυακοί κολοσσoί στήνουν τα δικά τους δίκτυα σούπερ μάρκετ

Όταν το περασμένο καλοκαίρι η Amazon ανακοίνωνε την απόκτηση της αμερικανικής Whole Foods έναντι 13,7 δισ. δολαρίων ευρώ, πολλοί ήταν αυτοί που έκαναν λόγο για μια κομβική στιγμή στην παγκόσμια αγορά τροφίμων. Δεν είναι και λίγο, άλλωστε, σε μια συγκυρία που οι on line αγορές κερδίζουν συνεχώς έδαφος, ένας διαδικτυακός κολοσσός να εντάσσει στο άρμα του μια «συμβατική» αλυσίδα σούπερ μάρκετ, με σκοπό να τη χρησιμοποιήσει ως όχημα για την περαιτέρω επέκτασή του. Πόσω μάλλον, όταν ο εν λόγω κολοσσός όλα αυτά τα χρόνια έχει βασίσει την επιτυχία του ακριβώς στην αμφισβήτηση των δομών του «παραδοσιακού» εμπορίου.

Στην πραγματικότητα, βέβαια, η Amazon δεν είναι η πρώτη ηλεκτρονική υπερδύναμη που αποφασίζει να επενδύσει στα φυσικά καταστήματα. Τον δρόμο είχε ανοίξει η «Αmazon της Κίνας», όπως είναι γνωστή η ανταγωνίστριά της, Alibaba, η οποία την τελευταία διετία έχει ξοδέψει περί τα 8 δισ. δολάρια για να δημιουργήσει το δικό της δίκτυο σούπερ μάρκετ με σημεία πώλησης στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας υπό το εμπορικό σήμα Hema Xiansheng. Πρόσφατα, μάλιστα, η εταιρεία έκλεισε ένα ακόμα ντηλ, ύψους 2,6 δισ. δολαρίων, για την ανέγερση ενός mall στην πόλη Hangzhou –όπου βρίσκονται και τα κεντρικά της–, τα επίσημα εγκαίνια του οποίου έχουν προγραμματιστεί για τον Απρίλιο του 2018.

«Υβρυδικό» μοντέλο

Τόσο η Amazon όσο και η Alibaba φαίνεται να πιστεύουν πλέον ότι το μέλλον του λιανεμπορίου δεν βρίσκεται πια αποκλειστικά στο διαδίκτυο –όπως προέβλεπαν, μέχρι σχετικά πρόσφατα τουλάχιστον, οι περισσότεροι αναλυτές–, αλλά σε ένα υβριδικό μοντέλο που θα «πατάει» τόσο στο φυσικό όσο και στο εικονικό κατάστημα.

Η αλυσίδα Hema Xiansheng του Κινέζου μεγιστάνα Jack Ma, ιδρυτή της Alibaba (κάτω), φιλοδοξεί να σβήσει τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ του παραδοσιακού και του ηλεκτρονικού εμπορίου.

Η κινεζική εταιρεία, μάλιστα, χρησιμοποιεί τον όρο «Νέο Λιανεμπόριο» («New Retail») για να περιγράψει την προσπάθεια να συγκεραστούν οι δύο αυτοί διαφορετικοί και, φαινομενικά τουλάχιστον, ανταγωνιστικοί κόσμοι, μέσα από τη χρήση νεών τεχνολογιών, που αφενός προσφέρουν περισσότερες επιλογές στον πελάτη-αγοραστή και αφετέρου βοηθούν την επιχείρηση να χαρτογραφεί και να διαβλέπει έγκαιρα τις αλλαγές στις καταναλωτικές συμπεριφορές. Για παράδειγμα, η Alibaba αναπτύσσει αλγόριθμους για την ανάλυση στοιχείων, όπως η πιστότητα των καταναλωτών σε συγκεκριμένες μάρκες, το ιστορικό αγορών τους, η συχνότητα των επισκέψεων, αλλά και η διάρκεια παραμονής στο κατάστημα κ.ά.

Ο ξαφνικός «έρωτας» των ψηφιακών κολοσσών για τις παραδοσιακές αλυσίδες έχει βέβαια και άλλη εξήγηση: Παρά τους ταχύτατους ρυθμούς ανάπτυξης των τελευταίων χρόνων, το διαδικτυακό εμπόριο εξακολουθεί να κατέχει ένα μικρό μόνο κομμάτι από τη συνολική «πίτα» της αγοράς. Στην Κίνα, για παράδειγμα, περιορίζεται στο 15% σε μια αγορά που αγγίζει τα 5 τρισ. δολάρια ετησίως και στις ΗΠΑ δεν ξεπερνά το 8,5%.

«Η παραδοσιακή αντίληψη θέλει το το διαδίκτυο και το φυσικό κατάστημα να λειτουργούν ανταγωνιστικά μεταξύ τους. Δεν είναι απαραίτητο, όμως αυτό συμβαίνει», δήλωνε το καλοκαίρι ο αντιπρόεδρος της Alibaba, Joe Tsai, ενώ άλλο στέλεχος της κινεζικής επιχείρησης τόνιζε ότι «η συμφωνία Amazon-Whole Foods επιβεβαιώνει την ορθότητα της στρατηγικής μας».

Ματιές της Amazon στην Carrefour

Εάν, πάντως, οι φήμες που κυκλοφορούν ευρέως το τελευταίο διάστημα στην αγορά έχουν κάποια βάση, δεν αποκλείεται η Whole Foods να είναι μόνο η αφετηρία για ένα πολύ ενδιαφέρον ταξίδι της Αmazon στον κλάδο των σούπερ μάρκετ. Σύμφωνα με πρόσφατο δημοσίευμα γαλλικής εφημερίδας, η επιχείρηση καλοβλέπει την προοπτική να εξαγοράσει την Carrefour, μια κίνηση η οποία θα της έδινε πρόσβαση σε μια αγορά όπως η ευρωπαϊκή όπου το 95% των αγορών τροφίμων πραγματοποιείται μέσω των φυσικών καταστημάτων. Αρκετοί αναλυτές, πάντως, εκτιμούν ότι για την Carrefour θα ήταν πολύ πιο επωφελής η προοπτική μιας συνεργασίας με την Google.